Τρίβουν τα χέρια τους με ικανοποίηση . Καταστρώνουν καινούργια διαγράμματα με ανοδικές καμπύλες . Άλλωστε το μήνυμα είναι σαφές : οι καμπύλες πρέπει να κοιτάζουν πάντοτε προς τα πάνω , να χτίζονται διαρκώς πατώματα κέρδους . Κάθε φορά που χτίζεται ένα πάτωμα , βγαίνουν στους εξώστες , για να θαυμάσουν τη θέα . Κάτω απλώνονται μαγευτικά τοπία ισολογισμών και βουναλάκια στόχων . Χορταίνει το μάτι να θαυμάζει τα λαμπρά δημιουργήματα της απομόνωσης μέσα σε γυάλινα γραφεία , όπου πάντα υπάρχει ένας στόχος .

Κερδίζω : ένα παγκόσμιο ρήμα από το οποίο λείπει το πρώτο πληθυντικό πρόσωπο . Γιατί το κέρδος είναι μια μοναχική έννοια , επιβεβαιώνει το νόημά της μέσα στα όρια του ατόμου . Σπανίως του συνόλου . Ακόμη και σ’ εκείνες τις περιπτώσεις στις οποίες βραχυπρόθεσμα αγκαλιάζει το σύνολο , επαναστατεί και πασχίζει να επιστρέψει στον ένα , σαν το σκυλί που γυρεύει τον αφέντη του . Σταδιακά μάλιστα αποκτά προμηθεϊκές ικανότητες .

Χαρίζει στον εκλεκτό τα καινούργια δώρα των Θεών : τον δόλο και την αναλγησία , απαντλώντας από μέσα του τις τελευταίες κηλίδες ενοχής . Και εγένετο ο κερδοσκόπος . Όχι πως πρόκειται για μια καινούργια συνομοταξία ανθρώπου . Απλώς στην εποχή μας , τα χαρακτηριστικά του προσαρμόζονται στο πνεύμα της τεχνοκρατίας . Ο νέος κερδοσκόπος είναι η περίληψη μιας μέρας στο χρηματιστήριο .

Ένας νευρώδης επενδυτής στην αποτυχία του άλλου . Δυο χείλη που αντί για αίμα περιέχουν ποσοστά κι ένα μυαλό όπου τα πάντα είναι ταξινομημένα σε συρτάρια σκέψης , και για κάθε πρόβλημα ανοίγει το κατάλληλο συρτάρι . Πάνω απ’ όλα είναι ο ποιητής του αφηρημένου κέρδους , μιας θεωρητικής σύλληψης που βασίζεται σε φήμες , δηλώσεις και φοβίες , που ζει και πεθαίνει σαν το νυχτολούλουδο πάνω στην επιφάνεια ηλεκτρονικών πινάκων .

Και είναι σίγουρα εντυπωσιακή η δύναμη με την οποία η κερδοσκοπική αυτή νοοτροπία οξειδώνει το μέταλλο της ψυχής ακόμη και μορφωμένων ατόμων , τόσο που να μεταφέρεται με όχημα πλέον τη δική τους βαρύνουσα άποψη και στις παγκόσμιες πολιτικές ζυμώσεις , και μάλιστα ολοσχερώς απενοχοποιημένη .