Κοινά υπνωτικά χάπια συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο πνευμονίας αλλά και θανάτου εξαιτίας της, σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό περιοδικό «Thorax». Τα αποτελέσματα της μελέτης κρίνονται ως άκρως σημαντικά δεδομένου ότι πολλά άτομα σε ολόκληρο τον κόσμο και κυρίως μεγαλύτερης ηλικίας – περίπου ένας στους 10 ηλικιωμένους – λαμβάνουν τέτοιου είδους φάρμακα που ανήκουν στην κατηγορία των βενζοδιαζεπινών.

Μεγαλύτερος κίνδυνος πνευμονίας και θανάτου

Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Νότιγχαμ ανακάλυψαν ότι άτομα που λάμβαναν φάρμακα της συγκεκριμένης κατηγορίας, συμπεριλαμβανομένων της διαζεπάμης και της τεμαζεπάμης, αντιμετώπιζαν περισσότερες πιθανότητες εμφάνισης λοίμωξης των πνευμόνων. Παράλληλα, όπως προέκυψε από τη μελέτη, τα άτομα αυτά είχαν μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου από πνευμονία σε περίπτωση που έπασχαν από αυτήν.

Οι επιστήμονες που διεξήγαγαν τη μελέτη αναφέρουν ότι οι βενζοδιαζεπίνες έχουν σοβαρή επίδραση στο ανοσοποιητικό σύστημα και ζητούν περαιτέρω μελέτες σχετικά με την ασφάλειά τους. Σε ό,τι αφορά τα νέα ευρήματα που αφορούν συγκεκριμένα την πνευμονία σημειώνουν ότι ο βαθύς ύπνος που προκαλούν τα φάρμακα αυτά πιθανότατα οδηγεί σε συσσώρευση εκκρίσεων στους πνεύμονες.

Η μελέτη

Στο πλαίσιο της μελέτης τους οι ερευνητές μελέτησαν περί τα 5.000 άτομα που είχαν διαγνωσθεί με πνευμονία μεταξύ του 2001 και του 2002 και συνέκριναν το καθένα από αυτά με έξι άλλα άτομα (ίδιας ηλικίας και φύλου) τα οποία δεν είχαν διαγνωσθεί με πνευμονία.

Όπως είδαν, όσοι από τους εθελοντές είχαν λάβει έστω και μια φορά βενζοδιαζεπίνη αντιμετώπιζαν 54% μεγαλύτερο κίνδυνο πνευμονίας σε σύγκριση με εκείνους που δεν είχαν λάβει ποτέ τέτοιο φάρμακο. Παράλληλα όσοι νόσησαν με πνευμονία αντιμετώπιζαν αυξημένες κατά 1/5 πιθανότητες να πεθάνουν μέσα σε έναν μήνα από τη διάγνωση και αυξημένες κατά 1/3 πιθανότητες να πεθάνουν μέσα σε διάστημα τριών ετών.

Παράλληλα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα, τα άτομα που συνέχιζαν τη χρήση βενζοδιαζεπινών κατά τη διάρκεια της μελέτης αντιμετώπιζαν αυξημένο κατά 90% κίνδυνο να προσβληθούν από πνευμονία. Οι εθελοντές που είχαν κάνει πρόσφατα χρήση των φαρμάκων (μεταξύ ενός και τριών μηνών από την έναρξη της μελέτης) αντιμετώπιζαν αυξημένο κατά 95% κίνδυνο για πνευμονία ενώ οι παλαιοί χρήστες αντιμετώπιζαν αυξημένο κατά 40% κίνδυνο για πνευμονία.

«Ακτινογραφία» μεμονωμένων ουσιών

Οι ερευνητές προχώρησαν και σε ξεχωριστή εκτίμηση σχετικά με διαφορετικές ουσίες της κατηγορίας των βενζοδιαζεπινών. Είδαν ότι η διαζεπάμη, η λοραζεπάμη και η τεμαζεπάμη – όχι όμως και η χλωροδιαζεποξείδη – συνδέονταν με αυξημένο κίνδυνο πνευμονίας (με αύξηση του κινδύνου φάνηκε να συνδέεται και ένα υπνωτικό που δεν ανήκει στις βενζοδιαζεπίνες, η ζοπικλόνη).

Όπως γράφουν οι επιστήμονες στο Thorax «οι βενζοδιαζεπίνες και η ζοπικλόνη είναι ευρέως συνταγογραφούμενα φάρμακα με σημαντική επίδραση στο ανοσοποιητικό. Τα στοιχεία μας μαρτυρούν ότι μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο πνευμονίας αλλά και θανάτου εξαιτίας της. Τα στοιχεία αυτά συνάδουν με άλλα που έχουν προκύψει από κλινικές δοκιμές και έχουν εγείρει ανησυχία σχετικά με χρήση των συγκεκριμένων φαρμάκων σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ)– με αποτέλεσμα μάλιστα να υπάρχει σημαντική μείωση της χρήσης τους στις ΜΕΘ. Σε κάθε περίπτωση με δεδομένη την ευρεία χρήση των βενζοδιαζεπινών απαιτούνται περαιτέρω μελέτες οι οποίες θα κρίνουν την ασφάλειά τους σε ό,τι αφορά την εμφάνιση λοιμώξεων».

Υπογραμμίζεται ότι οι βενζοδιαζεπίνες έχουν ένα ευρύ πεδίο χορήγησης – χορηγούνται για το άγχος, την επιληψία, τους μυϊκούς σπασμούς και την αϋπνία. Χρησιμοποιούνται επίσης συχνά στην ανακουφιστική φροντίδα ως υπνωτικό για βαριά ασθενείς αλλά και σε αλκοολικά άτομα που προσπαθούν να νικήσουν το πρόβλημά τους.