Το «Επιχείρηση: Αrgo», που σκηνοθέτησε ο Μπεν Αφλεκ είναι υποψήφιo για πέντε Χρυσές Σφαίρες (μεταξύ των οποίων καλύτερης σκηνοθεσίας, καλύτερης δραματικής ταινίας και καλύτερου σεναρίου) έχει αποσπάσει διθυραμβικές κριτικές και αναμένεται να πρωταγωνιστήσει και στα Οσκαρ.

Η ταινία είναι βασισμένη στα γεγονότα που έλαβαν χώρα το 1979, στην κορύφωση της Ιρανικής Επανάστασης, όταν ομάδα ιρανών στρατιωτών κατέλαβε την αμερικανική πρεσβεία στην Τεχεράνη, και εξιστορεί την προσπάθεια της CIA να σώσει έξι Αμερικανούς οι οποίοι κατάφεραν να διαφύγουν βρίσκοντας καταφύγιο στην κατοικία του καναδού πρέσβη. Για αυτή την εξαιρετικά επικίνδυνη αποστολή επιστράτευσαν τον έμπειρο πράκτορα Τόνι Μέντεζ (που υποδύεται ο Αφλεκ), ο οποίος πρότεινε ένα παράτολμο σχέδιο: να ταξιδέψει στο Ιράν προσποιούμενος ότι είναι καναδός παραγωγός που θέλει να γυρίσει μια ταινία και να φυγαδεύσει τους έξι συμπατριώτες του παρουσιάζοντάς τους ως μέλη του κινηματογραφικού συνεργείου.

Το «Επιχείρηση: Argo» συμμετείχε στο Φεστιβάλ του Λονδίνου τον Οκτώβριο και ο Αφλεκ, με άνεση, αυτοπεποίθηση και αυτοσαρκαστική διάθεση, μας μίλησε για τις δυσκολίες που συνάντησε, αλλά και για το πόσο συναρπαστική εμπειρία ήταν για τον ίδιο η σκηνοθεσία της ταινίας.

Ο Τζορτζ Κλούνεϊ, συμπαραγωγός της ταινίας, είχε τα δικαιώματα της ιστορίας εδώ και αρκετά χρόνια. Πώς καταλήξατε να τη σκηνοθετήσετε; «Η πραγματική ιστορία βρισκόταν στους άκρως απόρρητους φακέλους της CIA μέχρι που ο πρόεδρος Κλίντον την έφερε στη δημοσιότητα το 1997. Δέκα χρόνια μετά, ο Τζόσουα Μπίρμαν, δημοσιογράφος από το περιοδικό “Wired”, έγραψε ένα άρθρο που κίνησε το ενδιαφέρον παραγωγών του Χόλιγουντ. Ο Κλούνεϊ αγόρασε τα δικαιώματα και προσέλαβε τον Κρις Τέριο για να γράψει το σενάριο. Κάποια στιγμή είχα την τύχη να μου το στείλουν. Μου κέντρισε αμέσως την προσοχή, καθώς πρόκειται για μια συγκλονιστική ιστορία. Πήρα τηλέφωνο τον Κλούνεϊ και του είπα: “Πρέπει οπωσδήποτε να σκηνοθετήσω αυτή την ταινία”. Συζητήσαμε για ώρες και τελικά συμφώνησε, απλά και μόνο για να με ξεφορτωθεί νομίζω». (Γέλια)

Πότε αποφασίσατε ότι θέλετε να παίξετε τον ρόλο του Τόνι Μέντεζ; «Οταν είσαι ηθοποιός, σε απασχολεί πάντα η αναζήτηση του ρόλου που θα σε καθιερώσει. Βρήκα τον χαρακτήρα του Μέντεζ συναρπαστικό, επομένως κοιμήθηκα με τον σκηνοθέτη και μου έδωσε τον ρόλο!». (Γέλια)

Γίνατε πρώτα διάσημος ως ηθοποιός. Το να σκηνοθετήσετε ήταν κάτι που υπήρχε πάντα στο μυαλό σας ή προέκυψε στην πορεία; Πόσο δύσκολη ήταν αυτή η μετάβαση και πώς σας αντιμετώπισε αρχικά η βιομηχανία του Χόλιγουντ; «Ηθελα πάντα να γίνω σκηνοθέτης. Ολα αυτά τα χρόνια, χρησιμοποιούσα την καριέρα μου ως ηθοποιός σαν μια “δωρεάν” κινηματογραφική παιδεία. Την πρώτη φορά που αποπειράθηκα να σκηνοθετήσω ήμουν τρομοκρατημένος και έκανα πολλά λάθη. Είμαι ευγνώμων που η Warner Brothers μού έδωσε την ευκαιρία να σκηνοθετήσω το “Επιχείρηση: Argo».

Σε ποιον βαθμό βασίζεται η ταινία στα πραγματικά γεγονότα και ποια κομμάτια της είναι μυθοπλασία; «Ως σκηνοθέτης είχα δύο ευθύνες: να κάνω την καλύτερη δυνατή ταινία και να μείνω παράλληλα όσο πιο πιστός γινόταν στα αληθινά γεγονότα. Ηταν μια δύσκολη ισορροπία. Η ραχοκοκαλιά της ιστορίας είναι ίδια με την πραγματικότητα, αλλά φυσικά υπήρχαν λεπτομέρειες που δεν μπορούσαμε να συμπεριλάβουμε. Ημασταν τυχεροί γιατί είχαμε ένα εξαιρετικό σενάριο και τον ίδιο τον Μέντεζ να δουλεύει μαζί μας».

Η ιδέα του Μέντεζ απαιτούσε την ανάληψη τεράστιου ρίσκου, είχε μεγάλες πιθανότητες να αποτύχει και αρχικά θεωρήθηκε κάτι εντελώς τρελό. Ποιο θεωρείτε το μεγαλύτερο ρίσκο που έχετε πάρει και πώς σας άλλαξε; «Εχω κάνει πολλά ριψοκίνδυνα πράγματα, αλλά σίγουρα όχι κάτι τόσο τρελό όσο ο Μέντεζ. Το να προσπαθείς να κάνεις μια ταινία, πάντως, εμπεριέχει τεράστιο ρίσκο. Αν αποτύχεις, αποτυγχάνεις όχι μόνο στα μάτια των συνεργατών σου, αλλά και των θεατών. Η συγκεκριμένη ταινία είναι ό,τι πιο δύσκολο έχω κάνει ως τώρα, αλλά μου έχει δώσει και τη μεγαλύτερη ικανοποίηση».

Για να προετοιμαστούν καλύτερα για τον ρόλο τους, «κλείσατε» τους έξι ηθοποιούς που υποδύονται τους αμερικανούς φυγάδες για μία εβδομάδα στο σπίτι που χρησιμοποιήθηκε ως η κατοικία του καναδού πρέσβη, χωρίς επικοινωνία με τον έξω κόσμο. Πώς λειτούργησε αυτό; «Στην αρχή κάποιοι παραπονέθηκαν. Ενας έφερε μαζί του το στρώμα του για να κάνει γιόγκα. Οταν του είπα πως δεν έκαναν γιόγκα το ’79, μου απάντησε θυμωμένος: “Τι είναι αυτά που λες; Η γιόγκα είναι ένα κίνημα που υπάρχει εδώ και αιώνες. Ολοι έκαναν γιόγκα τη δεκαετία του ’70!”. Τελικά, του το πήρα το στρώμα. Αλλοι ήθελαν να έχουν μαζί τα κινητά τους τηλέφωνα και έτσι αναγκαστήκαμε να τα δώσουμε σε έναν βοηθό παραγωγής σε περίπτωση που προέκυπτε κάτι επείγον. Στο τέλος, όμως, όλοι πέρασαν καλά και παραδέχτηκαν πόσο τους βοήθησε η εμπειρία».

Τα γυρίσματα έγιναν στην Καλιφόρνια, στην Ουάσιγκτον και στην Κωνσταντινούπολη. Εξετάσατε την περίπτωση να πάτε και στο Ιράν; «Ηθελα πολύ να πάω, αλλά ήταν εξαιρετικά δύσκολο. Από το υπουργείο Εξωτερικών μού είπαν πως ίσως να εκλαμβανόταν ως αποδοχή του καθεστώτος από την πλευρά μου. Ζήτησα από κάποιους ιρανούς σκηνοθέτες να τραβήξουν κάποιο υλικό για εμένα, αλλά αρνήθηκαν από φόβο, επιβεβαιώνοντας πόσο καταπιεστικό είναι το καθεστώς.

Η ταινία προβάλλεται σε μια περίοδο πολιτικών εντάσεων και δυστυχώς τα τελευταία χρόνια βλέπουμε πολύ συχνά την ιστορία να επαναλαμβάνεται. Δεν θα ήθελα, όμως, να κάνω μια πολιτική ταινία και ελπίζω ο κόσμος να μην το εκλάβει έτσι. Μου αρέσει να αφήνω τους θεατές να βγάζουν τα δικά τους συμπεράσματα. Νομίζω ότι είναι μια ηθικά πιο υπεύθυνη στάση».

Η επόμενη ταινία που θα σκηνοθετήσετε είναι βασισμένη στη ζωή του διαβόητου κακοποιού Τζέιμς «Γουάιτι» Μπάλγκερ, ο οποίος θεωρείται ένας από τους δέκα πιο επικίνδυνους αμερικανούς εγκληματίες και συνελήφθη πέρυσι από το FBI. Θέλετε να μας πείτε κάτι για αυτήν; «Δουλεύουμε ακόμη το σενάριο και ο Ματ (Ντέιμον) θα υποδυθεί τον Γουάιτι. Οταν τον καταζητούσαν, όλοι νόμιζαν πως ο Γουάιτι ήταν στην Ιρλανδία. Τελικά, αποδείχτηκε πως βρισκόταν στην Καλιφόρνια, στη Σάντα Μόνικα, έναν δρόμο μακριά από το σπίτι μου! Είναι μια ταινία που ανυπομονώ πολύ να σκηνοθετήσω».

* Το «Επιχείρηση: Argo» θα προβάλλεται στις ελληνικές αίθουσες από τις 10 Ιανουαρίου.