Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα στην πρώτη μετά την επανεκλογή του επίσημη ομιλία για την κατάσταση του αμερικανικού έθνους υπήρξε ιδιαιτέρως αναλυτικός. Μίλησε πάνω από μία ώρα –πράγμα σπάνιο για αμερικανό πρόεδρο –και αφιέρωσε το μεγαλύτερο μέρος της ομιλίας του στο δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας. Αναγνώρισε την κρισιμότητά του, ζήτησε τη συναίνεση των πολιτικών αντιπάλων του στην επιλογή των κατάλληλων μέτρων και προειδοποίησε για τις συνέπειες ενδεχόμενης προσφυγής στους αυτόματους μηχανισμούς περιορισμού των ελλειμμάτων.
Η Αμερική, αν δεν τιθασεύσει τα ελλείμματά της, θα δει το δολάριο να παραπαίει, τη χρηματοδότησή της από τον υπόλοιπο κόσμο να δυσκολεύει και την ισχύ της να απομειώνεται.
Ο Ομπάμα θέλει να αυξήσει τους φόρους στους πλουσιότερους, να οργανώσει τις περικοπές των δαπανών και να αποφύγει οριζόντιες μειώσεις σαν κι αυτές που έγιναν στην Ελλάδα.
Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτή η συζήτηση στις ΗΠΑ διεξάγεται σε χρόνο κατά τον οποίο η ανάκαμψη έχει επέλθει, στηριζόμενη κυρίως στην άκρως επεκτακτική νομισματική πολιτική που εφαρμόζει η Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα, δηλαδή στα μηδενικά επιτόκια και στη χωρίς φειδώ χρηματοδότηση της δημόσιας και ιδιωτικής οικονομίας. Επιπλέον ο Ομπάμα ανακοίνωσε και συμβολική αύξηση του κατώτατου ωρομισθίου στα 9 δολάρια την ώρα, σε μια προσπάθεια ενθάρρυνσης της κατανάλωσης και επηρεασμού της κρίσιμης για την ανάπτυξη εσωτερικής ζήτησης.
Με άλλα λόγια, το μείγμα οικονομικής πολιτικής στη δεύτερη τετραετία του Ομπάμα προβλέπει σφιχτή δημοσιονομική πολιτική με έλεγχο των δαπανών και αύξηση των φόρων στις εισοδηματικά υψηλότερες τάξεις του πληθυσμού, η οποία θα συνδυασθεί με απολύτως επεκτακτική νομισματική πολιτική μηδενικών επιτοκίων και άφθονης χρηματοδότησης. Η πολιτική Ομπάμα θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί άνετα σοσιαλδημοκρατική στην Ευρώπη. Αλλωστε και στην Αμερική οι συντηρητικοί τον αποκαλούν «σοσιαλιστή της ντουλάπας», κρυφό δηλαδή.
Ωστόσο, αν ο Ομπάμα εφαρμόζει «σοσιαλιστική» πολιτική στις ΗΠΑ, τι εμποδίζει εμάς να υιοθετήσουμε ανάλογο μείγμα οικονομικής πολιτικής εδώ; θα μπορούσε να διερωτηθεί ο καθείς. Θεωρητικά λοιπόν κάποιο παρόμοιο μείγμα θα ήταν το σωστό μείγμα και για την Ελλάδα. Ωστόσο εδώ υπάρχουν ορισμένες βασικές διαφορές. Στην περίπτωσή μας το πρώτο λάθος έγινε εδώ και πολλά χρόνια πίσω. Τα δημόσια οικονομικά προκλητικώς παραμελήθηκαν τουλάχιστον τα τελευταία δέκα χρόνια. Προ του 2009 ουδείς έδινε σημασία. Και μετά η δράση υπήρξε ασθενής και βραδυπορούσα. Με τον αποκλεισμό μας από τις διεθνείς αγορές το εργαλείο της νομισματικής πολιτικής εχάθη, με αποτέλεσμα να επικρατήσει καθεστώς πιστωτικής ασφυξίας. Ετσι όπως εξελίχθηκαν τα ελληνικά πολιτικά πράγματα, η χώρα κατέστη δέσμια των δανειστών της και απολύτως εξαρτώμενη από την εξέλιξη των δημοσίων οικονομικών της.
Η χρηματοδότηση της οικονομίας εξαρτάται από τη μείωση των ελλειμμάτων, η ανάπτυξή της επίσης και κατ’ επέκταση η απασχόληση και η κοινωνική ειρήνη. Η περίπτωσή μας δηλαδή ουδεμία σχέση έχει με τις ΗΠΑ. Οπότε ή θα αλλάξει το ευρωπαϊκό περιβάλλον ή εμείς θα κινηθούμε εκτός αυτού ή αναγκαστικά θα διανύσουμε μια δύσκολη περίοδο με την ελπίδα ότι θα επιτύχουμε τη μείωση των ελλειμμάτων. Για την ώρα και ως τις γερμανικές εκλογές το ευρωπαϊκό περιβάλλον δεν θα αλλάξει, το να φύγουμε εμείς από το ευρώ δεν έχει πολλές πιθανότητες, οπότε το πιθανότερο είναι να ζήσουμε την έρημο της σταθεροποίησης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για όλους μας. Αυτή είναι η πικρή αλήθεια και όσοι άλλα υπόσχονται απλώς ψεύδονται.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ