Ακριβώς δύο χρόνια συμπληρώνονται σήμερα Παρασκευή από την ημέρα που ξεκίνησε η εξέγερση των Αιγύπτιων που «εκθρόνισε» τελικά τον Χόσνι Μουμπάρακ από το ανώτατο αξίωμα της Αιγύπτου. Ομως, η χώρα απέχει πολύ από το να ζει την αναγέννησή της, πολλά πράγματα είναι χειρότερα από ό,τι πριν.

Ο τουρισμός, τόσο ζωτικός για την αιγυπτιακή οικονομία μοιάζει να έχει πληγεί ανεπανόρθωτα. Δύο χρόνια πολιτικών αναταραχών, μετά την πτώση του Μουμπάρακ και με την πλατεία Ταχρίρ να συνεχίζει να αποτελεί σκηνικό διαδηλώσεων και συγκρούσεων, η οικονομία μοιάζει να βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση. Μετά την ευφορία της επανάστασης, οι Αιγύπτιοι βρέθηκαν απογοητευμένοι από τους ισλαμιστές που ψήφισαν και περιμένουν μάλλον μάταια τις ζωές τους να καλυτερεύσουν: κατηγορούν τον πρόεδρο Μοχάμεντ Μόρσι ότι απέτυχε να εκπληρώσει τους στόχους της επανάστασης: ψωμί, ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη. Και φυσικά υπάρχει και το ζήτημα της πραγματικής δικαιοσύνης: κατά την εξέγερση περισσότερα από 800 άτομα σκοτώθηκαν από τις δυνάμεις ασφαλείας του καθεστώτος, όμως κανείς δεν οδηγηθεί στη δικαιοσύνη ακόμη για αυτό.
Ο ίδιος ο πρώην πρόεδρος καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη επειδή διέταξε τις δολοφονίες, όμως περισσότερα από 700 εκατ. δολάρια σε ελβετικούς λογαριασμούς που συνδέονται με άτομα του περιβάλλοντός του δεν έχουν ακόμη επιστραφεί στο Κάιρο. Οι γιοι του που αντιμετωπίζουν κατηγορίες για διαφθορά, γλίτωσαν τις διώξεις διότι τα εγκλήματα για τα οποία κατηγορούνται έχουν παραγραφεί πια –και η λίστα συνεχίζεται.
Την εβδομάδα που πέρασε η Διεθνής Αμνηστία καταδίκασε την αδράνεια της αιγυπτιακής δικαιοσύνης τονίζοντας ότι «εξασφαλίζοντας ότι οι δράστες παραμένουν ατιμώρητοι, ο πρόεδρος Μόρσι κάνει ελάχιστα να αποστασιοποιηθεί από δεκαετίες κατάχρησης εξουσίας».

Οι απλοί Αιγύπτιοι διαμαρτύρονται ότι ήθελαν να ξεφορτωθούν τον Μουμπάρακ επειδή δεν έκανε και πολλά για τους φτωχούς πολίτες, όμως ούτε και ο Μόρσι φαίνεται να κάνει και πολλά για αυτό. Ο Μόρσι, υποψήφιος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στις προεδρικές εκλογές του περασμένου Ιουνίου, πυροδότησε νέο κύμα επεισοδίων τον περασμένο Νοέμβριο όταν παραχώρησε στον εαυτό του εξουσίες που εξασφάλιζαν το πέρασμα σε ένα πρόχειρο Σύνταγμα. Αν και υποχώρησε σύντομα, κατάφερε να βάλει σε δημοψήφισμα ένα αμφιλεγόμενο έγγραφο που συντάχθηκε από ένα κοινοβούλιο με πλειοψηφία ισλαμιστών. Το σύνταγμα δέχτηκε έντονη κριτική για την αποτυχία του να παραχωρήσει θεμελιώδεις ελευθερίες και για την έλλειψη ευρείας στήριξης από την πολιτική ελίτ της Αιγύπτου που θα μπορούσε να εξασφαλίσει συναίνεση: αόριστες είναι οι θέσεις του συντάγματος για τα δικαιώματα των γυναικών, των παιδιών, αλλά και των Κοπτών. Οδηγώντας ‘έτσι την κοινωνία σε περαιτέρω πόλωση.
Οι πράξεις του προέδρου οδήγησαν πολλούς να χαρακτηρίσουν τον Μόρσι «νέο Φαραώ». Ομως, εξαιτίας της δράσης της Αδελφότητας στην επαρχία και της πανεθνικής της απήχησης, ιδίως σε συντηρητικές επαρχιακές περιοχές, η Μουσουλμανική Αδελφότητα –και οι εξτρεμιστές σαλαφιστές που αριθμούν περίπου επτά εκατομμύρια σε μια χώρα 82 εκατομμυρίων- είναι πολύ πιθανό να αναδειχτούν νικητές και στις επόμενες εκλογές. Σε αυτό βεβαίως συνδράμει και το γεγονός ότι η αντιπολίτευση μοιάζει κατακερματισμένη.
Ολη αυτή η αβεβαιότητα αντανακλάται και στην οικονομία. Ο τουρισμός καταρρέει και η αιγυπτιακή λίρα χάνει ολοένα την αξία της. Ξένοι επενδυτές απέσυραν πέντε δισεκατομμύρια δολάρια από την Αίγυπτο μόνο τους τελευταίους έξι μήνες.
Η αιγυπτιακή κυβέρνηση συνεχίζει να προσπαθεί να διαπραγματευτεί ένα δάνειο ύψους 4,8 δισ. δολαρίων από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Οι Αιγύπτιοι όμως, γνωρίζουν ότι οποιαδήποτε συμφωνία θα σημάνει απλώς υψηλότερες τιμές και μείωση των κρατικών επιχορηγήσεων, επηρεάζοντας την πλειοψηφία που ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Μάλιστα, σε μία από αρκετές στροφές 180 μοιρών του Μόρσι, ανακοίνωσε αυξήσεις φόρων σε αγαθά και υπηρεσίες μόνο για να τις ακυρώσει, λίγες ώρες αργότερα. Η ισλαμική κυβέρνηση δεν φαίνεται να γνωρίζει τον δρόμο προς την ανάκαμψη της οικονομίας. Αρχικά, ήταν αντίθετη σε ένα δάνειο από το ΔΝΤ, όμως κατόπιν της εκλογής της άλλαξε γνώμη. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που δηλώνουν ευθαρσώς ότι τελικά δεν έχουν αλλάξει και πολλά: ο Μόρσι δεν αμφισβητεί ουσιαστικά την αμερικανική ηγεμονία και οι δουλειές συνεχίζονται περίπου όπως πριν, ενώ τα ισλαμικά σλόγκαν παραμένουν σλόγκαν.