Αποφασισμένη να τραβήξει το σκοινί στις σχέσεις της με την Ελλάδα εμφανίζεται την τελευταία περίοδο η Τουρκία, με αποτέλεσμα να τίθεται το ερώτημα αν κάτω από τις προϋποθέσεις αυτές θα μπορέσουν να υπάρξουν θετικά αποτελέσματα στη σύνοδο του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας που θα συγκληθεί στην Αγκυρα στις 5 Μαρτίου. Μια Σύνοδος η οποία αρχικά είχε συμφωνηθεί να συνέρχεται μία φορά τον χρόνο, αλλά έχουν περάσει ήδη τρία χρόνια χωρίς να πραγματοποιηθεί. Και το γεγονός αυτό μιλάει από μόνο του για το αρνητικό κλίμα που έχει επικρατήσει και πάλι στις δύο πλευρές του Αιγαίου. Ενα κλίμα που επιβαρύνεται τώρα από μια συστηματική προσπάθεια της τουρκικής πλευράς να επαναφέρει στο προσκήνιο τις γνωστές αιτιάσεις για τη δήθεν παραβίαση των δικαιωμάτων της μειονότητας στη Δυτική Θράκη και όχι μόνον. Και δεν είναι τυχαίο ότι η εκστρατεία αυτή ξεκίνησε όταν έγιναν γνωστές οι προθέσεις της νέας ελληνικής κυβέρνησης να προχωρήσει στην ανακήρυξη της περιώνυμης ΑΟΖ.
Ουσιαστικά όμως οι ελληνοτουρκικές σχέσεις είχαν παγώσει ήδη από τότε που ανακοινώθηκαν οι συμφωνίες της Κύπρου για τις έρευνες για το φυσικό αέριο στην Ανατολική Μεσόγειο. Υπήρξε μάλιστα, τις τελευταίες ημέρες, έμπρακτη αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας, με παρενοχλήσεις από τουρκικά F-16 ξένων επιβατηγών αεροσκαφών μέσα στον κυπριακό εναέριο χώρο. Οι ενέργειες αυτές ήλθαν να προστεθούν στις γνωστές αιτιάσεις του Ταγίπ Ερντογάν, κατά τη συνάντησή του με τον Αντώνη Σαμαρά στο Κατάρ, για τη μειονότητα στη Θράκη, τις οποίες ακολούθησαν ανάλογες δηλώσεις του Αχμέτ Νταβούτογλου για παραβίαση των δικαιωμάτων της δήθεν «τουρκικής» μειονότητας στη Ρόδο, όταν είναι γνωστό ότι η Συνθήκη της Λωζάννης δεν αναγνωρίζει παρά τη μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη. Ενδεικτικός μάλιστα της επιβάρυνσης του κλίματος ήταν ο ισχυρισμός του τούρκου πρωθυπουργού ότι έθεσε στον έλληνα ομόλογό του το θέμα εκπαίδευσης κούρδων τρομοκρατών στο Λαύριο!
Ολα αυτά δείχνουν ότι οι σχέσεις των δύο χωρών, έπειτα από μία περίοδο όπου είχε φανεί ότι θα μπορούσε να ακολουθηθεί μια διαφορετική πορεία, επανέρχονται στα γνωστά επικίνδυνα μονοπάτια του παρελθόντος, με ό,τι αρνητικό μπορεί αυτό να συνεπάγεται. Ιδιαίτερα τη στιγμή αυτή που η Ελλάδα αντιμετωπίζει μια άνευ προηγουμένου οικονομική κρίση και θα έπρεπε απερίσπαστη από εξωτερικές απειλές να επικεντρωθεί στην επίλυση του τεράστιου αυτού προβλήματος. Για τον λόγο αυτό ενέργειες όπως η μονομερής ανακήρυξη της ΑΟΖ, ή άλλες παρεμφερείς οι οποίες θα είχαν στόχο να ενεργοποιήσουν απλώς τα γνωστά εθνικιστικά αντανακλαστικά για να προσελκυστούν ψήφοι από την άκρα Δεξιά, θα πρέπει να αποφευχθούν, αν προηγουμένως δεν έχει εκτιμηθεί από όλες του τις πλευρές το πραγματικό εθνικό όφελος από μια τέτοια κίνηση. Αλλά και η Αγκυρα –και κυρίως αυτή –θα πρέπει επίσης να αντιληφθεί ότι η επιστροφή στις πρακτικές του παρελθόντος, οι οποίες είχαν οδηγήσει τις σχέσεις των δύο χωρών τρεις φορές μετά το 1974 στα πρόθυρα του πολέμου, όχι μόνον είναι καταδικαστέα, αλλά αντιφάσκει και στην εκφρασμένη ήδη, μέσω των συμφωνιών που είχαν υπογραφεί πριν από τρία χρόνια στην Αθήνα, επιθυμία για βελτίωση των διμερών σχέσεων σε όλους τους τομείς. Θα ήταν αδιανόητο να τιναχθεί και πάλι στον αέρα η προοπτική αυτή.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ