Γύρισες κοσμοξάκουστη , σε χρόνια περασμένα μ ‘ένα σενάριο κρυφό που στήσανε για σένα, οι άσπλαχνοι, οι αχόρταγοι ,οι συμφεροντολόγοι, οι δολοπλόκοι ,οι θρασείς και οι κομπιναδόροι.

Ρακένδυτη ψωμοζητάς σε πόρτες κλειδωμένες, σε χώρες πολυάνθρωπες αλλά καταχνιασμένες. Και σαν παιδάκι ορφανό και παραστρατημένο που έχασε το δρόμο του κι είναι κατατρεγμένο, σαν δράμα μεσαιωνικό ,σαν κάστρο γκρεμισμένο σαν σπίτι καλοθέμελο αλλά ερειπωμένο, έγινες σκέψη του Έλληνα ,του κάθε μετανάστη και ασύλληπτη στρατηγική του φοβερού δυνάστη!

Πού πήγε ο πλούτος κι η ομορφιά και ο πολιτισμός σου η λάμψη σου η θαυμαστή , ο ελεύθερος λαός σου, η γλώσσα κι η σοφία σου και ο ανθρωπισμός σου; Διάβολοι τρισκατάρατοι την προκοπή ζηλέψαν, των ιθυνόντων τα μυαλά ,εύκολα επλανέψαν.

Ακράνοιξες την πόρτα σου ,τη σπρώξαν με τη βία κι απόχτησες, αδούλωτη ,και πάλι εξουσία! Και η μαύρη σου ,μοιρόγραφτη, καταραμένη ώρα έφερε μες στην Άνοιξη ατέλειωτο Χειμώνα! Τα κουρασμένα χέρια σου, τα αλυσοδεμένα, που χρόνια πολεμούσανε να απελευθερωθούνε άδεια και διακονιάρικα και πάντα ματωμένα, πολλούς αιώνες μέτρησαν για να ξεκουραστούνε!

Χείμαρρος ασυγκράτητος, θολός ,ξεχειλισμένος έπεσε πάνω σου βαρύ, των δανειστών το μένος! Και τώρα τα κατάφεραν ,με την υπογραφή μας Θρήνος να γίνει ο θρίαμβος και τάφος η τιμή μας!