Ηταν κάτι περισσότερο από βαρύ το κλίμα στην Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της αμερικανικής Γερουσίας την περασμένη Τρίτη. Η έγκριση του Τζον Κέρι ως νέου υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ έγινε εύκολα (94 υπέρ, 3 κατά) –ο διάδοχος της Χίλαρι Κλίντον στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ δεν είναι μόνο αγαπητός στους συναδέλφους του, είναι και βαθύς γνώστης των διεθνών πραγμάτων. Το κλίμα όμως διαμορφώθηκε από την κατάθεση του νέου υπουργού στην Επιτροπή σχετικά με την κατάσταση στον αραβικό κόσμο και στη Μέση Ανατολή και, κυρίως, από μια έκθεση κυβερνητικής υπηρεσίας για την περιοχή, ορισμένα σημεία της οποίας έχουν δημοσιοποιηθεί. Η έκθεση διαπιστώνει, μεταξύ άλλων, ότι τα νέα καθεστώτα στη Βόρεια Αφρική «δεν κόπτονται για φιλικές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και η δημοκρατία τους είναι πολύ αμφίβολο αν θα επιβιώσει».
«Η Αραβική Ανοιξη δεν έφερε τις δημοκρατικές αλλαγές που προσδοκούσαμε» ακούστηκε να λέει ο γερουσιαστής Ρίτσαρντ Μπλούμενταλ. Κάτι χειρότερο είχε δημοσιεύσει λίγες ημέρες νωρίτερα η «Wall Street Journal»: Τα καθεστώτα που επιβλήθηκαν στη Βόρεια Αφρική πολύ λίγο διαφέρουν από τα παλιά αυταρχικά, έγραψε η εφημερίδα. Και τόνισε: «Αν υπάρχει κάποια διαφορά, αυτή είναι ότι σήμερα έχουμε και ένα βαρύ επίστρωμα ισλαμισμού» στις «δημοκρατίες»(!) που ανέκυψαν στις χώρες της Νότιας Μεσογείου.
Δύο χρόνια μετά την εντυπωσιακή λαϊκή εξέγερση στην Αίγυπτο, τη σύλληψη του Χόσνι Μουμπάρακ και του στενού κύκλου των συνεργατών του και την παραπομπή τους σε δίκη –η οποία ουσιαστικά δεν άρχισε ακόμη –η Αίγυπτος βρίσκεται υπό καθεστώς εκτάκτου ανάγκης, το Κάιρο αλλά και άλλες πόλεις βρίσκονται «υπό αυστηρό στρατιωτικό κλοιό», ο αρχηγός του στρατού Αμπντούλ Φατάχ αλ Σίσι προειδοποιεί ότι η χώρα βρίσκεται στα πρόθυρα πλήρους κατάρρευσης και ο αριθμός των θυμάτων φθάνει τους 60 νεκρούς και 166 τραυματίες –ως τη νύχτα της Παρασκευής –και όλοι άμαχοι.
Οι περυσινές εκλογές έφεραν στην εξουσία τους ισλαμιστές και τον πρόεδρο Μοχάμετ Μόρσι, ο οποίος, εντελώς αυταρχικά, έδωσε στον εαυτό του όλες τις εξουσίες, νομοθετικές και εκτελεστικές, και πλήρη δικαστική ασυλία. Στα ήπια και καθυστερημένα σχόλια της Ουάσιγκτον το γραφείο του απάντησε με την «υπόμνηση» (sic) ότι ο πρόεδρος συγκέντρωσε στις εκλογές το 58% των ψήφων, σημειώνουν οι συντάκτες της έκθεσης. Είναι πράγματι γεγονός ότι η πλειοψηφία των Αιγυπτίων «ψήφισε το πολιτικό Ισλάμ και όχι τη Χάρτα των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», όπως γράφει ο δρ Τέιν Ρόζενμπαουμ.
Σχολιάζοντας με κάποια επικριτική διάθεση τη στρατηγική της Ουάσιγκτον και την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης, οι αμερικανοί συντάκτες της έκθεσης σημειώνουν ότι η κατάρρευση του καθεστώτος Καντάφι στη Λιβύη άνοιξε τον ασκό του Αιόλου και «το επαναστατικό ρεύμα ξεχύθηκε» προς Νότο (Τσαντ και Μάλι) και προς Δυσμάς (Αλγερία, Μαρόκο). Διαπιστώνουν ότι η Αλ Κάιντα «έχει εγκατασταθεί» στη Νότια, στην Ανατολική Λιβύη και στο Μάλι με προσβάσεις ως τη Νιγηρία.
Η έκθεση ετοιμάστηκε στα μέσα Δεκεμβρίου, προέβλεψε όμως ότι ήταν ζήτημα εβδομάδων η ένοπλη σύγκρουση ισλαμιστών και μετριοπαθών μουσουλμάνων. Τα γεγονότα στο Μάλι και η πρόσφατη επίθεση των σκληρών οπαδών του τζιχάντ σε κέντρο πετρελαίου της Αλγερίας, με τους ομήρους, τους δεκάδες νεκρούς και την καταστροφή των εγκαταστάσεων, τους επιβεβαίωσε. Η επέμβαση της Γαλλίας μάλλον προβλήματα θα δημιουργήσει, μολονότι οι συντάκτες της έκθεσης θα ήθελαν αμερικανική επέμβαση, και μάλιστα προτού η κατάσταση τεθεί εκτός ελέγχου.
Πολιτική αστάθεια
«Καλύτερα ο Ασαντ παρά η Αλ Κάιντα»
Κατηγορηματικά αρνητικοί σε οποιασδήποτε μορφής επέμβαση των ΗΠΑ στη Συρία είναι οι συντάκτες έκθεσης της κυβέρνησης των ΗΠΑ για τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική. Μάλιστα, στη Γερουσία πρόσωπα που διάβασαν την έκθεση λέγουν ότι μάλλον την υποστήριξη του Μπασάρ αλ Ασαντ και όχι των «εξεγερμένων» προτείνουν και τούτο επειδή οι αντίπαλοι του σύρου προέδρου είναι υπό τον έλεγχο του τζιχάντ και η επικράτησή του θα οδηγήσει τη Συρία σε μια χαώδη και εντελώς ανεξέλεγκτη κατάσταση, όπως δήλωσε ο γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκρέχαμ.
«Καλύτερα ο Ασαντ παρά η Αλ Κάιντα»
Κατηγορηματικά αρνητικοί σε οποιασδήποτε μορφής επέμβαση των ΗΠΑ στη Συρία είναι οι συντάκτες έκθεσης της κυβέρνησης των ΗΠΑ για τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική. Μάλιστα, στη Γερουσία πρόσωπα που διάβασαν την έκθεση λέγουν ότι μάλλον την υποστήριξη του Μπασάρ αλ Ασαντ και όχι των «εξεγερμένων» προτείνουν και τούτο επειδή οι αντίπαλοι του σύρου προέδρου είναι υπό τον έλεγχο του τζιχάντ και η επικράτησή του θα οδηγήσει τη Συρία σε μια χαώδη και εντελώς ανεξέλεγκτη κατάσταση, όπως δήλωσε ο γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκρέχαμ.
Η έκθεση κάνει λόγο και για πιθανότητα «ανοικτής επέμβασης» του σιιτικού Ιράν σε περίπτωση που οι ΗΠΑ ή κάποια «αραβική χώρα, είτε με, είτε δίχως την υποστήριξη των ΗΠΑ» προχωρήσει σε «ανοικτή υποστήριξη» των σουνιτών τζιχαντιστών.
Και αναφέρει δύο περιπτώσεις: την Τυνησία και την Υεμένη. Στην Τυνησία, η οποία ήταν η περισσότερο «δυτικοποιημένη» βορειοαφρικανική χώρα, το ισλαμικό κόμμα Νάχντα πλειοψήφησε τον Οκτώβριο του 2011 και έκτοτε «σταδιακά, αλλά με συγκεκριμένη κατεύθυνση» οδηγεί τη χώρα σε «απόλυτα ισλαμικό» κράτος, με επιβολή της σαρίας ενώ έχουν καταγγελθεί «ακρωτηριασμοί καταδικασθέντων κατόπιν (ισλαμο)δικαστικής απόφασης».
Στην Υεμένη ο στρατός ελέγχει την κατάσταση, μάλιστα διαθέτει και πυραύλους scud «για την απόκρουση εισβολέων». Η μια μορφή τυραννίας και αστάθειας αντικαταστάθηκε από μια άλλη.
Οι συντάκτες της έκθεσης δεν αισιοδοξούν για το Ιράκ. Κάνουν λόγο για «εμφύλιο πόλεμο» και «φατριαστικές διανομές περιοχών» που έχουν διαλύσει το κράτος, προειδοποιούν ότι αν συνεχιστεί –όπως φοβούνται –η πολιτική αστάθεια που επικρατεί στη χώρα «δεν θα υπάρχει το Ιράκ που θέλουμε» και τονίζουν ότι κερδισμένο βγαίνει το Ιράν ενώ κάνουν υπαινιγμό για αδυναμία χειρισμών στο Αφγανιστάν, όπως βεβαιώνουν πρόσωπα που διάβασαν την έκθεση.
Είναι ενδιαφέρον ότι στα στοιχεία που πρέπει να ανησυχούν την Ουάσιγκτον η έκθεση περιλαμβάνει και το Μαρόκο –τη μόνη βορειοαφρικανική χώρα όπου ο ισλαμισμός δεν έχει σημειώσει μεγάλη διείσδυση.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ