Μεγάλωσα στον Κολωνό, µια λαϊκή και σκληρή γειτονιά. Επικρατούσε κουτσαβακισµός, ψευτολεβεντιά, αγάπη για το περιθώριο. Ηταν καµάρι κάποιου να έχει πάει φυλακή. Αλλά έχω όµορφες αναµνήσεις. Θυµάµαι παίζαµε µπάλα µέσα στα αρχαία, ανάµεσα στις σαρκοφάγους. H Αθήνα τότε ήταν ωραία. Υπήρχε µια κοινότητα και µια κοινωνικότητα. Φυσικά υπήρχε και απελπισία. Ηταν µετά τον Εµφύλιο. Αλλά λόγω ανάγκης οι άνθρωποι ήταν πιο κοντά.

Οι γονείς µου ήταν µικροαστοί, άνθρωποι του µόχθου, µε την αγωνία να σπουδάσουν τα παιδιά τους. Και στους δύο κυριαρχούσε η ελπίδα για κάτι καλύτερο, κάτι που δυστυχώς σήµερα έχουµε πλέον χάσει.

Μικρός ήµουν µεγάλος παραµυθάς. Στις εκθέσεις του δηµοτικού αυτό που θέλουν να δουν είναι την ικανότητά σου να αποτυπώνεις τις σκέψεις σου για την πραγµατικότητα που ζεις. Εγώ, αντιθέτως, αποτύπωνα φαντασιώµατα και ψέµατα. Είχα παρασυρθεί και πίστευα ότι µπορώ να ζω τις ζωές των ηρώων από τα βιβλία που διάβαζα. Ο πατέρας µου µου αγόραζε πολλά, από Ταρζάν µέχρι Ντοστογέφσκι. Μια φορά ο δάσκαλος κάλεσε τη µητέρα µου στο σχολείο για να µάθει αν ήταν αλήθεια αυτό που είχα γράψει σε µία έκθεση, ότι ο παππούς µου ήταν εξερευνητής στη ζούγκλα.

Αν και ζω χρόνια στα Εξάρχεια, γειτονιά µου παραµένει ο Κολωνός. Ως και σήµερα µου αρέσει να επιστρέφω, αν και είναι δυσάρεστο καµιά φορά. Αισθάνοµαι σαν να γυρίζω στο 1950 µε αυτά που βλέπω. Οι παλιοί µου φίλοι, ακίνητοι µέσα στο καφενείο, σκιές, φαντάσµατα του παρελθόντος, ξαναζωντανεύουν… Αλλά νιώθω καλά όταν πατάω σε αυτά τα εδάφη.

Η κληρονοµιά µου από όσα έζησα στη γειτονιά ήταν τόσο βαριά, που όταν την περίοδο της δικτατορίας πήγα στην Αγγλία δεν µπορούσα να ενσωµατωθώ. Οι εικόνες του Κολωνού ήταν τόσο βαθιά χαραγµένες µέσα µου, στο ασυνείδητο και στην καρδιά µου, που µε κρατούσαν πίσω, σαν άγκυρα.

Μια µέρα, εντελώς ξαφνικά, αποφάσισα να µπαρκάρω στα καράβια. Ηταν µια νεανική τρέλα. Με µάγευαν τα ταξίδια και οι ιστορίες που άκουγα, αλλά η πραγµατικότητα ήταν πολύ διαφορετική. Το καράβι έχει µια πολύ σκληρή ρουτίνα και µια ανία. Ενάµιση χρόνο µετά γύρισα πίσω.

Το γράψιµο µε βοηθάει να γλιτώσω από την τρέλα. Φεύγω και ξεφεύγω. Επάγγελµά µου υπήρξε το σενάριο, αλλά αγάπη µου είναι το γράψιµο. Είσαι εσύ και το µολύβι σου. Εσύ και τα πλήκτρα. Εσύ και µια σελίδα. Στο σινεµά, αντιθέτως, µεσολαβούν πολλοί παράγοντες που µπορεί να επηρεάσουν το τελικό αποτέλεσµα.

Ξυπνάω πολύ πρωί και γράφω κάθε µέρα. Μπαίνω στην ιστορία και όπου µε βγάλει. Οπως είχε πει και ο Λόρκα, ο συγγραφέας είναι σαν κυνηγός µέσα σε ένα σκοτεινό δάσος: ώσπου να βρει την έξοδο απολαµβάνει τη διαδροµή.

Μου αρέσει να προβοκάρω. Και έχω την αφέλεια να πιστεύω πως ο αναγνώστης µπορεί να βοηθηθεί από αυτό που έχω γράψει. Να γίνει καλύτερος, να ωφεληθεί η ψυχή του. Και η ψυχή πιστεύω ότι βοηθιέται µόνο µε την αλήθεια. ∆εν µου αρέσει η συγγραφή που υπονοεί άλλα ή κρύβει πράγµατα.

Κάθε Κυριακή που ξεκινάω να πάω στο Αρχαιολογικό Μουσείο βλέπω ανθρώπους ξαπλωµένους στον δρόµο, από ναρκωτικά, από φτώχεια, από πείνα. Είναι σκληρά τα πράγµατα πια. ∆εν µπορεί κανείς να γράφει ποιήµατα.

Το πελατειακό σύστηµα της πολιτικής – οι κουµπαριές, το ρουσφέτι, η έλλειψη αξιοκρατίας – είναι ένας γόρδιος δεσµός που δεν µπορεί να λυθεί µε λόγια ούτε αναίµακτα. Με αγριάδα θα λυθεί. Η Ιστορία αυτό έχει διδάξει.

Ο έρωτας πάει µαζί µε την αγάπη, όχι ξεχωριστά. Είµαι τριάντα τρία χρόνια παντρεµένος και εξακολουθώ να πιστεύω στη µονογαµική σχέση. Το «πήδηµα» από περιβόλι σε περιβόλι δεν το κατανοώ. Η ξαφνική «αναστάτωση» που µπορεί να νιώσει κανείς για ένα νέο πρόσωπο είναι κάτι που γεννάει εκείνη η στιγµή, είναι ψεύτικο και εφήµερο. Η αµοιβαία έλξη στην αρχή είναι σωµατική, βασισµένη σε αισθητικά κριτήρια. Η κοινή πορεία όµως και η καθηµερινή τριβή είναι που κάνουν την αγάπη.

Θέλω να παλεύω µε τα φαντάσµατά µου. Αυτό προσπαθώ µέσα από τη συγγραφή. Οι φόβοι και οι ανασφάλειες δεν φεύγουν. Σηµασία έχει να µη σε λυγίζουν και να µη σε καθηλώνουν. Τους εφιάλτες σου δεν τους νικάς. Μόνο να συµφιλιωθείς µαζί τους µπορείς και να τους προσπεράσεις.

Ανά πάσα στιγµή παίρνουµε αποφάσεις που µπορεί να αλλάξουν την πορεία της ζωής µας. Αλλά πιστεύω πως όποια απόφαση κι αν πάρουµε θα οδηγηθούµε τελικά στον δρόµο που µας είναι γραµµένος. Οταν ήµουν µικρός, κανείς δεν βρέθηκε να µου πει πως είχα ταλέντο στο γράψιµο, να µε παρακινήσει να ασχοληθώ µ’ αυτό. Παρ’ όλα αυτά, έπειτα από διάφορες παρακάµψεις, βρήκα τον δρόµο µου. Αν κάποιος για οποιονδήποτε λόγο δεν βρει τον δρόµο του, νοµίζω ότι θα είναι πάντα δυστυχισµένος.

– Δέσποινα Λάδη

φωτο: Χρήστος Κοντός