Πριν από λίγες ημέρες μία ομάδα περίπου 40 αγελαδοτρόφων επισκέφθηκε τον ιδιοκτήτη της γαλακτοβιομηχανίας ΑΓΝΟ και της τυροκομικής επιχείρησης Κολιός ΑΕ κ. Νίκο Κολιό, για να πληροφορηθούν από «πρώτο χέρι» τις διαθέσεις και τους σχεδιασμούς του. Οι κτηνοτρόφοι που συνεργάζονται με την πρώην συνεταιριστική γαλακτοβιομηχανία έχουν να πληρωθούν περίπου τέσσερις μήνες, αλλά υπάρχουν και ορισμένοι που είναι απλήρωτοι ως και οκτώ μήνες και περίπου τρεις μήνες είναι απλήρωτοι οι εργαζόμενοι. Βρίσκονται πλέον σε απόγνωση. Και η αίτηση της εταιρείας για υπαγωγή στις διατάξεις του άρθρου 99 απλώς επιβεβαίωσε αυτό το οποίο βιώνουν την τελευταία περίοδο.
Ωστόσο τον επισκέφτηκαν έχοντας την κρυφή ελπίδα ότι θα μπορούσε ίσως να τους μεταφέρει κάποιο καλό νέο –πιθανόν, με κάποιον τρόπο, διακανονισμό των οφειλών και βελτίωση του κλίματος της συνεργασίας.
Οι ελπίδες τους εξανεμίστηκαν όταν άκουσαν τον ηλικιωμένο παλαιό τυροκόμο και επίδοξο γαλακτοβιομήχανο να τους λέει με κατηγορηματικό τρόπο ότι «δεν υπάρχουν λεφτά» και «να ψάξουν να βρουν άλλες εταιρείες για να συνεργαστούν». Ηταν η χειρότερη απάντηση που θα μπορούσαν να λάβουν.
Τις επόμενες ημέρες έσπασαν τα τηλέφωνα όλων των άλλων γαλακτοβιομηχανιών της Βόρειας και Κεντρικής Ελλάδας. Αναζητούσαν εναγωνίως βιομηχανία για να συνεργαστούν, χρησιμοποιώντας κάθε δυνατό και πρόσφορο μέσο: «Εσπασαν τα τηλέφωνά μου από κτηνοτρόφους και πολιτικούς που ζητούσαν να συνεργαστούν με την εταιρεία μου» λέει μιλώντας προς «Το Βήμα» κορυφαίο στέλεχος θεσσαλικής γαλακτοβιομηχανίας και προσθέτει ότι «δεν μπορούσα να κάνω τίποτα γιατί παίρνω γάλα μέχρι την Κοζάνη». Ετσι κι αλλιώς είναι πλέον δύσκολο να παραμείνουν στην ΑΓΝΟ. Στους 118 αγελαδοτρόφους οι οποίοι συνεργάζονται με την Aγνό ο κ. Κολιός οφείλει περίπου 2,5 εκατ. ευρώ.
Στη διάρκεια των τελευταίων μηνών το μερίδιό της στην αγορά συρρικνώνεται. Και φυσικά «λεηλατείται». Ολοι οι ανταγωνιστές της προσπαθούν με κάθε τρόπο να της αποσπάσουν ό,τι είναι δυνατόν. Μάλιστα στη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων ακόμη κι η αγορά της Θεσσαλονίκης υποτροφοδοτείται –κι αν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η Θεσσαλονίκη ήταν η καλύτερή της αγορά αναδεικνύεται και το μέγεθος του προβλήματος.
Στην προκειμένη περίπτωση το μερίδιο της ΑΓΝΟ στην αγορά της Θεσσαλονίκης φιλοδοξεί να το αποκτήσει κατά το μεγαλύτερο μέρος του η γειτονική της ΜΕΒΓΑΛ, δεδομένου ότι γι’ αυτές τις δύο εταιρείες η Θεσσαλονίκη παραδοσιακά είναι η προνομιακή τους αγορά.
Η ΑΓΝΟ λοιπόν βρίσκεται υπό κατάρρευση. Ολη η αγορά γάλακτος, από τον τελευταίο κτηνοτρόφο ως και τον σημαντικότερο βιομήχανο, το γνωρίζει.
Το 2011 διέθετε στην αγορά του γάλακτος ψυγείου πανελλαδικά, μόνο στην κατηγορία του σουπερμάρκετ, το 5,4%, δεδομένου όμως ότι η συγκεκριμένη εταιρεία είχε ένα εκτεταμένο δίκτυο μικρών σημείων πώλησης υπολογίζεται ότι το συνολικό της μερίδιο ήταν μεγαλύτερο του 7%. Στη διάρκεια του 2012 τα πράγματα άλλαξαν. Το μερίδιό της στην κατηγορία των σουπερμάρκετ περιορίστηκε μόλις στο 3,7% και το συνολικό της μερίδιο μόλις που υπερέβη το 5% –αν και με βάση τις ποσότητες το μερίδιό της ανέρχεται περίπου στο 8%.
Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι σήμερα η εταιρεία ελέγχει το 13% στη Θεσσαλονίκη και στο παραδοσιακό γιαούρτι, πανελλαδικά το 5% και το 27% στη Θεσσαλονίκη, αλλά ήδη τις τελευταίες ημέρες οι ελλείψεις των προϊόντων της είναι εμφανείς.
Οπως επισημαίνουν πηγές της αγοράς, το επόμενο διάστημα «αναμένεται να βρεθούν στον αέρα οι συμφωνίες για την προμήθεια γάλακτος και γιαούρτης που έχει τόσο με τις αλυσίδες σουπερμάρκετ, με τα μικρά σημεία πώλησης, όσο και με τα σωματεία αρτοποιών με τα οποία η ΑΓΝΟ έχει συμφωνίες διανομής».
Σε απόγνωση οι κτηνοτρόφοι
-Ενώ οι γαλακτοβιομηχανίες αντιμετωπίζουν οξυμμένα προβλήματα ρευστότητας, πολλοί κτηνοτρόφοι βρίσκονται στα όρια της απόγνωσης. Οπως εξηγεί μιλώντας στο «Βήμα» ο κ. Π. Πεβερέτος, πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας, οι τιμές των ζωοτροφών έχουν σχεδόν διπλασιαστεί σε διάστημα λίγων μηνών –το κριθάρι από 0,16 ευρώ πωλείται 0,35 ευρώ, η σόγια από 0,39 ευρώ πωλείται 0,68 ευρώ, το καλαμπόκι από 0,17 ευρώ πωλείται 0,30 ευρώ και το τριφύλλι από 0,15 ευρώ πωλείται 0,27 ευρώ.
-Ενώ οι γαλακτοβιομηχανίες αντιμετωπίζουν οξυμμένα προβλήματα ρευστότητας, πολλοί κτηνοτρόφοι βρίσκονται στα όρια της απόγνωσης. Οπως εξηγεί μιλώντας στο «Βήμα» ο κ. Π. Πεβερέτος, πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας, οι τιμές των ζωοτροφών έχουν σχεδόν διπλασιαστεί σε διάστημα λίγων μηνών –το κριθάρι από 0,16 ευρώ πωλείται 0,35 ευρώ, η σόγια από 0,39 ευρώ πωλείται 0,68 ευρώ, το καλαμπόκι από 0,17 ευρώ πωλείται 0,30 ευρώ και το τριφύλλι από 0,15 ευρώ πωλείται 0,27 ευρώ.
-Η κατάσταση έχει επιδεινωθεί κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα, πρωτίστως από την Αγνό –ωστόσο προβλήματα ρευστότητας αντιμετωπίζει και η ΜΕΒΓΑΛ, η οποία όμως φέρεται διατεθειμένη να ενισχύσει το δίκτυο των κτηνοτρόφων της με πρώην συνεργάτες της Αγνό, δεδομένου έχει ανάγκη από επιπλέον πρώτη ύλη, όπως και η ακριτική Εβροφάρμα.
-Το 59% της συνολικής παραγωγής του ελληνικού αγελαδινού γάλακτος παράγεται στην Κεντρική Μακεδονία και το 70% αυτής της ποσότητας (δηλαδή το 42% της συνολικής παραγωγής) παράγεται στην περιοχή της Θεσσαλονίκης.
-Η συρρίκνωση –αλλά και το αδιέξοδο πολλών κτηνοτροφικών μονάδων –της αγελαδοτροφίας γίνεται εμφανής από το γεγονός ότι, ενώ η ετήσια ποσόστωση που έχει η Ελλάδα από την Ευρωπαϊκή Ενωση είναι 837.000 τόνοι, η ελληνική παραγωγή δεν υπερβαίνει τις 630.000 τόνους.
Σταθερός ο τζίρος στα γαλακτοκομικά
Παρά την ανθεκτικότητα οι γαλακτοβιομηχανίες αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα ρευστότητας
Αν και η ανθεκτικότητα συνολικά της αγοράς του γάλακτος (γάλα, γιαούρτι, τυροκοµικά προϊόντα) έχει επιδείξει πέντε χρόνια µετά την εκδήλωση της κρίσης αξιοσηµείωτη ανθεκτικότητα –στο δεκάµηνο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου η µείωση του τζίρου είναι µόλις 1,4% –και αν συνυπολογιστεί το γεγονός ότι σε αυτό το διάστηµα έχουν ενταθεί οι προσφορές –σε ορισµένες περιπτώσεις µάλιστα έχουν υπάρξει και µειώσεις τιµών -, τότε είναι προφανές ότι ο τζίρος έχει παραµείνει σταθερός. Υπήρξαν όµως σηµαντικές ανακατατάξεις στις επιµέρους κατηγορίες.
Παρά την ανθεκτικότητα οι γαλακτοβιομηχανίες αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα ρευστότητας
Αν και η ανθεκτικότητα συνολικά της αγοράς του γάλακτος (γάλα, γιαούρτι, τυροκοµικά προϊόντα) έχει επιδείξει πέντε χρόνια µετά την εκδήλωση της κρίσης αξιοσηµείωτη ανθεκτικότητα –στο δεκάµηνο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου η µείωση του τζίρου είναι µόλις 1,4% –και αν συνυπολογιστεί το γεγονός ότι σε αυτό το διάστηµα έχουν ενταθεί οι προσφορές –σε ορισµένες περιπτώσεις µάλιστα έχουν υπάρξει και µειώσεις τιµών -, τότε είναι προφανές ότι ο τζίρος έχει παραµείνει σταθερός. Υπήρξαν όµως σηµαντικές ανακατατάξεις στις επιµέρους κατηγορίες.
Ειδικότερα, μειώθηκαν οι πωλήσεις του σοκολατούχου γάλακτος κατά 9%, αυξήθηκαν οι πωλήσεις λευκού γάλακτος κατά 1,3%, μειώθηκαν οι πωλήσεις του γιαουρτιού κατά 6,3%, αυξήθηκαν κατά 9% οι πωλήσεις της κρέμας γάλακτος και μειώθηκαν κατά 1,3% οι πωλήσεις τυροκομικών προϊόντων. Οι συνολικές πωλήσεις της αγοράς γάλακτος στο δεκάμηνο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου 2012 ανήλθαν στα 1,192 δισ. ευρώ, σημειώνοντας κάμψη κατά 1,3% έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2011.
Αλλά αυτή η εντυπωσιακή ανθεκτικότητα δεν αντανακλάται στα ταμεία των γαλακτοβιομηχανιών. Οι περισσότερες εξ αυτών αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα ρευστότητας, κυρίως δεν διαθέτουν κεφάλαια κίνησης. Και τούτο διότι οι πωλήσεις των αλυσίδων σουπερμάρκετ έχουν μειωθεί, με αποτέλεσμα οι πληρωμές των γαλακτοβιομηχανιών να καθυστερούν.
Και όπως έλεγε μεγάλος γαλακτοβιομήχανος, «πληρώνω τους κτηνοτρόφους όταν πληρώνουν οι αλυσίδες σουπερμάρκετ, δηλαδή περίπου στους δύο μήνες», ενώ άλλη γαλακτοβιομηχανία αντί για εξόφληση στις 50 ημέρες, όπως συνηθίζει, έδωσε στους κτηνοτρόφους τρίμηνες επιταγές.
Παράλληλα, από ορισμένες πλευρές τίθεται και πάλι το θέμα της επιμήκυνσης του χρόνου διάρκειας τους παστεριωμένου γάλακτος, από πέντε ημέρες που είναι σήμερα σε οκτώ ημέρες, και τούτο για να περιοριστεί το κόστος των επιστροφών.
Επισημαίνεται από τις ίδιες πλευρές ότι θα περιοριστεί το κόστος των επιστροφών –γαλακτοβιομήχανος έλεγε χαρακτηριστικά ότι «στη διάρκεια του 2012 κατέστρεψα παστεριωμένο γάλα αξίας 2,3 εκατ. ευρώ» -, θα μειωθεί το κόστος λειτουργίας των παραγωγικών μονάδων και θα μειωθεί το κόστος διανομής. Υπολογίζουν οι ίδιοι ότι θα έχουν όφελος 10% στο λίτρο. Είναι γνωστό ότι το υπουργείο Ανάπτυξης το επιθυμεί, αλλά αντιδρά το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και φυσικά οι κτηνοτρόφοι.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ