Καμπανάκι κτυπάνε στο Μέγαρο Μαξίμου αρκετοί βουλευτές της Ν.Δ. για τη διείσδυση της Χρυσής Αυγής στον πυρήνα των δεξιών ψηφοφόρων, στοιχείο που προβληματίζει και σε πολλές εκλογικές περιφέρειες έχει σημάνει κυριολεκτικά συναγερμός για το πώς θα αντιμετωπιστεί η αντοχή που επιδεικνύει το ακροδεξιό κόμμα.

Αν και η ορμητική δημοσκοπική άνοδος της ΧΑ έχει ανακοπεί, δεν παύει όμως να βρίσκεται σταθερά στην τρίτη θέση των εκλογικών προτιμήσεων, προκαλώντας ανησυχία, όσο και εάν προσπαθούν να την κρύψουν, στην ηγετική ομάδα της Ν.Δ.

Πάρα πολλά είναι τα μηνύματα υπουργών αλλά και βουλευτών που προειδοποιούν την ηγεσία της Ν.Δ. ότι εάν δεν γίνουν συγκεκριμένες κινήσεις θα υπάρξει μεγάλο πρόβλημα, ειδικά σε περιοχές-«κάστρα» της δεξιάς, όπου παραδοσιακά υπερείχε εκλογικά.

Το μνημόνιο και οι επιπτώσεις στην κοινωνική και οικονομική ζωή των πολιτών, αλλά και η μεγάλη κρίση ταυτότητας που καταγράφεται, πολύ πιο έντονα το τελευταίο διάστημα, στον χώρο της φιλελεύθερης και λαϊκής δεξιάς, απελευθερώνει δυνάμεις προς τη Χρυσή Αυγή, αναγκάζοντας αρκετούς υπουργούς και πληθώρα βουλευτών να προειδοποιούν για τα χειρότερα.

Ενδεικτικό της ανησυχίας που επικρατεί στη Ν.Δ. για τις διαρροές προς τη Χρυσή Αυγή είναι ότι για πρώτη φορά, έπειτα από πάρα πολλά χρόνια, εστάλη στεφάνι από μέλος της κυβέρνησης και συγκεκριμένα από τον υπουργό Εθνικής Αμυνας κ. Π. Παναγιωτόπουλο, στο μνημόσυνο που έγινε το περασμένο Σαββατοκύριακο στο Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη.

Στην εκδήλωση που ξύπνησε μνήμες από το παρελθόν και στην οποία πρωταγωνίστησαν οι βουλευτές της Χρυσής Αυγής (παρέστη και αντιπροσωπεία του ΛΑΟΣ), εκπρόσωποι Ενώσεων Αποστράτων των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας και Βασιλικών Οργανώσεων αποδοκίμασαν την κίνηση της Ν.Δ. να στείλει στεφάνι.

Η τελευταία φορά που συμμετείχε η Ν.Δ. ήταν τον Δεκέμβριο του 1999, όταν παρέστησαν οκτώ «γαλάζιοι» βουλευτές, παρά τη γραμμή του κ. Κ. Καραμανλή για κατάργηση των «διαχωριστικών γραμμών» και θιασώτη του μεσαίου χώρου.

Επίσης τον Μάιο του 2011, στο Βίτσι, όπου το γενικό πρόσταγμα της εκδήλωσης είχαν βασιλικές και ακροδεξιές οργανώσεις, το στίγμα δεν έδωσε μόνο η αντιπαράθεση (με γιουχαΐσματα) Χρυσής Αυγής-ΛΑΟΣ κατά την κατάθεση στεφάνων, αλλά και η παρουσία των τότε δύο βουλευτών της Ν.Δ., κ.κ. Στ. Κωνσταντινίδη από τη Φλώρινα (παραμένει και σήμερα βουλευτής) και Ζ. Τζηκαλάγια.

Η ανησυχία κυριαρχεί στο κόμμα της Ν.Δ., καθώς στις μετρήσεις η Χρυσή Αυγή παγιώνεται στην τρίτη θέση, ενώ μέχρι στιγμής δεν φαίνεται ότι υπάρχει συγκεκριμένο στρατηγικό σχέδιο αντιμετώπισής της και η μόνη σύγκρουση που γίνεται είναι από ανούσιες προσωπικές αντιπαραθέσεις με τους ακροδεξιούς βουλευτές για τα εθνικά θέματα, τη δημόσια τάξη και την ασφάλεια, αλλά και αυτές σε τόνους που δεν φοβίζουν τον Μιχαλολιάκο.

Στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους – γιατί αποφεύγουν να μιλάνε δημόσια για το συγκεκριμένο θέμα – αρκετά μέλη του υπουργικού συμβουλίου, αναφέρονται στην οικονομική κρίση που προκαλεί μία ακραία κοινωνική κρίση και παραδέχονται πως αμφισβητούνται σε βάθος οι ιδεολογικές και πολιτικές συντεταγμένες της παραδοσιακής κεντροδεξιάς.

Για άλλους η δομική κρίση της παραδοσιακής φιλελεύθερης δεξιάς, στο πεδίο της δεξιάς «οικογένειας», απελευθερώνει δυνάμεις που αυξάνουν τη δύναμη της Χρυσής Αυγής και επισημαίνουν ότι δε είναι πλέον μόνο στήριξη λόγω διαμαρτυρίας, αλλά και συνειδητή επιλογή έκφρασης.

Το ανησυχητικό για αρκετούς βουλευτές της Ν.Δ. είναι ότι η Χρυσή Αυγή έχει βρει ένα πολύ μεγάλο ακροατήριο στο χώρο της αντιμνημονιακής δεξιάς ή της παλαιάς λαϊκής δεξιάς.

Το μείζον ερώτημα που θέτουν αρκετά μέλη του υπουργικού συμβουλίου είναι πώς αντιμετωπίζεται η Χρυσή Αυγή και πώς θα αποδυναμωθεί. Πειστικές απαντήσεις δεν δίνονται μέχρι στιγμής, ενώ είναι προς αξιολόγηση ότι το Μέγαρο Μαξίμου απέφυγε να σχολιάσει επισήμως την προ ημερών κίνηση του προέδρου του ΠαΣοΚ κ. Ευ. Βενιζέλου που εξαπέλυσε ολομέτωπη επίθεση στη Χρυσή Αυγή.

Η κίνηση του προέδρου του ΠαΣοΚ που αποκάλεσε «αντισυνταγματικό μόρφωμα» τη Χρυσή Αυγή και ανακοίνωσε τη λήψη πρωτοβουλιών για την αντιμετώπισή της, όπως τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα και του Κανονισμού της Βουλής, αν και ικανοποίησε το Μέγαρο Μαξίμου, εντούτοις κρίθηκε σκόπιμο να μη σχολιαστεί.

Στο πρωθυπουργικό επιτελείο είχαν εξ αρχής την άποψη ότι είναι λάθος μια απόφαση για να τεθεί εκτός νόμου η Χρυσή Αυγή και δεν θέλανε σε καμία περίπτωση να κάνουν δώρο στην ακροδεξιά, ενώ είναι ξεκάθαρη γραμμή για αυστηρή εφαρμογή των νόμων, αν και αρκετοί υπουργοί μιλάνε ευθαρσώς για την ανάγκη ανάληψης πρωτοβουλιών για τη δημιουργία ενός αντιφασιστικού μετώπου που θα αντιμετώπιζε ριζικά το πρόβλημα.

Ο Πρωθυπουργός, παρά τα μηνύματα ανησυχίας που φθάνουν, δεν δείχνει να ανησυχεί, εμφανίζεται ψύχραιμος και οδηγός του είναι η άποψη που είχε εκφράσει στα τέλη του περασμένου Σεπτεμβρίου, όταν μιλώντας στους «New York Times» είχε χαρακτηρίσει τη Χρυσή Αυγή «φούσκα που θα σκάσει» λέγοντας μεταξύ άλλων πως τα μέλη της δεν είναι «ιδεολογικοί οπαδοί» αλλά έχουν προσχωρήσει στο κόμμα καθοδηγούμενοι από ένα αίσθημα «αντι-συστημικής» απόγνωσης απέναντι στη διαρκώς αυξανόμενη δύσκολη οικονομική κατάσταση.