Τα πολλαπλά σκάνδαλα στην πολιτική ζωή της χώρας επαναφέρουν διαρκώς τα τελευταία χρόνια τη συζήτηση στη σχέση πολιτικής και ηθικής, νόμων και ηθικής. Η ταύτιση νόμιμου και ηθικού χρησιμοποιήθηκε (π.χ. από τον Γ. Βουλγαράκη) και αμφισβητήθηκε, ενώ από πολλές πλευρές επανέρχεται το αίτημα να υπάρξουν ενέσεις ηθικής στην πολιτική συμπεριφορά και στην πολιτική διαχείριση. Τι υπονοείται με τη θέση αυτή; Οτι υπάρχει γενικευμένη διαφθορά, ότι κρατικοί λειτουργοί παραβιάζουν όχι μόνο τους νόμους αλλά και βασικούς κανόνες ηθικής, ότι οι πολιτικοί εξαπατούν τον λαό και διάγουν έναν βίο που περιφρονεί τις ηθικές αξίες. Αρα, αν θέλουμε το καλό του κράτους και της κοινωνίας μας, πρέπει να φέρουμε την ηθική στην πολιτική. Η βαθύτερη παραδοχή φαίνεται να είναι ότι η πολιτική είναι βρώμικη και η ηθική καθαρή, ότι η ηθική θα εξαγνίσει την πολιτική και τα πράγματα θα γίνουν καλύτερα. Εφόσον η ηθική εισαχθεί στον πολιτικό μας βίο θα τον επαναφέρει στον σωστό δρόμο.
Παλαιότερα την ηθική επικαλούνταν κυρίως συντηρητικοί πολιτικοί και συντηρητικά κόμματα. Μπορούμε να θυμηθούμε το σύνθημα «τάξις και ηθική», την «Ηθική Πλειοψηφία» στην Αμερική του Ρίγκαν ή το «σεμνά και ταπεινά» του Κ. Καραμανλή. Το σημερινό αίτημα ωστόσο για τη λεγόμενη «ηθικοποίηση της πολιτικής» δεν εκπορεύεται κατ’ ανάγκην από τον συντηρητικό χώρο και έχει άλλα χαρακτηριστικά. Δεν θέλει την επιβολή μιας συγκεκριμένης ηθικής αντίληψης στην κοινωνία διά της πολιτικής και των πολιτικών, αλλά επιζητεί τον σεβασμό βασικών ηθικών αρχών στον χώρο της πολιτικής. Οι ηθικές αυτές αρχές δεν είναι υποχρεωτικά περιορισμοί αλλά όροι ανάπτυξης της δημοκρατίας και των θεσμών της.
Ενα απαράκαμπτο χαρακτηριστικό των νεωτερικών κοινωνιών, λόγω κυρίως της έμφασης που δίνουν στο ατομικό υποκείμενο, είναι ο πλουραλισμός των ηθικών αντιλήψεων. Καθ’ όλα ορθολογικά σκεπτόμενοι άνθρωποι διαφέρουν ριζικά ως προς το τι θεωρούν σωστό και τι λάθος. Το κράτος εντός του οποίου συμβιώνουν δεν θέλει να προαγάγει και να επιβάλει σε όλους έναν συγκεκριμένο ηθικό τρόπο ζωής, ούτε αποτελεί την ενσάρκωση ενός ηθικού συστήματος. Το κράτος των σύγχρονων δημοκρατιών τηρεί στάση ουδετερότητας απέναντι στους πολίτες του, οι οποίοι μπορούν απρόσκοπτα να επιλέξουν το δικό τους ιδεώδες ευτυχίας και ζωής. Στα θεμέλια βέβαια της κοινωνικής και πολιτικής θέσμισης υπάρχει ένα ελάχιστο ηθικών αξιών και αρχών που αποτελούν και τη βάση για τη διατύπωση των κανόνων δικαίου, χωρίς και πάλι να ταυτίζεται το νόμιμο με το ηθικό. Η ελευθερία, η ισότητα, η αυτονομία, η δικαιοσύνη, τα δικαιώματα κ.λπ. επιτελούν έναν πολιτικό ρόλο και συνιστούν ένα ελάχιστο πολιτικής συμφωνίας που επιτρέπει στο κράτος να διασφαλίζει και να προάγει την κοινωνική συμβίωση.
Υπάρχει λοιπόν η ηθική στην πολιτική, αλλά οι δύο σφαίρες είναι διακριτές. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχουν το ίδιο κέντρο αλλά διαφορετικές περιφέρειες. Οταν οι πολίτες ζητούν σήμερα την επιστροφή της ηθικής στην πολιτική, δεν θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι επιθυμούν να εισαγάγουν μονόλιθους καθαρότητας στο βρώμικο τοπίο της πολιτικής ώστε να γίνουν οι πολιτικοί και οι πολίτες ενάρετοι. Θέλουν να υπενθυμίσουν τις βασικές πολιτικές/ηθικές αρχές συγκρότησης της κοινωνίας μας σε αυτούς ακριβώς που, ενώ εξελέγησαν για να τις σέβονται, τις περιφρονούν προκλητικά. Ορισμένοι φοβούνται ότι η αναφορά στην ηθική οδηγεί σε μια δογματική προσκόλληση σε άκαμπτες αρχές όταν το καμίνι της πολιτικής απαιτεί ευελιξία και αποτελεσματικότητα. Προκρίνουν έτσι μια κυνική αντίληψη της πολιτικής η οποία μπορεί να μετέρχεται όλα τα μέσα –καιροσκοπικά, ηθικά και ανήθικα –προκειμένου να επιτευχθούν στόχοι, οι οποίοι ωστόσο, καθώς δεν συνδέονται με τις ελάχιστες κοινές πολιτικές/ηθικές αρχές που διέπουν την κοινή μας συμβίωση και προοπτική, μπορεί κάλλιστα να αυτονομηθούν και να υποταγούν σε ιδιοτελείς βλέψεις.
Μόνη νομιμοποίηση είναι η εντολή της πλειοψηφίας, ισχυρίζονται. Αυτό όμως δεν είναι σωστό. Στις σύγχρονες δημοκρατίες δεν κάνει ό,τι θέλει η πλειοψηφία και αυτοί που την εκπροσωπούν. Η πλειοψηφία είναι υποχρεωμένη να σέβεται, π.χ., και τα δικαιώματα της μειοψηφίας. Αυτό σημαίνει ότι η πολιτική μας συμφωνία και το δικαιικό μας σύστημα διαθέτουν έναν πυρήνα ηθικής που δίνει υπόσταση στη δημοκρατία μας χωρίς να εξαναγκάζει τους πολίτες να διάγουν έναν συγκεκριμένο ηθικό βίο. Οταν αυτός ο πυρήνας περιφρονείται, το κράτος και οι θεσμοί του γίνονται άθυρμα σφετεριστών.
Η κυρία Βάσω Κιντή είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ