Στην άσκηση της πολιτικής και στις διεθνείς σχέσεις των κρατών η δύναμη και η βία είναι τα πιο βασικά στοιχεία. Έτσι ήταν πάντα και απ’ ό,τι φαίνεται έτσι θα εξακολουθήσει να είναι. Η έννοια του δικαίου είναι μια προσχηματική και εντελώς θεωρητική έννοια με την οποία παρουσιάζεται η επιβολή των ισχυρών κρατών. Αν βρεθείς δε σε δύσκολη κατάσταση – όπως σήμερα στη χώρα μας -, τότε η άσκηση βίας παίρνει μορφές βαρβαρότητας.

Οι καλοί γνώστες των πραγμάτων στη διεθνή σκηνή γνωρίζουν ότι η κρίση στην Ελλάδα είναι περισσότερο εξωγενής κρίση και λιγότερο κρίση της Ελλάδας, είναι κρίση καπιταλιστική, είναι κρίση χρέους και διόγκωσης του χρέους, και όχι μόνο με την εφαρμογή φοβερής τοκογλυφίας. Απλώς η Ελλάδα – ως ο πιο αδύναμος κρίκος – επιλέχτηκε για την ολομέτωπη επίθεση του κεφαλαίου εναντίον των εργαζομένων και των κοινωνικών δυνάμεων, επιλέχτηκε για να αποτελέσει τηνπειραματική μεθοδολογία για την ανάκληση του κράτους πρόνοιας και των βασικών δικαιωμάτων του κόσμου της εργασίας (μισθού, σύνταξης, εργασιακών συνθηκών, δομικής και επαπειλούμενης ανεργίας κλπ).

Παρατηρείται σήμερα μια σύμφυση οικονομικών κέντρων και πολιτικών κέντρων που μετασχηματίζει ριζικά το περιεχόμενο της πολιτικής. Και επιλέγονται οι πιο σκληρές μέθοδοι και πρακτικές, δεν αρκούν τα παραδοσιακά εργαλεία του συστήματος εξουσίας των κοινοβουλευτικών καθεστώτων για την κατίσχυση των δυνάμεων του κεφαλαίου. Έχουμε εισέλθει ήδη σε έναν διακηρυγμένο (στο όνομα της ανταγωνιστικότητας) οικονομικό πόλεμο. «Στο διαρκή αγώνα τους να προάγουν την παγκόσμια αυτοκρατορία, οι πολυεθνικές, οι τράπεζες και οι κυβερνήσεις (ένα σύστημα που συλλογικά μπορεί να ονομαστεί εταιρειοκρατία) χρησιμοποιούν την οικονομική και πολιτική τους ισχύ ώστε να εξασφαλίσουν την υποστήριξη των επιχειρήσεων και των Μ.Μ.Ε., τόσο ως προς την ψευδή ιδέα περί απόλυτης ωφελιμότητας της οικονομικής ανάπτυξης, όσο και προς την επακόλουθή της. Έχουν μετατρέψει τον παγκόσμιο πολιτισμό σε μια τερατώδη μηχανή που η ανάγκη της για καύσιμα και συντήρηση αυξάνεται ραγδαία…

Μια συμβιωτική σχέση αναπτύχθηκε μεταξύ κυβερνήσεων (Η.Π.Α. και Ευρώπης), πολυεθνικών και διεθνών οργανισμών»[1]. Αλλά δεν πρόκειται μόνο περί αυτού. Ουσιαστικά σήμερα επιχειρείται ο μετασχηματισμός της ουσίας και των θεσμών της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Ο Γ. Χάμπερμας δίνει με ανάγλυφο τρόπο την όλη εικόνα: «Με τέτοιες προβληματικές καταστάσεις της παγκόσμιας κοινότητας σήμερα δεν βρίσκονται αντιμέτωπα μεμονωμένα κράτη ή συνασπισμοί κρατών παρά η πολιτική στον ενικό»[2].

Όσο οι πολιτικές δυνάμεις δεν βλέπουν την όλη εικόνα της πραγματικότητας και δεν αναλύουν τις βαθύτερες διεργασίες και μένουν στα επιφαινόμενα και στα διαχειριστικά ζητήματα, δεν πρόκειται να παίξουν τον ενεργό ρόλο που τους επιτάσσει η ιστορία και απλώς θα αναλωθούν όχι μόνο ως απλοί κομματικοί φορείς ακόμα και ως συλλογικοί θεσμοί από τις μυλόπετρες των ισχυρών οικονομικών κέντρων. Ασκεί, για παράδειγμα, η πολιτική σκηνή στη χώρα μας καμιά ουσιαστική αρμοδιότητα; Κάνει – τα τελευταία χρόνια – κάποιες πολιτικές επιλογές που οδηγούν στην ανάπτυξη;

Τα πολιτικά κόμματα είναι ουσιαστικά απαξιωμένα και χωρίς πολιτική ισχύ. Και είναι απαξιωμένα και από τις δυο «πλευρές των χαρακωμάτων», είναι χειραγωγημένα από τα ισχυρά οικονομικά κέντρα λόγω διαπλοκής και λόγω εξωθεσμικής τους σύνδεσης, είναι αδύναμα στον κοινωνικό χώρο και στη συνείδηση των εργαζομένων και των πολιτών λόγω της εκτεταμένης διαφθοράς τους και λόγω της εγκατάλειψης εκ μέρους των κομμάτων της βασικής λειτουργίας τους για αναδιανομή του εθνικού προϊόντος και λόγω της προσχώρησής τους στην επιλογή της συσσώρευσης κεφαλαίου σε όλο και λιγότερα χέρια.

Η ιστορία είναι γνωστή, έχει τους ίδιους πρωταγωνιστές, το ίδιο σκηνικό. Και έλαβε χώρα αυτή η ιστορία και πάλι έναν αιώνα περίπου πριν, στις αρχές του 19ου αιώνα, όπου «η συλλογική φτώχεια ήταν απλώς αποτέλεσμα ενός εκτροχιασμένου φιλελεύθερου καπιταλισμού, της μανιώδους υπερβολής των επενδυτών της Γουόλ Στριτ»[3]. Η επιδημική εξάπλωση της φτώχειας αλλά και η πρωτόγνωρη επώαση του «αυγού του φιδιού», το φασισμού στη χώρα μας – που έχει υποστεί τη σκληρή δοκιμασία του ναζισμού – είναι δηλωτικά στοιχεία της πλήρους υποχώρησης της έννοιας της πολιτικής, όπως τουλάχιστον την είχαμε γνωρίσει καθ’ όλη τη μεταπολεμική περίοδο.

Αλλά αν «ό,τι μέχρι χθες αποκαλούσαμε ‘πολιτική’ σήμερα αλλάζει κατάσταση»[4], αυτό θα γίνει μονομερώς από τις επιταγές των διεθνικών επιχειρήσεων και του κεφαλαίου; Σε μια τέτοια περίπτωση ποια θα είναι η εικόνα της πολιτικής και ποιες οι βασικές συνθήκες της δημόσιας ζωής; Αλλά οι κοινωνικές δυνάμεις, το συνδικαλιστικό κίνημα, οι εργαζόμενοι δεν πρόκειται να δεχτούν την υποδούλωσή τους και την υπαγωγή της ιστορίας σε εποχές βαρβαρότητας. Έχουν φοβερή δύναμη, έστω και αν σήμερα η αποτελεσματικότητά τους δεν είναι η αναμενόμενη. Έχουν το δίκιο με το μέρος τους. Μπορούν να ανατρέψουν την πορεία προς τον εργασιακό μεσαίωνα.

Οφείλουν να συνειδητοποιήσουν την ιστορική ευθύνη απέναντι στον κοινωνικό τους ρόλο, απέναντι στις επιταγές της ιστορίας, στο ίδιο το μέλλον τους. Οφείλουν να ενστερνιστούν το ιδεολογικό και ιστορικό φορτίο τους, να αγωνιστούν για «ψωμί, παιδεία, ελευθερία» – το σύνθημα / αίτημα που αποτελεί τη μεγάλη αφήγηση της μεταπολιτευτικής περιόδου – γιατί «η πείνα και ο αναλφαβητισμός, αυτές οι προσβολές κατά του πολιτισμού μας, πρέπει να εξαφανιστούν από τη γη»[5]. Και η δύναμή τους είναι οι μεγάλες αφηγήσεις της ιστορίας, οι αφηγήσεις που έφερναν την πρόοδο και το διαφωτισμό, δύναμή τους ήταν, είναι και θα είναι πάντα οι μεγάλοι συλλογικοί αγώνες – σαν του γύφτους σφυροκοπάμε αδιάκοπα στο ίδιο αμόνι (Αναγνωστάκης, Μ. , Είμαι αριστερόχειρ – και η δράση των κοινωνικών κινημάτων, μέσα από τα οποία θα αναδυθούν πολιτικά κόμματα χειραφετημένα από τις δυνάμεις της αγοράς.

[1] Perkins, J. (2007), Εξομολόγηση ενός οικονομικού δολοφόνου, Αθήνα: Αιώρα, σ. 19, 62

[2] Χάμπερμας, Γ. (2012), Για ένα σύνταγμα της Ευρώπης, Αθήνα: Πατάκης, σ. 123

[3] Τζουλιάδης, Τ. (2010), Οι εγκαταλειμμένοι, Αθήνα: Πατάκης, σ. 15

[4] Χάμπερμας, Γ. (2012), Για ένα σύνταγμα της Ευρώπης, Αθήνα: Πατάκης, σ. 156

[5] Ιμβριώτη, Ρ. (1972), Το κατηγορώ της νεολαίας, Αθήνα: Παιδαγωγική / Διογένης, σ. 90

http://anthologio.wordpress.com/