Μπορει ο γκουρου Mπαρανουτι Ζαχαρούτι Μαχαραχμπαρτνάτι να επιμένει «always look on the bright side of life» (πάντα να κοιτάς την αισιόδοξη πλευρά της ζωής) και εσύ να ακολουθείς το κήρυγμά του (σε μια απέλπιδα προσπάθεια να επιβιώσεις), είναι όμως μερικές ημέρες που τα γεγονότα δεν σε αφήνουν να αγιάσεις. Οταν, για παράδειγμα, την καλημέρα σ’ τη λέει ο ταχυδρόμος, με τους λογαριασμούς του διμήνου. Κυρίως αυτόν της ΔΕΗ, ίδιο πλέον με επιστολή ενεργού άνθρακα, από εκείνες που εκρήγνυνται στις ταινίες και αφήνουν ανάπηρο τον βοηθό του πρωταγωνιστή – ο σταρ πάντα τη σκαπουλάρει.

Ανάμεσα στα γράμματα και το ραβασάκι της Εφορίας, σύμφωνα με το οποίο δεν έχεις τακτοποιήσει τις εκκρεμότητές σου για το 2011 σχετικά με την έκτακτη εισφορά. Και αν εσύ ξέρεις ότι δεν χρωστάς τίποτε και σε κανέναν; Τότε πρέπει να το αποδείξεις. Πού; «Οχι σ’ εμάς», επιμένει η εφοριακός που έχεις απέναντί σου, «στη ΔΕΗ πρέπει να απευθυνθείτε». «Από εκεί έρχομαι, όπου επιμένουν ότι το θέμα είναι της Εφορίας». «Οχι, είναι της ΔΕΗ, να ξαναπάτε και να τους το πείτε». «Κυρία μου, έχω κι άλλες δουλειές, δεν μπορώ να πηγαινοέρχομαι από την Αννα (έτσι την έλεγαν την κυρία) στον Καϊάφα για να δω ποιος έχει κάνει το λάθος. Εγώ, πάντως, δεν το έχω κάνει!». «Κι εγώ πού το ξέρω;».

Αρχικά σκέφτεσαι να την πνίξεις με την αλυσίδα που φοράει στον λαιμό της, γρήγορα όμως σου έρχεται στο μυαλό η πρόσφατη συνέντευξη του Λάκη Γαβαλά από τις φυλακές (τη δημοσίευσαν «Τα Νέα») και δεδομένων των καταγγελιών του για τις κακές συνθήκες κράτησης αποφασίζεις ότι δεν θέλεις να περάσεις τον υπόλοιπο βίο σου εκεί – και δη στο ίδιο κελί μαζί του, να πλένετε τα μαλλιά σας με νερό τσουκνίδας. Αποφασίζεις, λοιπόν, να λύσεις το θέμα κάποια άλλη μέρα, όταν τα άστρα θα είναι πιο ευνοϊκά απέναντί σου. Ετσι κι αλλιώς, έχεις ήδη καθυστερήσει να πας στη δουλειά σου.

Ψιθυρίζεις τα μαγικά λόγια που προτείνει ο γκουρού Μαχαραχμπαρτνάτι για τα δύσκολα και υποκρινόμενος ότι όλα βαίνουν αισίως, ότι τίποτε δεν σε εκνεύρισε, ότι ο λογαριασμός της ΔΕΗ δεν ήρθε ποτέ και ότι η Αννα η εφοριακός σε απάλλαξε από κάθε φόρο επειδή τη μάγεψαν τα τσακίρικα τα μάτια σου, περπατάς στους ανήσυχους δρόμους της πόλης με κατεύθυνση το γραφείο σου. Το γνωρίζεις: ημέρα που ξεκινά στραβά δεν θα πάει καλά. Είσαι, όμως, αποφασισμένος να μην την αφήσεις να σε πάρει από κάτω.

Ετσι, υποκρίνεσαι ότι δεν θέλεις να σπάσεις το κομπιούτερ σου που κολλάει κάθε δύο λεπτά (σήμερα βρήκε!), ότι δεν τρέχει τίποτε που το κτίριο δεν έχει νερό (το έκοψε η ΕΥΔΑΠ, σε ενημερώνουν, γιατί κάνει έργα) οπότε δεν μπορείς να φτιάξεις καφέ, να πλύνεις τα χέρια σου, να πας στην τουαλέτα κτλ., ότι δεν σου τηλεφώνησε η Μαρίνα εν εξάλλω για να σε καταβρίσει που κάνεις πλάτες στον Μάνο για να την κερατώνει (ο οποίος την κερατώνει, σε καμία όμως περίπτωση με τις δικές σου, τίμιες πλάτες), ότι δεν βγαίνει το άρθρο που πρέπει να παραδώσεις… χθες, ότι δεν βγάζεις έρπη στα χείλη, ότι το ένα, ότι το άλλο…

Εσύ, όσο το Σύμπαν σε βομβαρδίζει με όλα τα απόβλητά του, μηρυκάζεις επίμονα τα κηρύγματα του Μαχαραχμπαρτνάτι, πατέρα του ζεν και άλλων τέτοιων παρηγορητικών, και όλα σούπερ! Ωσπου, αργά το απόγευμα, και ενώ καμία από τις δουλειές που έπρεπε να έχουν γίνει δεν ολοκληρώθηκε, αλλά όλες πήραν μετάθεση για την επόμενη ημέρα, τα μαζεύεις. Δεν επιστρέφεις σπίτι. Σε μια ύστατη πράξη ηρωικής αντίδρασης θα συναντήσεις μερικούς φίλους – εξάλλου, έξω η θερμοκρασία είναι πιο ευχάριστη από ό,τι στην παγωμένη (ένεκα ελλείψεως πετρελαίου) κρεβατοκάμαρά σου. Ραντεβού στο αγαπημένο σου εστιατόριο με εκείνο το σπέσιαλ πιάτο που πολύ σου άρεσε. Ο Μαχαραχμπαρτνάτι δεν θα το ενέκρινε γιατί περιέχει κρέας – επιμένει, ο μίζερος, στο κεχρί, που είναι πλούσιο σε βιταμίνες του συμπλέγματος Β – όμως αυτή τη φορά δεν θα τον άκουγες, αρκετά είχες υποφέρει, ώρα για απόλαυση. Που δεν έφτασε ποτέ.

«Ανανεώσαμε τον κατάλογο και το πιάτο που ζητήσατε αποσύρθηκε» η σερβιτόρα. «Πού… αποσύρθηκε;». «Το καταργήσαμε». «Εγώ, όμως, αυτό θέλω». «Δοκιμάστε κάτι καινούργιο. Εχουμε υπέροχο σολομό». «Δεν τρώω ψάρι». «Εχουμε φιλέτο γεμιστό με πλευρώτους». «Δεν τρώω μανιτάρια». «Εχουμε κάτι σαν ριζότο, με κόκκινη κολοκύθα, και με κεχρί αντί για ρύζι». Εκείνη τη στιγμή επιβεβαιώνεις ότι και ο μπαγάσας ο Μαχαραχμπαρτνάτι έχει συμμαχήσει με το Σύμπαν για να σε αποτρελάνει και παραδίδεσαι: «Θα πάρω το κεχρί». Γιατί όταν βλέπεις ότι η αναποδιά σε έχει βάλει στο μάτι, κάνεις την κότα, την πάπια, οποιοδήποτε πουλί… σφυρίζει κλέφτικα, ακόμη και αν αυτό συνεπάγεται να υιοθετήσεις τη διατροφή τους! Δεν το λέει ο γκουρού που σε πρόδωσε, αλλά η κοινή λογική. Σε κατατρέχει η μοίρα; Την αγνοείς επιδεικτικά και βλέπεις τη θετική πλευρά των πραγμάτων – ακόμη κι αν δεν υπάρχει… Εγώ κάπως έτσι ανακάλυψα το κεχρί!