Ανάμεικτες εντυπώσεις άφησε ο Αλέξης Τσίπρας στο αμερικανικό ακροατήριο, σύμφωνα με την επίσημη εκτίμηση του ινστιτούτου Μπρούκινγκς της Ουάσιγκτον, εκεί που ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ στις 22 Ιανουαρίου εκφώνησε πολιτική ομιλία. Το σχετικό άρθρο- αποτίμηση έγραψε ο γενικός διευθυντής του ινστιτούτου Γουίλιαμ Ανθόλις και το συνυπέγραψε o οικονομικός αναλυτής Ντομένικο Λομπάρντι. Οπως σημειώνεται «τόσο οι αισιόδοξοι όσο και οι απαισιόδοξοι βρήκαν πολλά θετικά αλλά και αρνητικά στις δηλώσεις του». Ακολουθεί ολόκληρο το άρθρο όπως αναρτήθηκε στην επίσημη ιστοσελίδα του Ινστιτούτου.
Αναλυτικά το κείμενο:
O νέος ηγέτης της ελληνικής αντιπολίτευσης βρέθηκε στην Ουάσιγκτον αυτή [ σσ: την περασμένη ] την εβδομάδα. Ο κ. Τσίπρας έχει γίνει »παίκτης-κλειδί» της ευρω-κρίσης. Η μετεωρική του άνοδος στα γκάλοπ και η -οριακά- δεύτερη θέση που κατέλαβε στις ελληνικές εκλογές το καλοκαίρι του 2012 προκάλεσαν αναταραχές στις παγκόσμιες χρηματαγορές. Η προεκλογική του ρητορική αύξησε τις πιθανότητες μιας ελληνικής εξόδου από το κοινό νόμισμα (grexit), ενδεχόμενο που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια κατάρρευση τύπου ντόμινο του ευρώ.
Το ταξίδι του κ. Τσίπρα στην Ουάσινγκτον αποτέλεσε τη πρώτη του συνάντηση με κυβερνητικούς αξιωματούχους, μέλη του Kογκρέσου, πολιτικούς αναλυτές, ομάδες Ελληνοαμερικανών και το κοινό. [Ο κ. Τσίπρας] Έφερε μαζί του μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, που μεταφράζεται ως »Συνασπισμός της Ριζοσπαστικής Αριστεράς». Ο τίτλος προκαλεί στους Αμερικανούς αμηχανία δεδομένου ότι στις ΗΠΑ ουδέποτε υπήρξε ένα βιώσιμο σοσιαλιστικό κόμμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, απ’ τη πλευρά του, υπερφαλαγγίζει (ή μήπως «πλαγιοκοπεί»;) τους Σοσιαλιστές από τα αριστερά τους, οπότε πολλοί Αμερικανοί έχουν λόγο να είναι διπλά αμήχανοι.
Τόσο οι αισιόδοξοι όσο και οι απαισιόδοξοι βρήκαν αυτό που περίμεναν από την επίσκεψή του. Και όπως είπε ένας Αμερικανός με τον οποίο ο κ. Τσίπρας είχε κατ’ ιδίαν συνάντηση «Συμφωνήσαμε κάπου ανάμεσα στο 40 και το 60% με όσα είπε. Ας πούμε λοιπόν 50-50». Η αποτίμηση αυτή είναι σωστή.
Ο κ. Τσίπρας μετέφερε τέσσερα βασικά μηνύματα. Βρήκε ένα ακροατήριο δεκτικό ως προς τα δύο, κι ένα λιγότερο δεκτικό όσον αφορά στα υπόλοιπα δύο.
Η επιτυχία του Τσίπρα
Ο Τσίπρας επιχειρηματολόγησε επιτυχώς αναλύοντας την άποψη ότι τα μέτρα λιτότητας που έχει επιβάλλει η
Ευρώπη στην Ελλάδα δεν θα φέρουν ανάπτυξη. Στην Ουάσινγκτον πολλοί συμφωνούν. Εάν η Ευρώπη είχε ένα αλά Ομπάμα σχέδιο τόνωσης της οικονομίας και μία νομισματική πολιτική αλά Μπερνάνκι [σ.σ: ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας (FED) των ΗΠΑ, Μπεν Μπερνάνκι], η Ελλάδα δεν θα ήταν η Αχίλλειος Πτέρνα της Ευρώπης. Αντιθέτως [στην Ευρώπη] η έλλειψη νομισματικής και δημοσιονομικής στήριξης έχουν οδηγήσει σε μια συρρικνούμενη οικονομία, στην ανεργία, το φόβο και την απόγνωση για τους Έλληνες.
Στην ουσία, το πιο αποτελεσματικό επιχείρημα του κ. Τσίπρα είναι το να εστιάζει στην πολιτική βιωσιμότητα. Οι πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις πρέπει να είναι «επιλογή του ελληνικού λαού» ειδάλλως η χώρα δεν θα μπορέσει να γιατρευτεί από μόνη της, συνεπώς ανάπτυξη και θυσίες θα πρέπει να κατανεμηθούν δίκαια.
Ο ίδιος έκανε νύξη στην πρόσφατη συμφωνία για τον δημοσιονομικό γκρεμό των ΗΠΑ, που οδήγησε σε ένα ελαφρώς πιο δίκαιο φορολογικό σύστημα, στοχεύοντας στους πραγματικά πλούσιους. Και η δική του πρόταση δεν θέλει να εκμηδενίσει την υφιστάμενη συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και των ευρωπαίων δανειστών της, αλλά αντιθέτως να επαναδιαπραγματευτεί μια πιο σταδιακή προσέγγιση προς τον εξισορροπημένο προϋπολογισμό. Οι εργαζόμενοι του Δημοσίου πρέπει να συμπεριληφθούν στη συμφωνία.
Κατά δεύτερον, σε ένα πιο προσωπικό επίπεδο, ο κ. Τσίπρας προσπάθησε να καταρρίψει το στερεότυπο-καρικατούρα που έχουν διαμορφώσει την διεθνή εικόνα της ελληνικής Αριστεράς. Σε μια χώρα όπου οι αριστεροί ιστορικά θεωρούνται εμπρηστικοί, επιρρεπείς στη βία και επιθετικά αντι-Αμερικανοί, ο κ. Τσίπρας εμφανίστηκε ως πρόσχαρος, ευγενικός, πραγματιστής και πρόθυμος να ακούσει τις αμερικανικές απόψεις. Ασφαλώς έχει ισχυρές ιδεολογικές τάσεις, όμως παρουσιάστηκε ως ένας άνθρωπος που ενδιαφέρεται πραγματικά να ακούσει προτάσεις, ακόμη και κριτική. Μίλησε με θέρμη για την έκκληση για κοινωνική δικαιοσύνη του προέδρου Ομπάμα στην ομιλία της ορκωμοσίας του, ενώ παρουσιάστηκε ως η τελευταία καλύτερη ελπίδα της Ελλάδας, προκειμένου αυτή να μην πέσει στα χέρια του νεο-φασιστικού κόμματος της Χρυσής Αυγής.
Σχετικά με αυτό, πολλοί επισήμαναν και το πρόσφατο ταξίδι του στην Βραζιλία, όπου συνάντησε τον πρώην πρόεδρο Ιγκνάσιο Λούλα Ντα Σίλβα. Τη δεκαετία του 1990, ο Λούλα έγινε διάσημος όταν απαρνήθηκε την επιθετική του δημόσια εικόνα για να γίνει το φωτεινό σύμβολο μιας, ενταγμένης στον πλανήτη και ανταγωνιστικής, Βραζιλίας. Ο Τσίπρας φάνηκε να λέει προς τους Αμερικανούς, πως αν κάποια μέρα γίνει πρωθυπουργός, θα είναι ένας τέτοιος ηγέτης.
Οι ατυχίες του Τσίπρα
Ο κ. Τσίπρας έχει τον τρόπο του να πείθει όσους του ασκούν κριτική για το τρίτο βασικό του επιχείρημα, ότι δηλαδή «η ευρωζώνη χρειάζεται την Ελλάδα όσο η Ελλάδα χρειάζεται την ευρωζώνη». Έχει υποστηρίξει επανειλημμένα ότι οι δύο τελευταίες κυβερνήσεις της Ελλάδας υπέκυψαν υπερβολικά εύκολα στις πιέσεις των βορειοευρωπαίων στο να δεχτούν μέτρα λιτότητας με αντάλλαγμα κάθε φορά τη διάσωσή τους. Κάποιοι εξακολουθούν να φοβούνται μια μετάδοση της κρίσης από μια ενδεχόμενη ελληνική έξοδο. Παίζοντας τόσο γενναία τα «παιχνίδι του κοτόπουλου» με τους βορειοευρωπαίους, ο Τσίπρας καταφέρνει να τους κρατάει ξάγρυπνους μες τη νύχτα.
Πολλοί άλλοι, ωστόσο, πλέον πιστεύουν ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και οι υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης έχουν λάβει τα μέτρα τους ώστε να αντιμετωπίσουν τον αντίκτυπο μιας ελληνικής χρεοκοπίας και μιας επιστροφής στη δραχμή. Το μεγαλύτερο μέρος του χρέους της, η Ελλάδα το οφείλει στην Ε.Ε., την Ε.Κ.Τ. και το Δ.Ν.Τ. – όχι σε ιδιώτες. Αυτό σημαίνει ότι η «μετάδοση» της χρεοκοπίας είναι λιγότερο τρομακτική και υπό έλεγχο στο μεγαλύτερο βαθμό.
Κατά ειρωνικό τρόπο, ο ίδιος ο κ. Τσίπρας φάνηκε λίγο αμήχανος όταν του εξέθεσαν την πιθανότητα να φύγει η Ελλάδα από την ευρωζώνη, γιατί αν συνέβαινε αυτό, τότε ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ θα έχανε το μεγαλύτερο διαπραγματευτικό πλεονέκτημά του.
Τέλος, ο κ. Τσίπρας δεν κατάφερε να πείσει το ακροατήριό του ως προς το τέταρτο σημείο: ότι έχει ένα θετικό όραμα για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Είτε η Ελλάδα φύγει από το ευρώ, είτε επιστρέψει στη δραχμή, θα χρειαστούν μεγάλες αλλαγές στην οικονομία της προκειμένου να προσελκύσει ξένες επενδύσεις και να δώσει ώθηση στις εξαγωγές της.
Ο κ. Τσίπρας απέφυγε να εμπλακεί σε μία συγκεκριμένη συζήτηση για το τί θα ήταν αυτό που θα έκανε την ελληνική οικονομία πιο ανταγωνιστική. Απέρριψε την ιδέα ότι «η Ελλάδα ήταν η τελευταία κομμουνιστική οικονομία της Ευρώπης», λέγοντας ότι οι ιδιωτικοποιήσεις δεν έγιναν, επειδή στην ουσία δεν υπήρχε τίποτε να ιδιωτικοποιηθεί.
Επίσης, είπε ότι η έμφαση στην απελευθέρωση συγκεκριμένων επαγγελμάτων (φαρμακεία και κομμωτήρια) δόθηκε ώστε να αποσπαστεί η προσοχή από τη συνενοχή των ολιγαρχών της Ελλάδας στο έγκλημα και τη διαφθορά. Πολλή συζήτηση έγινε από τον ίδιο και το κόμμα του για την στοχοποίηση των «βαρόνων της κλοπής» και την «αναδιανομή του πλούτου». Αν και πολλοί Αμερικανοί θα ήταν διατεθειμένοι να υποστηρίξουν μια πιο δίκαιη φορολόγηση και την φυλάκιση για τους πραγματικούς εγκληματίες, μια απλή «αναδιανομή για την αναδιανομή» είναι πιθανό να φοβίσει πολλούς ξένους επενδυτές.
Τα καλά νέα εδώ είναι ότι ο κ. Τσίπρας αναφέρθηκε αρκετές φορές στην ανάγκη προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, ενώ ήταν ιδιαίτερα πρόθυμος να συναντηθεί με επενδυτές. Επίσης έκανε νύξη ως προς την ανάπτυξη στρατηγικών για βιομηχανίες – κλειδιά όπως ο τουρισμός, οι αγροτικές εξαγωγές ή η ενέργεια. Ωστόσο, οι λεπτομέρειες αυτών αυτών των στρατηγικών πρέπει να μελετηθούν καλά.
Σε αυτό το πλαίσιο, πολλοί ανησυχούν αρκετά σχετικά με την πολιτική στρατηγική του [Τσίπρα] τις ερχόμενες εβδομάδες και μήνες. Η κατάσταση στην Ελλάδα έχει αρχίσει να ηρεμεί και η χώρα ετοιμάζεται για την κρίσιμη τουριστική της περίοδο.
Όταν ρώτησα τον κ. Τσίπρα αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποφύγει τις απεργίες, που ζημιώνουν την εικόνα της Ελλάδας διεθνώς, εκείνος απάντησε ότι κάθε κοινωνία έχει τον δικό της τρόπο να κάνει πολιτική. «Η πολιτική δεν είναι τσάι και μπισκότα», μου απάντησε.
Ασφαλώς και υπάρχει δυνατότητα έκφρασης μιας διαφωνίας. Ωστόσο, το να επιτρέπει κανείς σε μια μειονότητα Ελλήνων να «σβήνουν» κάθε τόσο την οικονομική δραστηριότητα, δεν είναι ακριβώς η Δημοκρατία που οραματίστηκε ο Αριστοτέλης, δηλαδή «η τέχνη του να άρχεις και να άρχεσαι».
Αυτήν [σσ: την περασμένη] την εβδομάδα στην Αθήνα υπήρχε ένας απόηχος της σκοτεινής πλευράς των δημοσίων υπαλλήλων. Ο επικεφαλής των απεργών εργαζομένων του αθηναϊκού Μετρό ρωτήθηκε αν το συνδικάτο του θα ακολουθούσε τις εντολές να επιστρέψει στην εργασία ή να υποστεί απολύσεις. «Πάνω από το πτώμα μου», απάντησε. Πράγματι, η πολιτική δεν είναι τσάι και μπισκότα.
Στους επόμενους μήνες ο κ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχουν πολλές ευκαιρίες να αποδείξουν ότι ο, κατ’ αυτούς, ορισμός των «ριζοσπαστικών μεθόδων» δεν είναι «να παραλύσει όλη η Ελλάδα μόνο και μόνο για να κερδίσουν την εξουσία».
Αν, από την άλλη πλευρά, μπορέσουν να βρουν έναν τρόπο για να σχεδιάσουν κάποιο θετικό όραμα και έναν εύλογο ρόλο στην ευρωζώνη, τότε το ποτήρι του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να γίνει κάτι παραπάνω από μισογεμάτο.