Πολλοί είναι αυτοί που επισημαίνουν στις μέρες μας τα αμιγώς οικονομικά μέτρα ως λύση στο δημοσιονομικό πρόβλημα του ελληνικού κράτους. Ωστόσο, θα πρέπει να αναλογιστούμε αν η κρίση που απασχολεί την χώρα μας έχει να κάνει απλά με αριθμούς, με έσοδα και με έξοδα.

Είναι δεδομένο πως ακόμα και αν επιτευχθούν δημοσιονομικά πλεονάσματα θα λείπει κάτι πολύ σημαντικό, ώστε να αφήσουμε οριστικά στο παρελθόν μια εποχή υπερκατανάλωσης, έλλειψης στοιχειώδους λογικής και μιας πλασματικής δημοκρατίας. Και αυτό το «κάτι» θα είναι η Παιδεία! Το να πετύχει μια κυβέρνηση πρωτογενή και δευτερογενή πλεονάσματα είναι κάτι τεχνικό και εφικτό μιας και η Οικονομική Θεωρία μάς παρέχει πληθώρα εργαλείων ιστορικά δοκιμασμένων, αλλά και οι ικανοί επιστήμονες υπάρχουν για να τα εφαρμόσουν στην πράξη.

Το συστατικό, όμως, που θα απογείωνε την συνταγή για την αντιμετώπιση της κρίσης είναι η Παιδεία, καθώς για την δημοκρατική και οικονομική ανέλιξη μιας κοινωνίας απαιτείται η καθοριστική συνδρομή του θεσμού αυτού. Στην Ελλάδα είναι καταφανές πως προσπαθούμε με λειψή συνταγή να επιλύσουμε μια κρίση της οποίας η διαστάσεις ξεπερνούν τα όρια της λογιστικής αντίληψής της. Συνεπώς, είναι μάταιο να πιστεύουμε πως η κρίση δεν θα μας ξαναχτυπήσει την πόρτα σύντομα, ακόμα και αν την ξεπεράσουμε στο παρόν.

Η εγγυήτρια δύναμη του δημοκρατικού πολιτεύματος και της οικονομίας μιας κοινωνίας είναι ο θεσμός της Παιδείας, ο οποίος στη χώρα μας διώκεται. Η δημοκρατία μας και η οικονομία μας είναι βαριά τραυματισμένες, διότι η Παιδεία είναι απούσα και δεν δύναται να προστατέψει τους θεσμούς αυτούς. Τα ελληνικά πανεπιστήμια δεν αποτελούν όπως ρομαντικά θέλουμε να πιστεύουμε «χώροι ελεύθερης διακίνησης των ιδεών» και αυτή είναι η σκληρή και τραγική αλήθεια.

Ενδεικτικό παράδειγμα, εδώ, αποτελεί ο εορτασμός της 17ης Νοεμβρίου της οποίας προηγήθηκε ένα τριήμερο κατά το οποίο τα πανεπιστήμια των Αθηνών παρέμειναν κλειστά. Οι πρυτανικές τους αρχές έσπευσαν να διαβεβαιώσουν πως τα πανεπιστήμια έκλεισαν «στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για αυτήν την ημέρα μνήμης». Στην πραγματικότητα, όμως, η λειτουργία των πανεπιστημίων ανεστάλη υπό την απειλή καταλήψεων. Ενώ η μόρφωση και συνεπακόλουθα η δημοκρατία και η ελευθερία θα έπρεπε να νικούν τον φόβο και τον αυταρχισμό, δυστυχώς συμβαίνει το αντίθετο.

Οι ισχνές μειοψηφίες των κομματικών υπαλλήλων και των λοιπών «αναρχοχαρούμενων» επιβάλλουν βίαια τους δικούς τους κανόνες και αποσαθρώνουν ό,τι έχει απομείνει από τον θεσμό της Παιδείας. Και οι κανόνες αυτοί περιλαμβάνουν την παρακώλυση της εκπαιδευτικής διαδικασίας, τις βιαιοπραγίες, τη διαφθορά σε μεταπτυχιακά προγράμματα και τις υλικοτεχνικές καταστροφές.

Από την άλλη πλευρά, βέβαια, θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι δεν φταίει μόνον αυτός που θεωρεί ως συνώνυμο της δημοκρατίας τον κανιβαλισμό. Φταίμε και οι υπόλοιποι φοιτητές που δεν φροντίσαμε με δημοκρατικές διαδικασίες να εξoβελίσουμε όλα αυτά τα καταστρεπτικά στοιχεία που λυμαίνονται την ακαδημαϊκή κοινότητα. Φταίνε επίσης και οι πρυτανικές αρχές που αποφεύγουν να βάλουν μια τάξη στα πανεπιστήμια, ώστε να αναδειχθεί επιτέλους το ανθρώπινο κεφάλαιο που υπάρχει σε αυτά.

Οι φοιτητές δεν οργανώθηκαν ποτέ σοβαρά ώστε να διεκδικήσουν μια καλύτερη Παιδεία και οι πρυτανικές αρχές περιορίζονται στους τίτλους και αδιαφορούν επιδεικτικά για την ουσία των καθηκόντων τους. Επομένως, είναι προφανές ότι η Παιδεία ομοιάζει με ασθενή που βρίσκεται σε κώμα και δεν μπορεί να αντιδράσει σε ό,τι συμβαίνει στον περίγυρο του. Ασφαλώς, κατανοούμε πως όλες αυτές οι παθογένειες και ο φόβος που επιβάλλουν οι αμόρφωτοι, αδαείς, ετεροκατευθυνόμενοι και ανευλαβείς δεν αφορούν μόνον στην ακαδημαϊκή κοινότητα, αλλά έχουν σοβαρές προεκτάσεις και συνέπειες σε ολόκληρη την κοινωνία.

Εάν λοιπόν αξιώνουμε την ύπαρξη μιας δημοκρατικής και ευημερούσας κοινωνίας, οφείλουμε να διεκδικήσουμε την εξυγίανση του θεσμού της Παιδείας και την ένταξη αυτού στο συνολικό σχέδιο «σωτηρίας» της πατρίδος μας.