Η σχέση τους άνθισε, σε πείσμα των περιορισμών της κάστας και της παράδοσης. Μετά τους χώρισε ένας άγριος ομαδικός βιασμός, που συγκλόνισε την Ινδία, και τον κόσμο. Ο νέος άνδρας που έχασε την κοπέλα που αγαπούσε, μίλησε στον ανταποκριτή του Independent, στο Νέο Δελχί. «Ηταν ο πιο κοντινός άνθρωπος στην καρδιά μου», είπε.
Εκείνη έλεγε στις φίλες της ότι ήταν «ο τέλειος άνδρας». Εκείνος κρατάει ακόμη το τηλέφωνό της, στη μνήμη του κινητού του. Θα καταθέσει σύντομα, στην ανάκριση, για το βράδυ που την βίασαν ομαδικά μέσα σε ένα λεωφορείο, μια επίθεση που σκότωσε την φίλη του και τραυμάτισε σοβαρά τον ίδιο.
«Δεν φεύγουν στιγμή, από το μυαλό μου, οι εικόνες από εκείνο το βράδυ», λέει ο 28χρονος, ειδικός στην τεχνολογία της πληροφορίας, για το μοιραίο βράδυ της 16ης Δεκεμβρίου.
Η σχέση του με την 23χρονη, που μόλις είχε αποφοιτήσει από το πανεπιστήμιο ήταν στενή, αλλά όχι ολοκληρωμένη. Το δικό της όνομα, και το δικό του, δεν έχουν γίνει γνωστά εξαιτίας της ινδικής νομοθεσίας, για την προστασία των θυμάτων βιασμού. Εξι κατηγορούμενοι θα εμφανιστούν στο δικαστήριο για τον ομαδικό βιασμό από τον οποίο πέθανε η κοπέλα.
Ο νεαρός και η φίλη του έμοιαζαν με πολλά σύγχρονα ζευγάρια που βγαίνουν ραντεβού. Αλλά στην πραγματικότητα τους χώριζε η κάστα και η παράδοση.
Ηταν στενοί φίλοι, έκαναν πολλές εκδρομές μαζί, μοιράζονταν τις σκέψεις και τα προβλήματά τους. Οι οικογένειές τους έμαθαν για τον δεσμό τους, και δεν επενέβησαν. Αλλά οι δυό τους ήξεραν ότι η σχέση τους θα έμενε για πάντα φιλική, και ότι δεν μπορούσαν να παντρευτούν. Εκείνος ανήκει στην υψηλή κάστα των Βραχμάνων, με πατέρα δικηγόρο και τριώροφο σπίτι, με υπηρέτες.
Οταν πήγαιναν κάπου μαζί, μοιράζονταν το δωμάτιο. Της κρατούσε το χέρι, και την έπαιρνε αγκαλιά, αλλά δεν είχαν προχωρήσει περισσότερο. «Εχω συντηρητικές ιδέες για τις σχέσεις με τις γυναίκες», λέει εκείνος. Μιλούσαν πολύ, έλεγαν αστεία, γελούσαν, έπαιζαν χαρτιά και σκάκι. Την σκεφτόταν πολύ όταν δεν την έβλεπε, λέει.
Οταν συναντήθηκαν, εκείνο το βράδυ, είχε καιρό να την δει. Είδαν μια ταινία στο εμπορικό κέντρο, και μετά πήγαν κοντά σε ένα συντριβάνι για να βγάλουν φωτογραφίες με το κινητό. Εκείνος ήθελε να μείνουν λίγο ακόμη, αλλά εκείνη βιαζόταν να γυρίσει σπίτι.
Μπήκαν μαζί στο λεωφορείο. Μετά από λίγο, τρεις τύποι τους ρώτησαν τί κάνουν μαζί μέσα στη νύχτα. Τότε κατάλαβε ότι την είχαν άσχημα. Αρχισαν να φωνάζουν βοήθεια. Εκείνη προσπάθησε να τηλεφωνήσει στην αστυνομία, αλλά ένας από τους άνδρες της άρπαξε το τηλέφωνο μέσα από τα χέρια.
Εκείνον τον χτύπησαν πολλές φορές στο κεφάλι, μέχρι που έχασε τις αισθήσεις του. Την κοπέλα την έσυραν στο πίσω μέρος του λεωφορείου. Τα φώτα είχαν σβήσει. Την άκουσε που φώναζε, αλλά τον κράταγαν οι άλλοι μακριά της. Η αστυνομία λέει ότι την βίασαν ομαδικά. Κάποια στιγμή τους άκουσε να φωνάζουν: «Πέθανε, πέθανε! ». Τους πέταξαν έξω, στην άκρη του δρόμου. Τους είχαν γδύσει και τους δύο.
Πέντε ημέρες αργότερα, την επισκέφθηκε στην εντατική σε νοσοκομείο του Νέου Δελχί. Την είχαν βιάσει και χτυπήσει με τέτοια βία, που οι γιατροί είχαν αφαιρέσει τα εντόσθιά της.
Της ζήτησε συγγνώμη, για όλα. Εκείνη του απάντησε ότι αν είχαν μείνει περισσότερη ώρα δίπλα στο συντριβάνι, στο εμπορικό κέντρο, όπως ήθελε εκείνος, θα είχαν χάσει το λεωφορείο. «Εκανε μια κίνηση, σαν να με αγκάλιαζε», λέει.
Μετά την μετέφεραν σε νοσοκομείο στην Σιγκαπούρη. Εμαθε ότι η αγαπημένη του ξεψύχησε από τις ειδήσεις στην τηλεόραση. «Θα έμενα μαζί της για όλη μου τη ζωή. Ακόμη και χωρίς την συγκατάθεση της οικογένειάς μου», λέει σήμερα.