Στο συμπέρασμα ότι η έκδοση ευρω-ομολόγων θα οδηγήσει μακροπρόθεσμα στη μείωση του κόστους δανεισμού όχι μόνο για τις χώρες του Νότου, αλλά και για τα κράτη με υψηλή πιστοληπτική ικανότητα, καταλήγει μελέτη που δημοσιεύεται στο 37ο οικονομικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος.
Οι εκτιμήσεις που διατυπώνονται καταρρίπτουν το επιχείρημα όσων τάσσονται κατά της από κοινού έκδοσης ομολόγων από τα κράτη μέλη της ευρωζώνης ότι θα οδηγήσει σε επιβαρύνσεις των φορολογουμένων των ισχυρότερων οικονομιών της Γηραιάς Ηπείρου.
Το άρθρο του κ. Πέτρου Μηγιάκη με τίτλο «Επισκόπηση των προτάσεων για κοινές ομολογιακές εκδόσεις από τα κράτη-μέλη της ζώνης του ευρώ υπό μακροχρόνια οπτική γωνία» εξετάζει τις προτάσεις για από κοινού έκδοση ομολόγων από τα κράτη-μέλη της ζώνης του ευρώ, με σκοπό την ανάδειξη του ευρύτερου πλαισίου των προτάσεων και την προσέγγιση των συνεπειών μιας ενδεχόμενης σχετικής απόφασης.
Σύμφωνα με την περίληψή του, η ανάλυση των επιπτώσεων διεξάγεται υπό μακροχρόνια οπτική γωνία, ώστε τα συμπεράσματα της ανάλυσης σχετικά με τις επιπτώσεις ενδεχόμενης απόφασης για από κοινού έκδοση ομολόγων να μην επηρεάζονται από τις τρέχουσες οικονομικές και χρηματοοικονομικές συνθήκες.
Σε αυτή την κατεύθυνση, η επισκόπηση των προτάσεων για κοινό δανεισμό των κρατών-μελών διεξάγεται και υπό το πρίσμα παλαιότερων προτάσεων σχετικά με το σχεδιασμό της οικονομικής ενοποίησης της Ευρώπης, με συνιστώσες τη δημοσιονομική και τη νομισματική ενοποίηση.
Σε αυτά τα πλαίσια, αναμένεται ότι ενδεχόμενη απόφαση για από κοινού έκδοση ομολόγων από τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης θα οδηγήσει σε «αλλαγή καθεστώτος» (regime shift) όσον αφορά τη διαδικασία προσδιορισμού των απαιτούμενων από τους επενδυτές αποδόσεων, με αποτέλεσμα οι τελικές αποδόσεις να είναι χαμηλότερες από τις εκτιμώμενες.
«Η προσέγγισή μας βασίζεται στα αποτελέσματα αναλύσεων σχετικών με την αποτίμηση των υφιστάμενων κρατικών ομολογιακών εκδόσεων, οι οποίες υποδεικνύουν την ύπαρξη επιδράσεων συμπεριφορικών παραγόντων στη διαμόρφωση των προσδοκιών» τονίζει ο κ. Μηγιάκης.
Σύμφωνα με τον ίδιο, υπό αυτή την οπτική γωνία, η ενδεχόμενη απόφαση για από κοινού έκδοση ομολόγων στην ευρωζώνη εκτιμάται ότι θα ενίσχυε την επενδυτική εμπιστοσύνη και την ομοιογένεια των μακροοικονομικών παραμέτρων αποτίμησης των κρατικών ομολόγων.
Κατά συνέπεια, το κόστος έκδοσης, ακόμη και για τα ομόλογα των κρατών-μελών με χαμηλές αποδόσεις, θα ήταν σημαντικά μειωμένο σε σύγκριση με το επί του παρόντος αναμενόμενο.
Το μέλλον της Ευρώπη
Στο ίδιο άρθρο σημειώνεται ότι χρησιμότερη της εξαγωγής συμπερασμάτων από την βιβλιογραφία που χρησιμοποιείται, η οποία εν πολλοίς βασίζεται στην αντιληπτική διαδικασία κάθε αναγνώστη χωριστά, είναι η επισήμανση ορισμένων πιο γενικών, αλλά σχετικών, θέσεων οι οποίες είναι δυνατόν να αντληθούν από τη βιβλιογραφία.
Ο Mundell (2002) εξέφρασε την άποψη ότι η Ευρώπη έχει διανύσει το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας της ως μία οικονομικά ενοποιημένη περιοχή.
Μάλιστα, αναφέρει ότι ο κατακερματισμός της οικονομικής δραστηριότητας ήταν αποτέλεσμα μη δημοκρατικών καθεστώτων τα οποία κυριάρχησαν στη δυτική Ευρώπη και κυρίως κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα.
Τέλος, ο κ. Μηγιάκης τονίζει ότι στην έκθεση της ομάδας εργασίας των τότε Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων υπό τον τίτλο «Economic and Monetary Union 1980″ υπήρχε η επισήμανση της έκθεσης ότι «[…] η καλή διάθεση η οποία, αρχικά, διαμορφώνεται για αυτή [σ.σ. την ιδέα της ενωμένης Ευρώπης], ακολουθείται από σκεπτικισμό, εξαιτίας της έλλειψης πολιτικής δέσμευσης εκ μέρους των πολιτικών ηγετών».
Ο κ. Μηγιάκης σημειώνει ότι θα μπορούσε κάποιος να προσθέσει ότι ο σκεπτικισμός αυτός έχει, μέχρι σήμερα, αντιμετωπιστεί στο πλαίσιο μίας άλλης αρχής η οποία διέπει το ευρωπαϊκό εγχείρημα και η οποία συνοψίζεται στην ακόλουθη φράση από τη διακήρυξη του Schuman:
«Η Ευρώπη δεν θα δημιουργηθεί σε μία στιγμή ή σύμφωνα με ένα μοναδικό σχέδιο. Θα οικοδομηθεί μέσα από απτά επιτεύγματα τα οποία θα δημιουργούν, αρχικά, αλληλεγγύη στην
Πράξη».