Πρόσφατα ξεκίνησε η προβολή του δεύτερου κύκλου. Την ίδια στιγμή το κανάλι Showtime ανακοίνωνε ότι θα υπάρξει και τρίτος κύκλος. Το «House of lies» (άλλο ένα σίριαλ που στην Ελλάδα ή θα το δούμε μπαγιάτικο ή δεν θα το δούμε ποτέ) παρά το δύσκολο και εν πολλοίς αντιπαθητικό θέμα του συγκέντρωσε τις θεαματικότητες που επιτρέπουν τη μακροημέρευσή του.
Αντιπαθητικό γιατί αφορά τη ζωή μιας ομάδας συμβούλων επιχειρήσεων που κάνουν τα πάντα (κυρίως εκείνα που δεν θα έπρεπε ούτε καν να περνάνε από το μυαλό ανθρώπων με στοιχειώδη αξιοπρέπεια και ηθική) προκειμένου να επιτύχουν τον στόχο τους: δηλαδή να φουσκώσουν ακόμη περισσότερο τους ήδη παχυλούς τραπεζικούς λογαριασμούς τους πουλώντας αμφίβολης χρησιμότητας συμβουλευτικές υπηρεσίες.
Πρωταγωνιστής ο βραβευμένος με Εμμυ (και υποψήφιος για Οσκαρ Α’ ανδρικού ρόλου στο «Hotel Rwanda») Ντον Τσιντλ, ως… αρχισύμβουλος που πρέπει να διαχειριστεί τους δυσκολότερους πελάτες (και να τους αρμέξει εντέχνως), αλλά και την άκρως ιδιόμορφη οικογένειά του.
Δηλαδή, την ανισόρροπη πρώην σύζυγό του, τον δεκάχρονο γιο του που πολύ θα ήθελε να είναι… κόρη (και το δείχνει με κάθε τρόπο) και τον υπέρ το δέον «προχώ» πατέρα του.
Δυσλειτουργική η φαμίλια, ακόμη πιο δυσλειτουργική η επαγγελματική καθημερινότητα του σύγχρονου γιάπη: μία κόλαση κρυμμένη κάτω από πανάκριβα κοστούμια, αστραφτερά (χάρη στην αισθητική οδοντιατρική) χαμόγελα, και πίσω από τις κρυστάλλινες τζαμαρίες των ουρανοξυστών όπου παίρνονται οι αποφάσεις για το οικονομικό μέλλον επιχειρησιακών κολοσσών, κρατών, του κόσμου ολόκληρου. Με χιούμορ, αλλά και με έντονα κριτική διάθεση, το «House of lies» αποκαλύπτει ότι το παιχνίδι της επιτυχίας στον κόσμο των τεχνοκρατών είναι μία υπόθεση πολύ πιο σκοτεινή από ό,τι πιθανόν νομίζαμε. Καταφέρνει όμως την ίδια στιγμή να μην κάνει τους αντιήρωές του αντιπαθητικούς, πράγμα δύσκολο αν σκεφτεί κανείς ότι πρόκειται για ανθρώπους που δεν διστάζουν να καταστρέψουν τους άλλους προκειμένου να εξασφαλίσουν τη δική τους επαγγελματική, κοινωνική, οικονομική ανέλιξη.
Το αριστοτεχνικά δομημένο σενάριο δεν πέφτει στην παγίδα της καρικατούρας, αλλά δημιουργεί χαρακτήρες ολοκληρωμένους με τα θετικά και με τα αρνητικά τους στοιχεία. Κάπως έτσι, ο Μάρτι Κάαν, τον οποίο ερμηνεύει ο Τσιντλ, εκτός από… επαγγελματίας δολοφόνος (όπλα του το κοφτερό μυαλό του, το σεξ και η –εκ πρώτης –απουσία ηθικών ενδοιασμών), ως πατέρας που ανησυχεί για το μέλλον του «δύσκολου» παιδιού του κερδίζει αμέσως τη συμπάθειά μας, καταφέρνει να μας συγκινήσει. Αυτή είναι τελικά η δύναμη τού «House of lies»: η αποκάλυψη πίσω από το προσωπείο του υπερεπιτυχημένου μεγαλοστελέχους (ή του τέρατος, όπως θέλετε πείτε τον) ενός ανθρώπου που φοβάται, αγωνιά, ελπίζει. Και η υπενθύμιση, κάθε φορά που οι γιάπηδες του σίριαλ πανηγυρίζουν για έναν νέο επαγγελματικό θρίαμβο, ότι η ζωή είναι αλλού…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ