Βασικά θα έπρεπε να αισθάνεται άνετη. Η Ντόρα Μπακογιάννη έπαιζε την Τετάρτη στην «έδρα» της, σε ημερίδα του Συνδέσμου Γερμανικών Τραπεζών στο Βερολίνο με θέμα: «Ποια είναι η εναλλακτική λύση: Η Ευρώπη μεταξύ της κρίσης και ενός νέου ξεκινήματος».

Εξίσου φιλικοί εμφανίζονταν και οι συνομιλητές της: ο αντιπρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας των
Χριστιανοδημοκρατών Μίχαελ Φουξ, ο εκπρόσωπος της τράπεζας Unit Credit Bank, Τέοντορ Βίμερ, και ο πρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου της εταιρείας παραγωγής αυτομάτων συστημάτων Infineon Technologies, Βόλφγκανγκ Μαϊρχούμπερ.

Παρόλα αυτά, η νευρικότητά της ήταν στην αρχή εμφανής – απόρροια προφανώς της βαθιάς καχυποψίας των γερμανών ιθυνόντων απέναντι στους έλληνες πολιτικούς. Και αυτό επηρέασε και τις πρώτες τοποθετήσεις της, που έγιναν κατά το μότο: η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση.

Οι αδικαιολόγητες αιτιάσεις ορισμένων γερμανών πολιτικών τα τελευταία 2-3 χρόνια, είπε, έχουν κάνει μεγάλη ζημιά στην Ελλάδα.

Μομφές, όπως – εδώ αναφέρθηκε σε παλιότερες δηλώσεις της Άνγεκλα Μέρκελ χωρίς να την κατονομάσει – «οι Έλληνες είναι τεμπέληδες», «δουλεύουν λιγότερο από τους Γερμανούς», «κάνουν όμως μεγαλύτερες διακοπές και παίρνουν μεγαλύτερες συντάξεις» από εκείνους, δηλητηριάζουν το κλίμα και αποτρέπουν τους ξένους επιχειρηματίες από το να επενδύσουν στην Ελλάδα.

Ταυτόχρονα δημιουργείται ο μύθος, ότι η Ελλάδα ζει παρασιτικά εις βάρος των Γερμανών. «Στην πραγματικότητα, η Γερμανία δεν έχει χάσει μέχρι τώρα ούτε λεπτό από τις πιστώσεις της στην Ελλάδα, το αντίθετο μάλιστα, έχει κερδίσει ήδη 45 εκατομμύρια ευρώ από τους τόκους των δανείων της, και αν αυτό το πράγμα συνεχιστεί και με τις άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, το κέρδος της θα φτάσει τα 65 δισεκατομμύρια».

Το αποτέλεσμα της παραπληροφόρησης, πρόσθεσε, είναι, ότι ο μέσος Γερμανός νιώθει σήμερα ανατριχίλα όταν ακούει τη φράση «αλληλεγγύη με την Ελλάδα».

Το κοινό, ανώτατα στελέχη τραπεζών και επιχειρήσεων, δεν φαινόταν να πείθεται. Και αυτό την έκανε πιο «επιθετική». Στην Ελλάδα των τελευταίων 30 ετών, αναγνώρισε, είχε πρυτανεύσει η λογική του εύκολου και φθηνού δανεισμού. Αυτό δεν μπορούσε όμως να έχει μακροπρόθεσμα επιτυχία σε ένα κράτος, το οποίο είναι, επιμέρους τουλάχιστον, διεφθαρμένο.

Το αποτέλεσμα ήταν η ανώμαλη προσγείωση της οικονομίας μόλις ξέσπασε η κρίση. Το σημερινό πρόβλημα όμως, πρόσθεσε, είναι άλλης τάξης. «Το μόνο που μας λέει η τρόικα είναι: κάνετε οικονομίες και πάλι οικονομίες. Για ανάπτυξη ούτε κουβέντα. Αυτό είναι θανατηφόρο για την Ελλάδα» πρόσθεσε.

Και μία από τις τραγικές συνέπειες αυτής της πολιτικής, τόνισε, είναι η εμφάνιση και γιγάντωση ενός πρωτοφανούς για την Ελλάδα φαινομένου: του φασιστικού.

Το συμπέρασμά της: «Εκείνο που χρειαζόμαστε άμεσα είναι μια ανάσα: χρόνο για ανάπτυξη και για την ανασυγκρότηση του κράτους. Και όχι πιέσεις για έξοδο από την ευρωζώνη».

Αυτό το σημείο ήταν το πρώτο και μοναδικό, στο οποίο ο κ.Φουξ – ένα από τα «γεράκια των Χριστιανοδημοκρατών – πήρε θέση για την Ελλάδα.

«Κανείς δεν θέλει να διώξει την Ελλάδα από την ευρωζώνη» είπε. «Γεγονός είναι όμως, ότι η χώρα μπορεί να ξαναγίνει ανταγωνιστική μόνο αν κάνει εσωτερική υποτίμηση, εντός της ευρωζώνης, ή εξωτερική υποτίμηση, βγαίνοντας από αυτήν. Αυτό είναι όμως αποκλειστικά δική της υπόθεση».

Ο πάγος έσπασε, όταν πήρε το λόγο ο κ.Βάιμερ. «Κανείς σοβαρός γερμανός τραπεζίτης δεν τάχθηκε ποτέ υπέρ της εξόδου» τόνισε. Η στάση τους ήταν ανέκαθεν η παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη με τη βοήθεια βαθιών μεταρρυθμίσεων.

Ο ίδιος δήλωσε αργότερα στο «Βήμα» ότι το μόνο που φοβούνταν οι τραπεζίτες ήταν να μη φύγει η Ελλάδα από μόνη της από τη νομισματική ένωση. Και ότι τη στάση τους συμμερίζονταν εξίσου και οι πολιτικοί.

«Υπήρξε μόνο μια μικρή ανάπαυλα σε αυτό, όταν τέθηκε το θέμα της μείωσης των μελών της ευρωζώνης από 17 σε 12 ή 13 μέλη» είπε. «Αλλά αυτό δεν αφορούσε ειδικά την Ελλάδα και απορρίφθηκε εξάλλου σύντομα». Οι απειλές για έξωση, πρόσθεσε, απέβλεπαν στην απόσπαση των μέγιστων δυνατών ανταλλαγμάτων από την Αθήνα.

Το υπόλοιπο ήταν μια εμφανώς εκτονωμένη ατμόσφαιρα και μια πολύ πιο «χαλαρή» κ.Μπακογιάννη.

Η πρώην υπουργός Εξωτερικών, η οποία διαβεβαίωσε ότι ήταν από παλιά υπέρμαχος των μεταρρυθμίσεων, έδραξε την ευκαιρία να ζητήσει από τις γερμανικές ασφαλιστικές εταιρείες να επαναλάβουν την παροχή εγγυήσεων τύπου «Hermes» σε γερμανούς και άλλους εξαγωγείς – κάτι που είχαν διακόψει δραστικά τον τελευταίο καιρό.

«Η Ελλάδα έχει κάνει πολλά για την ανανέωσή της» είπε. «Καμιά άλλη χώρα στον κόσμο δεν έχει κάνει τόσες πολλές θυσίες χωρίς πόλεμο».

Η κατάσταση στη χώρα, πρόσθεσε, θα βελτιωθεί σημαντικά αν της δοθεί περισσότερος χρόνος. Και μαζί με την πολιτική ομαλότητα θα επιστρέψουν και οι ξένες επενδύσεις.