Κόνιαρος

Είναι ο χριστιανός που την περίοδο της Τουρκοκρατίας, εξαιτίας της φτώχειας του, είχε αλλαξοπιστήσει και ασπαζόταν το Ισλάµ. Το αποτέλεσµα; Ούτε οι χριστιανοί τον συµπαθούσαν, αλλά ούτε οι Τούρκοι τού είχαν εµπιστοσύνη. Γι’ αυτό οι κόνιαροι ζούσαν ζητιανεύοντας και κλέβοντας. Τι δουλειά, όµως, έχει ο Κόνιαρος στις σελίδες ενός γαστρονοµικού περιοδικού; Εχει, διότι είναι το όνοµα και µιας ποικιλίας σταφυλιού που είχε χαθεί από χρόνια. Κάποιος οινοπαραγωγός, ψάχνοντας σε ένα προπολεµικό αµπέλι, στην περιοχή της Νιγρίτας, ανακάλυψε τη χαµένη για χρόνια ποικιλία και όπως λέει: «Στείλαµε την ποικιλία στο Ινστιτούτο Αµπέλου στη Γαλλία. Διαπίστωσαν ότι είναι µη καταγεγραµµένη και χαµένη στον χρόνο». Ο Κόνιαρος µπολιάστηκε στα αµπέλια του και τώρα πλέον υπάρχει και κρασί µε αυτό το όνοµα το οποίο µάλιστα εξάγεται.

Εύζωµο

Είναι από τα πιο µοδάτα σαλατικά. Δεν είναι γνωστό, όµως, µε την αρχαία ελληνική ονοµασία του, αλλά µε την παραφθαρµένη ιταλική. Ναι, από τα αρχαία χρόνια χρησιµοποιούσαν το εύζωµο για να δίνουν αιχµηρή γεύση σε διάφορα πιάτα, όπως το «καρίδες µετά αιγείου τυρού και εύζωµον», δηλαδή γαρίδες µε γίδινο τυρί και ρόκα! Διότι το εύζωµον το ήµερον της οικογενείας των σταυρανθών στη Βοτανολογία ονοµάζεται Eruca sativa και από εκεί µας ήλθε και επιβλήθηκε στη νεοελληνική κουζίνα µε το όνοµα ρόκα, χάνοντας στο ταξίδι το e, ενώ το u µεταλλάχθηκε σε ο. Οι αρχαίοι ηµών πρόγονοι δεν το κατανάλωναν βέβαια µε παρµεζάνα, αλλά µε µαρούλι, επειδή πίστευαν στις αφροδισιακές του ιδιότητες, ενώ σήµερα προβάλλουν και άλλες αρετές του όπως το ότι αποτελεί πηγή ασβεστίου, µαγνησίου, καλίου, βιταµινών του συµπλέγµατος Β, αλλά και βιταµίνης Α, C και K. Επίσης, η τακτική κατανάλωση ρόκας διεγείρει τη γαστρεντερική οδό, βελτιώνει τον µεταβολισµό, βοηθά στη µείωση των αλάτων και χαµηλώνει τα επίπεδα της «κακής» χοληστερόλης στο αίµα. Είναι συγγενές µε το φυτό Εruca langirostra, δηλαδή την άγρια ρόκα ή αζούµατο. Ο χειµώνας είναι η κατάλληλη εποχή για να σπείρουµε το δικό µας εύζωµο που θα φυτρώσει σε λίγες ηµέρες.

Πλακωτή

Ελληνικό φαγητό που συνηθίζεται στα νησιά του Βορείου Αιγαίου. Αν είσαι κουρασµένος και δεν µπορείς να ασχοληθείς µε ιδιαίτερα µαγειρέµατα, κάνεις µια πλακωτή και ξεµπερδεύεις. Αρκεί να διαθέτεις κολοκύθια, µελιτζάνες, πατάτες, ντοµάτες, ρύζι ή πλιγούρι, κρεµµύδια, άνηθο, µαϊντανό, δυόσµο, κανέλα, µοσχοκάρυδο, µαύρη σταφίδα, λάδι, λίγη γαλέτα, σκόρδο, αλάτι και πιπέρι. Τσιγαρίζεις τα λαχανικά που τα έχεις κόψει σε πολύ λεπτές φέτες και φτιάχνεις το ρύζι µαζί µε τα κρεµµύδια, τον άνηθο, τον δυόσµο, το σκόρδο και τα υπόλοιπα µυρωδικά. Μετά τα πράγµατα είναι ακόµη πιο απλά. Βάζεις από µια στρώση πατάτες, µελιτζάνες, κολοκύθια, ντοµάτες, ρύζι και στη συνέχεια, για να επιβεβαιωθεί το όνοµα, κάνεις από πάνω το ίδιο αντίστροφα! Είναι έτοιµο σε 3 (µπορεί και 4) ώρες. Τη συνταγή έχει διασώσει ο Α. Γιώτης στο βιβλίο του «Νόστιµον Νηστίσιµον» (εκδόσεις Μοτίβο).