ΩΡΑΙΑ ΒΙΒΛΙΑ
Το πρόγραμμα είναι αυστηρό. Εξι ημέρες γράψιμο, οκτώ μήνες τον χρόνο. Δίπλα της πρέπει απαραιτήτως να υπάρχουν καφές και άφθονα τσιγάρα, ενώ για την έμπνευση βοηθά και η μουσική, τραγούδια για ιδανικούς και πονεμένους εραστές, κατά προτίμηση από τη φωνή του Γιάννη Πάριου. Με αυτή την τελετουργία, η Λένα Μαντά χάνεται στα ανείπωτα πάθη των κατατρεγμένων ηρώων της, σερβίροντας ζεστό ζεστό ένα μπεστ σέλερ κάθε Μάιο – αυστηρά Μάιο, γιατί είναι και προληπτική – όπως σερβίρει επιμελώς κάθε ημέρα το φαγητό στον σύζυγο και στα δύο παιδιά της. Κάποια άλλη νεαρή κυρία, διαβάζοντας για τις ηρωίδες της Λένας, όπως για τη Θεανώ, τη λύκαινα της Πόλης, ή τη Μελισσάνθη, θα κλαίει γοερά πάνω από μια κατσαρόλα με φασολάκια και ίσως να κάψει και το φαγητό. Αυτά έχει η λογοτεχνία, συνεπαίρνει…
Η Μαντά ξεκίνησε να γράφει βιβλία γιατί δεν της άρεσαν αυτά που διάβαζε. Φυσικά, ούτε λόγος για ξένη λογοτεχνία. «Τα ξένα βιβλία να τα διαβάσουν οι ξένοι» δηλώνει αφοπλιστικά. Ο άνθρωπος που κρύβεται πίσω από την επιτυχία της είναι αναμφισβήτητα ο σύζυγός της. Εκείνη ήταν πολύ ντροπαλή για να προωθήσει τα χειρόγραφά της στους εκδοτικούς οίκους και έτσι αυτός ανέλαβε τον ρόλο μάνατζερ, με αποτέλεσμα εκείνη να τον αποκαλεί σήμερα «Ψινάκη». Το 2001, το πρώτο βιβλίο της με τίτλο «Τη μέρα που σε γνώρισα» είναι γεγονός. Θα γνωρίσει χλιαρή αποδοχή, κάτι που η ίδια φαίνεται να αποδίδει στην όχι και τόσο σωστή προώθησή του από τον εκδοτικό οίκο Λιβάνη.
Ετσι, θα μετακομίσει στον Ψυχογιό, θα εκδώσει δύο ακόμη βιβλία, για να γνωρίσει τελικά τη σαρωτική επιτυχία με το μυθιστόρημα «Το σπίτι δίπλα στο ποτάμι». Εκτοτε μεταμορφώνεται σε μια μηχανή μπεστ σέλερ, υπογράφοντας βιβλία με αφόρητα μελό και κλισέ στοιχεία. Βέβαια, ακόμη και οι άσπονδοι φίλοι δεν μπορούν να μην αναγνωρίσουν ότι πίσω από το εκδοτικό φαινόμενο Λένα Μαντά κρύβεται μια κάποια αξία. Πώς αλλιώς γίνεται να σημειώνουν τεράστιες πωλήσεις βιβλία που η μόνη διαφορά τους με τα Aρλεκιν των περιπτέρων είναι ένα προσεγμένο εξώφυλλο;
Πάντως, η Λένα Μαντά παραμένει προσγειωμένη, είναι προσιτή και μάλιστα διαθέτει και εξαιρετικό χιούμορ. Αυτό τουλάχιστον διαφαίνεται από τις συνεντεύξεις της σε πρωινές εκπομπές όπου την αποθεώνουν ξανθιές παρουσιάστριες, λάτρεις, φυσικά, των βιβλίων της.
ΓΙΑ ΜΗ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ
Η Μαντά φαίνεται να έχει επίγνωση των δυνατοτήτων της. Οπως άλλωστε έχει δηλώσει, δεν την ενδιαφέρει αν κατατάσσεται στο είδος του Αρλεκιν. Και πράγματι, για ποιον λόγο να την ενδιαφέρει η κριτική, όταν τα βιβλία της σημειώνουν αυτές τις πωλήσεις; Εχοντας λοιπόν βρει την κότα με τα χρυσά αβγά, έχει μπει στη μαζική συγγραφική παραγωγή, υπηρετώντας μια λογοτεχνία που φαίνεται να εξυπηρετεί τις πνευματικές ανάγκες της πικραμένης ξανθιάς, η οποία βαυκαλίζεται να παρακολουθεί τις διακυμάνσεις στις ανταύγειες των εγχώριων υποστάρ.
«Μου γράφουν πολλοί και μου λένε: “Δεν έπιανα βιβλίο στα χέρια μου, με κάνατε και μπήκα στο βιβλιοπωλείο”. (…) Γιατί μετά τη Μαντά θα ζητήσει και κάτι ακόμη, και κάτι ακόμη. Και θα γίνει αναγνώστης. Ας με κατατάξουν όπου θέλουν. Αλλωστε ο χρόνος θα δείξει πού ανήκει ο καθένας μας» έχει δηλώσει χαρακτηριστικά. Πρόκειται σίγουρα για μια έντιμη απάντηση. Γιατί, πράγματι, η πλειονότητα των αναγνωστών της μάλλον είναι άνθρωποι που δεν έχουν μπει ποτέ σε βιβλιοπωλείο και το πιθανότερο είναι ότι ύστερα από εκείνη θα περάσουν σε άλλες μεγάλες μορφές της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας, όπως η Χρυσηίδα Δημουλίδου…
Βέβαια, θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι οι τεράστιες πωλήσεις που σημειώνουν τα βιβλία της ροζ λογοτεχνίας δεν είναι ελληνικό φαινόμενο, αλλά παγκόσμιο. Πώς να εξηγηθεί η παγκόσμια επιτυχία της Ε. Λ. Τζέιμς με το «Πενήντα αποχρώσεις του γκρι»; Αλλωστε και η Μαντά, αν και πιο συντηρητική – «γρήγορα η Μελισσάνθη βρέθηκε να αναστενάζει στην αγκαλιά του, μέχρι που η ολοκλήρωση έφτασε» γράφει, για παράδειγμα, περιγράφοντας μια ερωτική σκηνή – ήδη κάνει τα πρώτα της βήματα για διεθνή καριέρα. Βιβλία της έχουν μεταφραστεί στα τουρκικά, αλλά και στα αλβανικά. Μια νέα, πολλά υποσχόμενη σταδιοδρομία στις αγορές της Ανατολής την περιμένει και η Μαντά διαθέτει και την απαραίτητη σεμνοτυφία. Εύγε.
Τον τελευταίο καιρό έχει και άλλους λόγους να είναι χαρούμενη. Το μυθιστόρημά της «Βαλς με δώδεκα θεούς», που γυρίστηκε σε σίριαλ στην Κύπρο, πλέον προβάλλεται και στην Ελλάδα από τον ΑΝΤ1. To βιβλίο της βρήκε τον φυσικό προορισμό του: τη σαπουνόπερα.