Το Τσερνόμπιλ, τόπος τέλεσης μιας εκ των μεγαλύτερων περιβαλλοντικών καταστροφών του 20ου αιώνα, πλέον αποτελεί το μεγαλύτερο καταφύγιο άγριας ζωής σε όλη την Ευρώπη. Μόνο που το περιβάλλον είναι τόσο μολυσμένο από τη ραδιενέργεια, που και τα ζώα που κατοικούν εκεί είναι εκτεθειμένα σε τεράστιο κίνδυνο και συχνά άρρωστα, ακόμη κι αν φαίνονται υγιή.
Αυτό ισχυρίζεται ένα νέο βιβλίο με τίτλο «Μια Φυσική Ιστορία του Τσερνόμπιλ» της αμερικανίδας δημοσιογράφου κι ερευνήτριας Μέρι Μίτσιο που υποστηρίζει πως η έλλειψη ανθρωπίνων δραστηριοτήτων έχει βοηθήσει αρκετούς έμβιους οργανισμούς όχι μόνο να αναπτυχθούν και να πολλαπλασιαστούν, αλλά και να ζουν σε ανατριχιαστική προσωρινή «αρμονία» με το περιβάλλον.
Στο πλευρό της συντάσσεται κι ο δόκτωρ Σεργκέι Γκάστσακ από το Κέντρο Τσερνομπίλ στην Ουκρανία, ο οποίος εδώ και πολλά χρόνια φωτογραφίζει -είτε μόνος του, είτε με τη βοήθεια φωτογραφικών μηχανών-παγίδων που έχει στήσει σε διάφορα σημεία του δασούς γύρω από το εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο- την τοπική πανίδα.
Οι φωτογραφίες του γιατρού, ο οποίος τραβάει με τη κάμερά του από το 1995, δίνουν στον θεατή μια γεύση από τις δραστηριότητες πολλών ειδών ζώων μέσα στην «Ζώνη», όπως αποκαλείται η περιοχή ανάμεσα στην Ουκρανία και τη Λευκορωσία που είναι πλέον κλειστή για ανθρώπινη κατοίκηση, μετά το χειρότερο πυρηνικό ατύχημα στην ιστορία της ανθρωπότητας, τον Απρίλιο του 1986 στο εργοστάσιο του Τσερνόμπιλ.
Μπορεί λοιπόν πάνω από 300.000 άνθρωποι να αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την περιοχή λόγω της ραδιενέργειας και περίπου έξι εκατομμύρια άλλοι να επλήγησαν, όμως τα ζώα που έμειναν στον μολυσμένο αυτό βιότοπο, όχι μόνο προσαρμόστηκαν καλύτερα απ’ τους ανθρώπους, αλλά επίσης πολλαπλασιάστηκαν.
Προ ετών μία επιστημονική μελέτη του καθηγητή Τίμοθι Μούσο από το πανεπιστήμιο της Νότιας Καρολίνας και του δόκτορα Άντερς Μέλερ από το πανεπιστήμιο Paris-Sud υποστήριζε πως η ακτινοβολία που διέρρευσε από τον πυρηνικό αντιδραστήρα του Τσέρνομπιλ επηρέαζε τη ζωή των έμβιων οργανισμών που ζουν στην περιοχή, καθώς είχε παρατηρηθεί μείωση του αριθμού των πουλιών, των αραχνών, των μελισσών, των πεταλούδων και άλλων οργανισμών.
Ωστόσο, ο δρ. Γκάστσακ διαφωνεί. «Ολη η άγρια ζωή εμφανίστηκε και αναπτύχθηκε υπό την επίδραση της ακτινοβολίας, συνεπώς εξελίχτηκαν σε αυτούς τους οργανισμούς μηχανισμοί αντίστασης και ανάκαμψης, ώστε να επιβιώσουν σε αυτές τις συνθήκες. Μετά το ατύχημα, η επίπτωση της ακτινοβολίας ξεπέρασε τις ικανότητες των οργανισμών, αλλά μετά από δέκα χρόνια η ακτινοβολία υποχώρησε κατά 100 έως 1.000 φορές» λέει.