Είθισται οι δυσλειτουργίες της ανώτατης εκπαίδευσης να αντιμετωπίζονται με μια προσέγγιση από την κορυφή προς τη βάση και όχι από τα κάτω προς τα πάνω, αρχίζοντας δηλαδή από τα καθημερινά και τα στοιχειώδη που καθορίζουν την εκπαιδευτική διαδικασία και διαμορφώνουν την πανεπιστημιακή ζωή. Ενα τέτοιο ζήτημα είναι και αυτό των λεγόμενων «αιώνιων» φοιτητών. Γιατί η Ελλάδα έχει «αιώνιους» φοιτητές (ενώ άλλες χώρες δεν έχουν); Πόσοι είναι και από ποιες κοινωνικές τάξεις προέρχονται; Μήπως η ύπαρξή τους οφείλεται στο γεγονός ότι εισέρχονται στα πανεπιστήμια μαθητές που δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις των σπουδών τους; Ως ποιον βαθμό η καθυστέρηση στις σπουδές οφείλεται σε οικονομικούς ή κοινωνικούς λόγους; Τι μαθησιακό αντίκτυπο έχει η εισαγωγή στο ίδιο τμήμα ικανών και πολύ αδύναμων σπουδαστών; Πόσο βοηθούνται οι φοιτητές να αποπερατώσουν τις σπουδές τους σε σχέση με άλλες χώρες;
Αν η κυβέρνηση προχωρήσει στην επιβολή διδάκτρων στους «αιώνιους φοιτητές, όπως πρότεινε το ΚΕΠΕ, φαντάζομαι ότι οι φοιτητικές οργανώσεις, και όχι μόνο, θα ξεσηκωθούν για την αντισυνταγματικότητα της ρύθμισης ή την υπονόμευση της δημόσιας εκπαίδευσης και δεν θα δουν το μέτρο ως ευκαιρία για να βελτιωθεί η εκπαιδευτική και εξεταστική διαδικασία στα Πανεπιστήμια. Να απαιτήσουν δηλαδή περισσότερα φοιτητικά δάνεια, πραγματικά ανώνυμη, διπλή και με κριτήρια βαθμολόγηση, τον συγκριτικό έλεγχο της βαθμολογίας κάθε μαθήματος με την αντιπαραβολή των ποσοστών επιτυχίας και αποτυχίας από την ΑΔΙΠ, την προετοιμασία για τις εξετάσεις με δοκιμαστικές εργασίες ή διαγωνίσματα, τη γραπτή ανατροφοδότηση (feedback) για κάθε εξέταση, τη διεύρυνση της αξιολόγησης με εργασίες και όχι αποκλειστικά με εξετάσεις κ.ά. Κάποιοι θα πουν ότι αρκετά από τα παραπάνω – που εφαρμόζονται σε ξένα πανεπιστήμια – είναι ανεδαφικά για την Ελλάδα με τους τεράστιους αριθμούς φοιτητών. Ενα τέτοιο όμως επιχείρημα επιβεβαιώνει τη θέση μου ότι η αρχή θα πρέπει να γίνει από τα χαμηλά (βελτιώνοντας τα βασικά) και όχι μόνο από τα ψηλά (τρόπος διοίκησης των ΑΕΙ). Η επιβολή διδάκτρων σε όσους καθυστερούν αδικαιολόγητα τις σπουδές τους δεν σημαίνει άλωση του δημόσιου πανεπιστημίου, αλλά μπορεί να συμβάλει στον έλεγχο της ποιότητας, τον περιορισμό αυθαιρεσιών, την πραγματική ισοδυναμία των προγραμμάτων σπουδών με ομόλογα άλλων πανεπιστημίων καθώς και τον εξορθολογισμό των απαιτήσεών τους.
Τα δίδακτρα για τους «αιώνιους» φοιτητές και όχι μόνο δεν πρέπει να αντιμετωπιστούν απλώς ως βολικός τρόπος κάλυψης του δημοσιονομικού ελλείμματος αλλά ως μοχλός πίεσης για βελτίωση των σπουδών και αποσαφήνιση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. H φετινή αύξηση των διδάκτρων στη Βρετανία έχει κινητοποιήσει τα πανεπιστήμια να προσφέρουν περισσότερες ώρες διδασκαλίας, περισσότερες υποτροφίες, καλύτερες υποδομές, λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη τις κρίσεις των φοιτητών. Οι έλληνες φοιτητές δεν έχουν διεκδικήσει πάντοτε τον ρόλο του εποικοδομητικού συνομιλητή για την πορεία της ανώτατης εκπαίδευσης. Ελπίζω το υπουργείο Παιδείας, μέσω της αναβαθμισμένης ΑΔΙΠ, να προετοιμάσει κάτι ανάλογο του βρετανικού National Student Survey και να εμπλέξει ουσιαστικά, και όχι διακοσμητικά ή παραταξιακά, και τους φοιτητές στη λογοδοσία των πανεπιστημίων. Αν οι φοιτητές ενστερνιστούν την αρχή «value for money» θα μπουν σοβαρά στο παιχνίδι της αλλαγής του ελληνικού πανεπιστημίου.
O κ. Δημήτρης Tζιόβας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Birmingham της Aγγλίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ