Είναι ο Αρης, το αγόρι εκείνο που έκανε την καρδιά της Μαριέττας Φαφούτη να χτυπήσει δυνατά; Είναι η μπρεχτική «Αγία Ιωάννα των Σφαγείων», η παράσταση του Νίκου Μαστοράκη που ενθουσίασε τη Λένα Κιτσοπούλου; Είναι ένα καρέ από τη σκοτεινή ρομαντική κομεντί «Trust» του Χαλ Χάρτλεϊ που έχει αιχμαλωτίσει στο κινητό του ο Γιώργος Ζώης; Είναι τα πειρατικά τραγούδια που εντελώς τυχαία άκουσε στο ραδιόφωνο ο Θωμάς Μοσχόπουλος προτού ανεβάσει στο Μέγαρο Μουσικής το «Νησί των θησαυρών»; Είναι ο Αρχίλοχος στη βιβλιοθήκη της Φοίβης Γιαννίση και η ρήση του «Ο ποιητής είναι ένα τζιτζίκι» που διάβασε προτού εγκαταστήσει το «Τέττιξ» στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης; Είναι η ανάγκη της Φιλαρέτης Κομνηνού να παρηγορεί, όπως λέει, τους απαρηγόρητους συμπολίτες της; Είναι, τέλος, το τελευταίο έργο του Γιώργου Χατζημιχάλη που, όπως συνήθως συμβαίνει, γεννάει το επόμενο; ΄Η μήπως το αποτέλεσμα ενός κοπιώδους αγώνα να ακυρωθεί η προσωρινότητα της ζωής κατά τον Θανάση Βαλτινό;
Ολα τα παραπάνω θα μπορούσαν να βαφτιστούν «έμπνευση» ή να ονομαστούν ίσως τα ελατήρια της δημιουργίας που ενώνει όλους τους παραπάνω –τόσο διαφορετικούς μεταξύ τους –ανθρώπους, οι οποίοι αποτελούν πρόσωπα που συζητιούνται στο σημερινό πολιτιστικό γίγνεσθαι. Μέσα στην ιδιαίτερη συγκυρία της εποχής, οι έλληνες καλλιτέχνες, όπως μουσικοί, συγγραφείς, θεατρικοί σκηνοθέτες, κινηματογραφιστές, εικαστικοί, ποιητές, ηθοποιοί και άλλοι, εξακολουθούν να παράγουν σαν να προσπαθούν με μανία να ακυρώσουν τη θλιβερή καθημερινότητα. Αλήθεια, τι είναι αυτό που τους εμπνέει σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς;
«Αυτό είναι μια δύσκολη ερώτηση» απαντά ο 48χρονος γνωστός θεατρικός σκηνοθέτης Θωμάς Μοσχόπουλος, ο οποίος εφέτος κάνει ένα τριπλό χτύπημα επί σκηνής με το «Νησί των θησαυρών», τη «Μικρή γοργόνα» και το «Mistero Buffo». Ο ίδιος δεν θα μπορούσε να δώσει σαφή απάντηση στο τι τον εμπνέει και τι είναι έμπνευση. Είναι ένα θέμα ωστόσο που, όπως λέει, τον βασανίζει συχνά, και συγκεκριμένα ανά τρεις-έξι μήνες τον χρόνο που συνήθως ανεβάζει μια παράσταση. Το μόνο που μπορεί να πει με σιγουριά πάντως είναι ότι δίχως τους συνεργάτες του δεν θα τολμούσε να υποστηρίξει κανένα εγχείρημα από τα παραπάνω. Ισως λοιπόν από αυτούς να αντλεί την έμπνευση…
Και τι ρόλο πιστεύει ότι έχει η έμπνευση σε σχέση με την οικονομική και την κοινωνική κρίση; «Αυτό που ξέρω είναι ότι οι καλές οικονομικές συνθήκες ποτέ δεν δημιουργούσαν έμπνευση. Τα χρήματα δεν προκαλούν τον ενθουσιασμό, κι ο ενθουσιασμός που μπορεί να συνεπάγεται παραγωγή έχει να κάνει με κάτι πνευματικό. Να, σχετικά με το Μέγαρο Μουσικής, από τότε που άκουσα κάποια πειρατικά τραγούδια κι αποφάσισα να κάνω αυτή την παράσταση μέχρι σήμερα τα δεδομένα άλλαξαν πολλές φορές. Ακόμα όμως κι όταν δεν υπήρχε πλαίσιο, αναγκαστήκαμε να το δημιουργήσουμε εμείς. Κι αυτό δεν προϋποθέτει κάποιου είδους έμπνευση;».
«Η έμπνευση για μένα είναι περισσότερο μια σωματική διαδικασία παρά μια πνευματική διεργασία» είναι η άποψη του 30χρονου Γιώργου Ζώη, του μόνου έλληνα σκηνοθέτη έργο του οποίου, οι «Τίτλοι τέλους», παρουσιάστηκε εφέτος στο 69ο Φεστιβάλ Βενετίας. «Οποια εικόνα ή ιστορία με κάνει να ιδρώσω, να αφυδατωθώ, να τρέμω, να καυλώσω, να πνιγώ, αυτή είναι που κρατάω. Η πραγματικότητα, με κρίση ή χωρίς, δεν αποτελεί τροχοπέδη, αντίθετα για μένα είναι ένας μεγάλος τροφοδότης» μας λέει.
Ο ίδιος τελευταία εμπνέεται από μεμονωμένα καρέ, που «κάνει capture», όπως λέει, από κινηματογραφικές ταινίες. Ποιες είναι αυτές; Το σκοτεινό «Trust» (1990) του Χαλ Χάρτλεϊ, το βραβευμένο στις Κάννες «L’humanite» (1999) του Μπρούνο Ντιμόν και η βασισμένη σε γκέι ρομάντζο «Τροπική ασθένεια» (2004) του Ταϊλανδού Απιτσατπόνγκ Ουερασεθακούλ.
Αν λάβει κανείς υπ’ όψιν πόσες φορές η 48χρονη ποιήτρια και καθηγήτρια Αρχιτεκτονικής Φοίβη Γιαννίση αναφέρεται στον «Φαίδρο» στην πολυμεσική εγκατάστασή της «Τέττιξ» στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, τότε δεν έχει καμία αμφιβολία πως ανάμεσα σε ό,τι την έχει εμπνεύσει ξεχωριστή θέση έχει ο πλατωνικός διάλογος. Η ίδια μάλιστα επισημαίνει ότι ο έλληνας φιλόσοφος ταυτίζει την ποιητική με την ερωτική ώρα. «Ο Πλάτωνας αναφέρει ότι η ψυχή του ποιητή με την ψυχή του ερωτευμένου βρίσκονται σε παρόμοια κατάσταση: βγάζουν φτερά» μας λέει. Η ίδια μιλάει επίσης για την αρχική σημασία της λέξης «έμπνευση» από τον όρο «πνοή», μια πνοή που εισέρχεται στο σώμα και που σήμερα έχει πάρει πιο πεζή διάσταση κατά την άποψή της, γιατί έχει χάσει την καθαρά σωματική της διάσταση, και για τον Αρχίλοχο που την οδήγησε στο τζιτζίκι συσχετίζοντάς το με τον ποιητή.
Στο ότι ο όρος δεν έχει την ίδια χρήση που είχε στο παρελθόν φαίνεται να συμφωνεί και ο 59χρονος εικαστικός Γιώργος Χατζημιχάλης, η έκθεση του οποίου «Ενα βιβλίο – 66 φωτογραφίες από το αρχείο» ολοκληρώθηκε πρόσφατα στο βιβλιοπωλείο του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης. «Η έμπνευση είναι περισσότερο μια έννοια του ρομαντισμού του 19ου αιώνα και λιγότερο κάτι πρακτικό» μας λέει. «Σήμερα θεωρώ ότι σαν όρος περιττεύει. Το θέμα είναι τι κάνουμε και πώς το κάνουμε. Εγώ, για παράδειγμα, σκέφτομαι τι θα κάνω, αποφασίζω τον τρόπο και το κάνω. Αυτό που θα μπορούσα να πω ότι οδηγεί σε μια νέα δημιουργία είναι η… προηγούμενη δημιουργία. Τα δύο έργα γεννούν τέσσερα, αυτά με τη σειρά τους οκτώ και ούτω καθεξής. Αν, ας πούμε, δεν δουλέψω για δύο μήνες, είναι δύσκολο να ξαναβρώ τον ρυθμό μου. Γι’ αυτό και μέσα σ’ αυτό το κλίμα που, κατά τη γνώμη μου, είναι αποπνικτικό, μέσα σ’ αυτή την εθνική, πολιτική και οικονομική κρίση σηκώνω τα μανίκια και προσπαθώ να δουλέψω όσο πιο συγκροτημένα μπορώ».
«Η έμπνευση είναι ένα είδος σωματικής εισπνοής που φέρνει το αποτέλεσμα, την εκπνοή. Η εισπνοή έχει να κάνει με την εισαγωγή του «έξω» στο σώμα του ποιητή και η αντίδρασή του, η ποίηση, είναι η εκπνοή, η σωματική και νοητική ανάδραση μέσω της μνήμης πραγμάτων και στιγμών που κανείς αγαπά και έχει βιώσει» καταλήγει η Φοίβη Γιαννίση. «Και δεν νομίζω ότι έχει να κάνει με την κρίση. Εχει να κάνει με το πόσο ανοιχτός και διαθέσιμος είναι κανείς να ανταποκριθεί στο κάθε ερέθισμα».
«Το θέμα δεν είναι από πού αντλούμε αλλά από πού οφείλουμε να αντλήσουμε έμπνευση» είναι η διάσταση που δίνει η ηθοποιός Φιλαρέτη Κομνηνού, η οποία παίζει εναλλασσόμενα με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη στην παράσταση «Κίεβο» στο Θέατρο Επί Κολωνώ. «Οταν η καθημερινότητα πυροδοτείται διαρκώς από εκτροπές, οι καλλιτέχνες οφείλουν να κάνουν τέχνη πιο αιχμηρή και να εγκαταλείψουν τους καλλιτεχνικούς «οντάδες» που κοίμιζαν τις ματαιοδοξίες και τους ναρκισσισμούς τους. Αλλά επειδή την έμπνευση δεν την επιβάλλεις –είναι ο προσωπικός κόσμος του καλλιτέχνη που την προκαλεί -, τουλάχιστον ας ασκήσουμε τη συγκίνησή μας την καλλιτεχνική μέσα στο αυθεντικό και το αληθινό, ακόμα κι όταν λειτουργεί η τέχνη σαν παρηγοριά».
Για την 32χρονη συνθέτρια και ερμηνεύτρια Μαριέττα Φαφούτη, με τους δύο ποπ δίσκους της να σημειώνουν επιτυχία, η έμπνευση έρχεται από το… πουθενά. «Ο,τι κι αν κάνω, συνέχεια παράγω μουσική» μας λέει γελώντας για αυτή την ιδιαιτερότητά της. «Στο κινητό μου θα δείτε γραμμένες μελωδίες με τίτλους «Σκάλα 1», «Σκάλα 2» και άλλα περίεργα. Ανεβαίνω μια σκάλα και… σκάει η μελωδία. Τις ηχογραφώ όλες για να μη τις χάσω και τις περνάω μετά με την ησυχία μου στον υπολογιστή για επεξεργασία. Ναι, το τραγούδι «Homemade Joy» ήρθε από τον Αρη, έναν μεγάλο έρωτα, αλλά αν δεν προέκυπτε αυτό το κομμάτι θα έβγαινε κάτι άλλο». Η ίδια ισχυρίζεται ότι ποτέ δεν θα ήθελε να εκμεταλλευθεί την κρίση για να κάνει ένα hit. Αλήθεια, ποιοι είναι οι καλλιτέχνες που έχουν περίοπτη θέση στη δισκοθήκη της; «Στο σπίτι ποτέ δεν υπήρχε λογοκρισία. Τους ακούγαμε όλους. Αλλά τώρα που το σκέφτομαι, εκείνοι που με έχουν επηρεάσει περισσότερο είναι η Πωλίνα, ο Πασχάλης, ο Μιχάλης Ρακιντζής και η Αλέξια των 80s. Το θυμάστε; «Τα κορίτσια ξενυχτάνε»…».
«Σαφώς με εμπνέουν ένα ηλιοβασίλεμα, μια ωραία γυναίκα, ακόμα και μια άσχημη στιγμή στον δρόμο» μας λέει ο 80χρονος συγγραφέας Θανάσης Βαλτινός που απέσπασε το Μεγάλο Βραβείο των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας 2012. «Βασική πηγή έμπνευσης ωστόσο παραμένει η ίδια η ζωή και η ομορφιά της ως ακύρωση του θανάτου. Ο άνθρωπος το πετυχαίνει αυτό είτε μέσα από τον έρωτα, είτε μέσα από τη θρησκεία, είτε μέσα από τη δημιουργία. Αυτό είναι το ελατήριο: το κυνήγι της ομορφιάς που ακυρώνει την προσωρινότητα του ανθρώπου. Συλλαμβάνω τον εαυτό μου διαρκώς σε κατάσταση δημιουργίας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι γράφω συνέχεια» μας λέει, σημειώνοντας ότι στην περίοδο της κρίσης η αναζήτηση της δημιουργίας είναι πιο έντονη, αφού σε εποχές ευμάρειας «συνήθως διασκεδάζουμε κι ανοητεύουμε…».
Με τις απόψεις του δείχνει να συμφωνεί και η 42χρονη ηθοποιός, σκηνοθέτρια και θεατρική συγγραφέας Λένα Κιτσοπούλου, η οποία πέρυσι βρέθηκε στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος με την πολυσυζητημένη θεατρική παράσταση «Αθανάσιος Διάκος» που σκηνοθέτησε. «Κανείς αντλεί έμπνευση από την ίδια την ανθρώπινη φύση, τις αντιφάσεις, τον θάνατο, το θαύμα –ή την κατάρα, αν θέλετε –που λέγεται ανθρώπινη ζωή». Η ίδια επιστρέφει συχνά σε κλασικά κείμενα των Παπαδιαμάντη, Καβάφη, στον Σαίξπηρ, στον Ντοστογέφσκι και στους αρχαίους που βρίσκονται στη βιβλιοθήκη της, για να αντλήσει, αλλά πάντα ψάχνει να ανακαλύψει και ό,τι καινούργιο γεννιέται. Ολα μπορούν να την εμπνεύσουν: «Ενας σοφός άνθρωπος, μια σκηνή στον δρόμο, ένας ωραίος καλλιτέχνης και μια ωραία παράσταση όπως η «Αγία Ιωάννα των Σφαγείων» του Μπρεχτ, σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη, που πρόσφατα είδα και με ενθουσίασε».
«Η έμπνευση είναι μια κατάκτηση. Είναι μια κοπιώδης διαδικασία» διευκρινίζει ο Θανάσης Βαλτινός. «Δεν έρχεται, όπως ίσως νομίζουν κάποιοι, ως επιφοίτηση εξ ουρανού. Πολλές εμπνεύσεις έχουν πίσω τους απίθανο χαμαλίκι. Διανοητικό και ψυχολογικό».
Για τη Λένα Κιτσοπούλου, η οποία είναι ένας πολύ παρατηρητικός άνθρωπος που αφουγκράζεται την εποχή του, η κρίση και το ότι προκαλεί καταστάσεις βίας και τρέλας επίσης την ενδιαφέρει ιδιαίτερα. «Βρίσκω ενδιαφέρουσες αυτές τις καταστάσεις που κάνουν ανάγλυφη την ανθρώπινη αρρώστια όταν κάποιοι χάνουν τη δουλειά ή τα λεφτά τους. Και ναι, με εμπνέουν. Δεν θα έλεγα ότι μ’ αρέσει, αλλά σαφώς η περίοδος της κρίσης αποτελεί για μένα μεγάλη πηγή έμπνευσης».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ