Ο γίγαντας αφυπνίστηκε. O πανίσχυρος Γερμανικός Σύνδεσμος Συνδικάτων DGB βγήκε ξαφνικά από τη χειμερία νάρκη στην οποία βρισκόταν τα τρία τελευταία χρόνια. «Το σχέδιο Μάρσαλ για την Ευρώπη», που παρουσίασε τις προάλλες στο Βερολίνο, δείχνει ότι διεκδικεί σοβαρό ρόλο στον αγώνα για την έξοδο από την ευρωκρίση. Αυτό φαίνεται τόσο από μια σειρά ποιοτικών στόχων, όπως η διασφάλιση των θέσεων εργασίας και του κοινωνικού κράτους, όσο και από τα τεράστια κονδύλια που προβλέπονται για την υλοποίησή του: 260 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως και για 10 χρόνια – συνολικά δηλαδή 2.600 δισ. Ταυτόχρονα, το σχέδιο εισάγει μια σειρά νεωτερισμούς, όπως η έκδοση ομολόγων δεκαετούς διάρκειας («New Deal funds») που θα χρηματοδοτούνται από τα έσοδα του περίφημου φόρου-Τόλμπιν (φορολόγηση των διεθνών χρηματοπιστωτικών συναλλαγών) και θα έχουν ως πρώτο στόχο να προσελκύσουν εκείνα τα 27.000 δισ. ευρώ, που βρίσκονται σήμερα αδιάθετα, και γι’ αυτό εντελώς άχρηστα στην Ευρώπη. Φιλόδοξο πρόγραμμα, το οποίο, σύμφωνα με εκπρόσωπο των συνδικάτων, ή θα γίνει δημοκρατικά ή δεν θα γίνει. Και γι’ αυτό, προσθέτει, ο έλεγχός του θα πρέπει να ανατεθεί σε έναν κατ’ εξοχήν ευρωπαϊκό δημοκρατικό θεσμό: την Ευρωβουλή.Το κατά πόσο θα προχωρήσει το εγχείρημα είναι βέβαια ανοικτό θέμα. Πολλά θα εξαρτηθούν από τις γερμανικές εκλογές τον Σεπτέμβριο του 2013: Μια επανεκλογή της Ανγκελα Μέρκελ θα έβαζε πιθανότατα φρένο στην προώθησή του. Σοβαρό ρόλο θα παίξουν όμως και τα ίδια τα συνδικάτα: χωρίς τη μαχητική κινητοποίησή τους, το σχέδιο θα μείνει μάλλον στα χαρτιά – ο DGB θα ξαναπέσει στη χειμερία νάρκη. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα περάσει απαρατήρητο. Ηδη τώρα μαίνεται ο καβγάς γι’ αυτό. «Το Βήμα» παρουσιάζει σήμερα την άποψη του γνωστού ιστορικού της Οικονομίας στη London School of Economics Αλμπρεχτ Ριτσλ, ο οποίος, ξεκινώντας από μια πρωτότυπη ανάλυση του «ιστορικού» Σχεδίου Μάρσαλ, εξετάζει τις δυνατότητες επιτυχίας του σημερινού στις υπερχρεωμένες χώρες της ευρωζώνης.
Τα γερμανικά συνδικάτα παρουσίασαν πρόσφατα ένα «σχέδιο Μάρσαλ για την Ευρώπη». Τι σχέση έχει αυτό με το αμερικανικό του πρότυπο;
Τα γερμανικά συνδικάτα παρουσίασαν πρόσφατα ένα «σχέδιο Μάρσαλ για την Ευρώπη». Τι σχέση έχει αυτό με το αμερικανικό του πρότυπο;
«Πολύ μικρή. Πρόκειται για ένα κεϊνσιανό πρόγραμμα δαπανών σε ευρωπαϊκό επίπεδο».
Τα συνδικάτα προτείνουν μια εισφορά περιουσίας ύψους 3% για εισοδήματα άνω των 500.000 ευρώ (για ανύπαντρους) και άνω του 1.000.000 ευρώ για ζευγάρια. Τη θεωρείτε σωστή;
«Οχι. Τέτοιες εισφορές προσκαλούν τους φορολογουμένους σε φοροδιαφυγή. Αν θέλει βέβαια κανείς να ενισχύσει την απόδραση κεφαλαίων στην Ελβετία, τότε δεν έχει καλύτερο μέσο από αυτό».
Στο σχέδιο των συνδικάτων δεν γίνεται ο παραμικρός λόγος για «κούρεμα». Εχει έτσι πιθανότητες επιτυχίας;
«Καθόλου. Το αμερικανικό σχέδιο Μάρσαλ είχε δύο πλευρές. Η πρώτη, η εξωτερική, ήταν το λεγόμενο Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Ανασυγκρότησης (ERP), που απέβλεπε στην αναζωογόνηση των κατεστραμμένων από τον πόλεμο κρατικών οικονομιών μέσω επενδύσεων. Η δεύτερη και λιγότερο γνωστή, η εσωτερική, απέβλεπε στην αποκατάσταση της λειτουργίας του ευρωπαϊκού εμπορίου μέσω του χωρισμού του προβλήματος του χρέους από το εξωτερικό εμπόριο. Τα γερμανικά χρέη μπλοκαρίστηκαν, ενώ το 1950, ταυτόχρονα με την Ευρωπαϊκή Ενωση Πληρωμών, δημιουργήθηκε νέο σύστημα συμψηφισμού, που επέτρεπε τη διεκπεραίωση των πληρωμών και την καταβολή πιστώσεων. Το «εξωτερικό» σχέδιο Μάρσαλ είχε μόνο μερική επιτυχία, επειδή οι επενδύσεις γίνονταν συχνά σύμφωνα με πολιτικές και όχι οικονομικές προτεραιότητες. Το «εσωτερικό» σχέδιο Μάρσαλ ήταν αντίθετα μεγάλο «σουξέ»: η εξυγίανση της γερμανικής οικονομίας και η εμπορική ολοκλήρωση της Ευρώπης δεν θα επιτυγχάνονταν ποτέ χωρίς αυτό».
Τι συνέβη ακριβώς με τον διακανονισμό του γερμανικού χρέους το 1953; Συμπεριλαμβανόταν σε αυτό και το πολεμικό χρέος από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο;
«Οχι. Τα χρέη αυτού του πολέμου δεν έγιναν αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Ο διακανονισμός τους αναβλήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 5 του συμφώνου του Λονδίνου, για τη μετά τη γερμανική επανένωση εποχή. Το σύμφωνο «2+4″ του 1990 δεν συμπεριέλαβε όμως τέτοια ρύθμιση, γι’ αυτό και η γερμανική κυβέρνηση θεωρεί το θέμα λήξαν. Στο Λονδίνο ρυθμίστηκαν μόνο τα προπολεμικά και τα μεταπολεμικά δάνεια της Γερμανίας, και τα ποσοστά εξυπηρέτησής τους ήταν γύρω στο 50% πιο κάτω από τα αρχικώς ισχύοντα, ή και ακόμη πιο κάτω».
Με αποτέλεσμα;
«Το αποτέλεσμα ήταν η ηττημένη χώρα, η Γερμανία, να βρεθεί ξαφνικά με ένα συνολικό χρέος που έφθανε το 20%, ενώ, αντίθετα, εκείνο των νικητριών δυνάμεων προσέγγιζε το 200%, ήταν δηλαδή το δεκαπλάσιο. Αυτό ήταν η βάση για την ταχεία οικονομική της ανασυγκρότηση».
Ασκήσατε κριτική στο γεγονός ότι τα συνδικάτα απαιτούν «μόνο» 260 δισ. ευρώ ετησίως για την ανασυγκρότηση της ευρωπαϊκής οικονομίας. Γιατί σας φαίνονται λίγα;
«Πρόκειται για παρεξήγηση. Για μένα είναι αμφίβολης αξίας οποιοδήποτε νέο πρόγραμμα επενδύσεων στην Ευρώπη, ανεξάρτητα από το ύψος τους, αν δεν έχει ρυθμιστεί προηγουμένως με ικανοποιητικό τρόπο το θέμα των παλαιών χρεών. Τέτοια προγράμματα δεν βοηθούν γενικά όσο διαρκεί η σημερινή κρίση».
Τι συμπεράσματα βγάζετε από όλα αυτά;
«Το πρόβλημα που τίθεται είναι πώς θα ρυθμίσουμε το πρόβλημα των παλαιών χρεών χωρίς να σταματήσουμε να δίνουμε πιστώσεις στην ιδιωτική οικονομία. Σήμερα η διασφάλιση των πληρωμών και της κίνησης κεφαλαίων επιτυγχάνεται ανεπαρκώς από το σύστημα Target 2 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αντιθέτως, τότε, περί το 1950, αυτό είχε αποφευχθεί. Και για να έλθω πάλι στα συνδικάτα: το σχέδιό τους δεν λέει κουβέντα για αυτή τη διασφάλιση».
Ο ΣΥΡΙΖΑ ζητεί τη σύγκληση διεθνούς διάσκεψης για τον διακανονισμό του χρέους σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ποια είναι η άποψή σας γι’ αυτό;
«Ας περιμένουμε κατ’ αρχάς να δούμε τι θα αποφέρουν οι γερμανικές εκλογές τον Σεπτέμβριο. Σίγουρο είναι ότι η στάση του Βερολίνου έγινε τελευταία πιο ευέλικτη. Με τη μείωση των τόκων για ένα μέρος του ελληνικού εξωτερικού χρέους πραγματοποιήθηκε ήδη ένα μαλακό «κούρεμα». Από την άλλη ωστόσο, θέλω να προειδοποιήσω εκείνους που ενθουσιάζονται με την ιδέα ενός νέου διακανονισμού του χρέους: οι όροι του θα είναι δρακόντειοι. Οι δανειστές θα επιμείνουν σε εκτενείς δημοσιονομικούς ελέγχους και σε αυστηρή πειθαρχία στον τομέα των δαπανών. Μια επιστροφή στα συμπόσια με χρυσά ποτήρια και κουτάλια δεν θα υπάρξει».
Χωρίς το «κούρεμα» δεν υπάρχει ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας; Τι μορφή μπορεί να έχει η έξοδος από την υπερχρέωση μέσω ενός, όπως τον ονομάζετε, «συναινετικού δρόμου»;
«Οταν το χρέος προσεγγίζει το 180% του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος μιας οικονομίας, τότε η αναδιάρθρωσή του είναι αναπόφευκτη. Ακόμη και αν υποθέσουμε ότι θα εμφανιζόταν ένας Ελληνας Λούντβιχ Ερχαρτ, ο οποίος θα κατάφερνε να δημιουργήσει ένα ελληνικό οικονομικό θαύμα ανάλογο με το γερμανικό της δεκαετίας του ’50, με αποτέλεσμα να αναρριχηθεί το εθνικό προϊόν της χώρας σε διπλάσιο ύψος από το σημερινό, το κέρδος δεν θα ήταν μεγάλο. Ακόμη και τότε το ποσοστό του χρέους θα έφθανε το 90%, κάτι που μόνο οριακά μπορεί να χρηματοδοτηθεί. Σκεφθείτε ότι και μόνο για να μαζέψει τα χρήματα για τους τόκους η Ελλάδα θα έπρεπε να επιτύχει πλεόνασμα ύψους 4,5% (με 5% τόκους) στο εξωτερικό της εμπόριο, δηλαδή το διπλάσιο από το γερμανικό. Τα όνειρα δεν απαγορεύονται, αλλά πόσο ρεαλιστικά είναι αυτά; Ας περιμένουμε. Οι κρίσεις χρέους πάντως σπάνια θεραπεύονται από μόνες τους».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ