Στο κύριο άρθρο του εκδότη «του Βήματος» «ο έντιμος καπιταλισμός» (Κυριακή 16.9.2012) διατυπώνονται διαπιστώσεις για τον εκσυγχρονισμό της αγοράς εργασίας και τη μισθολογική θέση των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, διαχωρίζονται οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι οποίοι «θεωρούνται τάξη ευνοημένη», ενώ οι ιδιωτικοί υπάλληλοι «λογίζονται ως υποζύγια της οικονομίας» και εκφράζεται το συμπέρασμα ότι πρέπει η χώρα «να κόψει… μισθούς, συντάξεις κλπ. που για τους δημόσιους υπαλλήλους μπορεί να δικαιολογηθούν» και ότι «ο απλός πολίτης δεν αντιλαμβάνεται για ποιους λόγους πρέπει να κοπούν οι μισθοί των ιδιωτικών υπαλλήλων».
Η αντιδιαστολή στα σημεία αυτά γίνεται τελείως αόριστα και η θέση για τους δημόσιους υπαλλήλους παρεμβάλλεται χωρίς ουσιώδη συνάφεια με το κύριο περιεχόμενο του άρθρου, στο οποίο δεν μπορεί κάποιος να αντιτάξει σοβαρή διαφωνία. Ετσι αποβαίνει η αντιδιαστολή αυτή συνθηματολογία κενή, η οποία δεν δικαιολογείται για κύριο άρθρο σοβαρής εφημερίδας, στο οποίο δεν πρέπει να εκφράζονται προσωπικές απόψεις, αλλά αντικειμενικές διαπιστώσεις.
Με τον τρόπο αυτό διαχέεται, τροφοδοτείται και ενισχύεται μία επαναλαμβανόμενη ταύτιση των αμαρτιών νομοθετικής και εκτελεστικής εξουσίας με την τάξη των δημοσίων υπαλλήλων του κράτους και βαθαίνει επικίνδυνα το χάσμα στη λειτουργία του κράτους και τη συνοχή της κοινωνίας, που έχει διαταράξει η σοβούσα κρίση.

Νομικά και ηθικά η υποστήριξη για «ευνοημένη τάξη» υπονοεί προνόμια και παραβλέπει ότι η χώρα λειτουργεί με τους κανόνες δημοκρατικού συντάγματος και ότι ο κανόνας της ισότητας διατυπώνεται ως διάταξη και λειτουργεί ως ουσία στη βάση της ελεύθερης επιλογής του προσώπου ποιο επάγγελμα θα ακολουθήσει ανάλογα με τα προσόντα του και στη βάση της ίσης αμοιβής για ισάξιες υπηρεσίες. Αν υπάρχει ανισότητα αντίθετη με τις παγιωμένες αρχές και είναι διαφορετική η μισθολογική και δημοσιονομική μεταχείριση των δύο κατηγοριών υπαλλήλων (δομικά θέματα, όπως η μονιμότητα στην πραγματική της βάση ή η ειδική μισθολογική μεταχείριση κατά το Σύνταγμα απαιτούν ευρύτερη συζήτηση) τούτο πρέπει να διατυπώνεται με σαφήνεια σε συγκεκριμένη βάση ιδιαίτερα στις παρούσες συνθήκες.

Κατά την άποψή μου οι δημόσιοι λειτουργοί και υπάλληλοι δεν εξαιρούνται από «τα υποζύγια της οικονομίας», εργάζονται κάτω από τους πιο αυστηρούς κανόνες παροχής εργασίας και ο μισθός τους δεν είναι ανάλογος με το μέγεθος και την ποιότητα της εργασίας τους, όπως ανάλογα συμβαίνει και για ιδιωτικούς υπαλλήλους. Αναφέρομαι πάντα στον κανόνα και όχι στις παραβιάσεις του. Μπορεί όμως να σημειωθεί, ότι μάλλον στη δεύτερη κατηγορία ευδοκιμούν golden boys, δεύτερη και αδήλωτη εργασία και στοιχεία της ανατριχιαστικής φοροδιαφυγής και όχι στην πρώτη κατηγορία, αν εξαιρεθούν φυσικά δαπανηρές ΔΕΚΟ, για τις οποίες έχουν εφευρεθεί τα ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια.
Η παθογένεια, που ενδεχόμενα υπάρχει στα θέματα προσλήψεων, αμοιβών και μεταχείρισης προσώπων στον δημόσιο τομέα, είναι κατά βάση ίδια στον ιδιωτικό.
Στο δημόσιο τομέα υπάρχουν κανόνες αυστηρού ελέγχου, οι οποίοι αν εφαρμόζονταν θα εξίσωναν το κύρος του κράτους με την εξουσία του εργοδότη για απολύσεις υπαλλήλων, που πάντα είναι ελεγκτέες.
Ακριβώς τα συμπτώματα της όποιας παθογένειας πρέπει να αναδεικνύονται για να θεραπευθεί η ασθένεια και όχι να επιρρίπτονται συλλήβδην τα αρνητικά στοιχεία και να χαρακτηρίζουν την τάξη των δημοσίων υπαλλήλων. Αλλωστε στην πράξη σήμερα απολύτως μετρήσιμα είναι τα μεγέθη της απώλειας μισθού, συντάξεων και εφάπαξ παροχών των δημοσίων υπαλλήλων, όπως και ο αριθμός απολύσεως και το σαφές συμπέρασμα είναι ότι η καθαρότητα της μισθολογικής και συνταξιοδοτικής θέσης των δημόσιων υπαλλήλων αποτέλεσε τον πιο εύκολο δρόμο για την αφαίμαξη του προϊόντος προσωπικής εργασίας, η οποία πρέπει να εκτιμάται και στη βάση κατοχυρωμένου ατομικού δικαιώματος και στην ανθρώπινή της διάσταση χωρίς τυποποιημένα συνθήματα.
Μετά τιμής
Κων/νος Βολτής
επίτιμος αντιπρόεδρος ΝΣ Κράτους