Αν ασχοληθεί κανείς με τις κριτικές που κατακλύζουν τον διεθνή Τύπο για τον Λεωνίδα Καβάκο, ανακαλύπτει ένα εγκωμιαστικό παραλήρημα. Ελάχιστοι καλλιτέχνες σε παγκόσμια κλίμακα έχουν αξιωθεί να γίνουν αποδέκτες ανάλογων εκδηλώσεων από το κοινό. Αν θελήσει κανείς να παρακολουθήσει μια συναυλία στο Σικάγο, στο Βερολίνο, στο Τόκιο, στο Λονδίνο ή αλλού, όπου εμφανίζεται ο Λεωνίδας Καβάκος, θα διαπιστώσει ότι τα εισιτήρια έχουν ήδη από τις πρώτες ημέρες εξαντληθεί. Αν σταθεί κανείς έξω από μια αίθουσα, όπου έχει εκτελέσει ένα έργο ο Λεωνίδας Καβάκος, θα παρατηρήσει μια έκρηξη ευδαιμονίας αποτυπωμένη στα πρόσωπα των ακροατών του και μια βαθιά ευγνωμοσύνη να διανθίζει τα λόγια τους για το θείο δώρο που τους έτυχε. Παρ’ όλα αυτά, ο Λεωνίδας Καβάκος, που συγκαταλέγεται στους δέκα σπουδαιότερους βιολιστές του κλασικού ρεπερτορίου διεθνώς, που έχει παίξει με τις μεγαλύτερες ορχήστρες του κόσμου, γνωστός για την απαράμιλλη δεξιοτεχνία και ακρίβεια, τη σπάνια ευαισθησία, τον λυρισμό και τη βαθιά μουσικότητα, είναι ένας απλός, ευγενικός και προσγειωμένος άνθρωπος 45 χρόνων, άκρως προβληματισμένος για όσα συμβαίνουν γύρω μας, αλλά και εντός μας. Τον Λεωνίδα Καβάκο, άξιο πρεσβευτή του πολιτισμού μας στο εξωτερικό στους χαλεπούς καιρούς μας, θα τον απολαύσουμε τον επόμενο χρόνο στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών.

Τι ωραίο όργανο που είναι το βιολί, κύριε Καβάκο! «Ωραίο; Μαρτύριο είναι!».

Μαρτύριο για να το κατακτήσετε; «Είναι σαν τη σχέση με έναν άνθρωπο. Δεν μπορείς να το κατακτήσεις, δεν μπορεί να είναι ιδιοκτησία σου, δεν είναι δεδομένο. Το πόσο σε γεμίζει, βέβαια, είναι αδιαμφισβήτητο. Οσο και ένας άνθρωπος».

Πόσα βιολιά έχετε; «Το όργανο είναι σαν τη φωνή του ανθρώπου και δεν μπορείς να έχεις πολλές φωνές. Ενα χρησιμοποιώ, ως επί το πλείστον. Τα πολλά δημιουργούν σύγχυση».

Είναι δύσκολο να καταλήξει κανείς στο ένα; «Ναι, επειδή πρέπει να βρεις εκείνο που σε κάνει να νιώθεις ασφαλής και να σε εκφράζει. Συγχρόνως, πρέπει να εκφράζει και τα πολυδιάστατα αισθητικά ρεύματα της κλασικής μουσικής, που εκτείνεται σε μια περίοδο τεσσάρων αιώνων, κατά τη διάρκεια των οποίων αλλάζουν ακόμη και οι αποχρώσεις».

Οταν παίζετε, πάλλεται το σώμα σας και το χέρι σας μοιάζει συνέχεια του βιολιού. Εχετε κι εσείς αυτή την αίσθηση; «Οπωσδήποτε. Είναι κάτι που δεν το κάνεις συνειδητά, αλλά βγαίνει, γιατί τέτοιος είναι ο πνευματικός, ο ψυχικός και ο σωματικός συντονισμός. Κάποιες φορές είναι δύσκολο να τον πετύχεις».

Τα έχετε ασφαλίσει τα χέρια σας; «Αν τα έχω ασφαλίσει; Μου τα έχει ασφαλίσει ο Θεός. Τι να πω; Προσέχω, όσο μπορώ…».

Πώς έχετε κατακτήσει, στις εκτελέσεις σας, αυτή την ισορροπία και το μέγιστο αποτέλεσμα; «Τελειότητα δεν υπάρχει και η ισορροπία είναι σχετική. Αλλωστε, όταν είναι απόλυτη, δεν γίνεται τίποτα. Σκοπός μου δεν είναι η συναυλία, αλλά να βγει ένα μήνυμα διαφορετικό και προσωπικό για τον καθέναν από τους θεατές. Με ενδιαφέρει να τον αγγίξω θετικά ή αρνητικά – δεν έχει σημασία. Γιατί και το αρνητικό δημιουργεί δράση. Δηλαδή, με το αρνητικό μπορεί να τον βοηθήσω να αγαπήσει κάτι άλλο περισσότερο, και αυτό είναι επίσης σωστό. Η αποστολή της τέχνης δεν είναι να χαϊδεύει αφτιά».

Ποιο στοιχείο της μουσικής γεννά τη μεγαλύτερη συγκίνηση; «Η δομή δημιουργεί την ασύγκριτη συναισθηματική διέγερση. Η δομή είναι η τελειότητα. Γι’ αυτό πρέπει να γίνεται σεβαστή και να παρουσιάζεται όσο το δυνατόν πιο πειθαρχημένα. Σίγουρα, και ο προσωπικός ήχος του εκτελεστή είναι σημαντικός, όπως και η προσέγγισή του. Πρέπει να έχει τη συναίσθηση, όμως, ότι η ελευθερία του είναι περιορισμένη. Και, έχοντάς την, είναι πολύ πιο ελεύθερος από τον άλλον που πιστεύει ότι η ελευθερία του είναι απεριόριστη και μπορεί να λέει “παίζω Μότσαρτ όπως θέλω” – κάτι που γίνεται κατά κόρον. Αυτό είναι βέβηλο».

Είστε υπέρ ή εναντίον των διασκευών; «Δεν αντιτίθεμαι σε οτιδήποτε ποιοτικό που γίνεται με σεβασμό. Και ο Μπραμς έγραψε διασκευές και ο Ραχμάνινοφ εμπνεύστηκε από συνθέσεις παλαιότερες. Αυτό δεν σημαίνει ότι τις κατέστρεψαν. Αλλο να παίρνω κάτι και να το ακυρώνω ως ύπαρξη και άλλο να παίρνω κάτι που ως φάρος εκπέμπει ένα μήνυμα και εγώ το μορφοποιώ. Εχει μεγάλη διαφορά».

Ρυθμός, μουσικότητα… «Ο αρχαίος φιλόσοφος Αριστόξενος έλεγε ότι ο ρυθμός αρχίζει από τις τρεις κινήσεις, γιατί τις δύο τις καταλαβαίνουν και τα ζώα. Λοιπόν, όλη η ποπ μουσική, δηλαδή αυτό που θεωρεί μουσική το 99,9% του πλανήτη, στηρίζεται στις δύο. Ο ρυθμός έχει να κάνει με κίνηση και όχι με μια σταθερή και αμετάβλητη παλινδρόμηση. Ο ρυθμός έχει ροή. Και μουσική είναι κάτι που γίνεται ρυθμικά και αρμονικά. Γι’ αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με ήχους. Υπάρχουν και μουσικές που δεν ακούγονται. Υπάρχουν και άνθρωποι με μουσικότητα, πλάσματα που ξαφνικά βλέπεις μπροστά σου να περπατούν και λες “αμάν! Από πού ήρθε αυτό;”».

Οι εκτελέσεις σας καθηλώνουν βαρυσήμαντους κριτικούς σε διεθνή έντυπα, οι οποίοι συχνά καταφεύγουν σε ονειρικές εκφράσεις για να αποδώσουν την κρίση τους. «Εγώ τι να σας πω; Ευχαριστώ, αλλά δεν θέλω. Εγώ λέω ότι όποιος πιστεύει στις καλές κριτικές πρέπει να πιστεύει και στις κακές. Πάντα υπάρχουν και αυτές. Το θέμα της κριτικής είναι πολύπλοκο. Ας αναρωτηθούμε ποιο είναι το νόημα της ύπαρξής της. Οτι ο Τύπος δίνει σημασία στο γεγονός; Και πώς μπορεί να αποβάλει ο κριτής την υποκειμενική του θεώρηση; Δεν με ενδιαφέρει, λοιπόν, η καλή ή κακή κριτική. Αλλά και ο θεσμός αυτός δεν χρησιμεύει σε τίποτα».

Δεν στηρίζει εμμέσως τις τέχνες; «Θα ήταν προτιμότερο το έντυπο να αφιερώσει τον χώρο της κριτικής σε μια προσπάθεια οργανωμένη και συγκεκριμένη, για να συνεισφέρει στην κοινωνία. Για να της εξηγήσει τη σημασία των τεχνών στην εποχή μας. Γιατί ο άνθρωπος βαδίζει ως σώμα ακέφαλο σήμερα, εξαιτίας της έλλειψης πολιτισμού».

Και αν έπρεπε εσείς να γράψετε κριτική; «Θα έλεγα στους θεατές “πάρτε ένα χαρτί και γράψτε κάτι για αυτό που είδατε”. Μετά, θα έβγαζα ένα πόρισμα. Εδώ διαβάζεις τρεις κριτικές για την ίδια συναυλία και είναι τόσο αλληλοσυγκρουόμενες που μοιάζει σαν οι άνθρωποι αυτοί να έχουν παρακολουθήσει διαφορετικές. Ποιον να πιστέψω; Και τι κάνουμε; Εξυπηρετούμε μια κλειστή κοινωνία πάλι;».

Βλέπω θυμό στο πρόσωπό σας καθώς μιλάτε. «Θυμός βέβαια, αλλά και συνδυασμός πολλών συναισθημάτων. Ο θυμός πηγάζει από το ότι δεν μπορώ να διανοηθώ πώς είναι δυνατόν η ανθρωπότητα να είναι τόσο ηλίθια σήμερα. Οχι ότι εγώ είμαι ο έξυπνος, αλλά τουλάχιστον μπορώ να δω ότι είμαστε ηλίθιοι».

Γιατί το λέτε αυτό; «Λυπάμαι που το λέω, αλλά έχουμε φθάσει στο σημείο να ακούγονται φωνές ακραίες ως φωνές λογικές. Οι φωνές οι βρώμικες και ψεύτικες να έχουν τέτοια δύναμη που να μην μπορεί κάτι λογικό να ακουστεί ως λογικό. Και επειδή για εμένα δεν υπάρχει κάτι χωρίς το αντίθετό του, γι’ αυτό και ο θυμός μου είναι επίσης και χαρά. Γιατί όσο πιο γρήγορα πάμε προς τη διάλυση, τόσο πιο γρήγορα θα έρθει και η ανάσταση».

Εννοείτε τη διάλυση της Ελλάδας; «Μιλάω για όλον τον κόσμο. Είναι θέμα χρόνου η καταστροφή. Αν ένας ανεγκέφαλος κάνει μια κίνηση στο Ιράν ή αν φαλιρίσει η Αμερική που το χρέος της το έχει αγοράσει η Κίνα, θα επέλθει το χάος».

Αυτό μπορεί να σημαίνει ακόμη και έναν παγκόσμιο πόλεμο. «Ο,τι και να είναι. Συγγνώμη, αλλά είναι κατάσταση αυτή; Και εγώ είμαι βολεμένος. Επαγγελματικά έχω καταξιωθεί, έχω οικονομική άνεση, έχω πάνω από όλα την υγεία μου, τους ανθρώπους που αγαπάω, έχω μια ζωή τέλεια. Το θέμα όμως είναι ότι εγώ θεωρώ ότι η ζωή είναι θείο δώρο. Δεν είναι δικαίωμα. Ποιος έχει ποιο δικαίωμα και γιατί; Το είχε και προτού γεννηθεί; Πώς έχουν καθοδηγήσει έτσι τον κόσμο ώστε να πιστεύει ότι έχει μόνο δικαιώματα; Και πώς ο κόσμος, ενώ βλέπει ότι η ζωή δεν είναι μόνο δικαιώματα, συνεχίζει να το πιστεύει;».

Τι νομίζετε ότι φταίει; «Τα πάντα. Και κατ’ εξοχήν η Παιδεία. Διότι ένας άνθρωπος διαμορφώνεται στα πρώτα του χρόνια».

Γυρίζουμε πάλι στην πηγή. «Μα πώς μπορεί να μην υπάρχει;».

Είναι ματωμένη στις ημέρες μας; «Οχι! Η πηγή είναι εκεί, ατόφια. Οταν σταματήσει, σταματάνε όλα. Αλλά θεωρούμε ότι είμαστε πιο έξυπνοι από τις πηγές. Επιτέλους, μπορεί η ανθρωπότητα να σκύψει το κεφάλι σε ένδειξη ταπείνωσης;».

Και από σεβασμό; «Οχι! Το λέω γιατί αφουγκράζομαι μέσα μου ότι κάτι υπάρχει. Δεν το ξέρω αυτό το “κάτι” για να του αποδώσω σεβασμό. Αλλά κάτι νιώθω. Δεν σκύβει, λοιπόν, η ανθρωπότητα το κεφάλι σε αυτό το “κάτι”, αλλά όταν έρθει θα μας ρίξει μεγάλη σφαλιάρα. Γι’ αυτό νιώθω θυμό και χαρά μαζί. Και αναμονή και φόβο… Γιατί άνθρωπος είμαι…».

Και ο μόνος τρόπος για να συνέλθουμε από τον επερχόμενο καθαρτήριο τρόμο είναι οι τέχνες; «Ναι, επειδή υμνούν τον άνθρωπο. Την ηθική του, τον πνευματισμό του, τα κατορθώματά του, τα πάντα. Δεν υπάρχει άλλη σωτηρία. Και η θρησκεία, βέβαια, θα έλεγα, αλλά έτσι όπως εφαρμόζεται…».

Η οποιαδήποτε θρησκεία; «Οποιαδήποτε. Γιατί όχι; Δεν κατάλαβα…».

Αρκεί ο άνθρωπος κάπου να πιστεύει; «Οχι έτσι απλά! Το θέμα της θρησκείας είναι τεράστιο και δεν είμαι ικανός να το αναλύσω όσο και όπως πρέπει. Αλλά υπάρχουν τέσσερα συστήματα θρησκευτικά που είναι παγκόσμια και κοσμικά, με πληροφορίες ασύλληπτες. Μέσα από αυτά, θα μπορούσε ο άνθρωπος να καταλάβει πολλά».

Ως φιλοσοφία αντιμετωπίζετε τη θρησκεία; «Αυτό δεν είναι; Γι’ αυτό και λέω ότι όπως εφαρμόζεται σήμερα είναι απάτη. Δεν υπάρχει περίπτωση να σε σώσει. Ο κόσμος έχει γίνει άθεος επειδή ούτε την ανάλογη μόρφωση έχει ούτε κανένας τού εξηγεί. Και κάποιος με κριτική διάθεση βλέπει πόσο γελοία λειτουργεί το σύστημά της. Αποκαλείται ο Αρχιεπίσκοπος “παναγιότατος” και ο τάφος του Χριστού “πανάγιος”. Δηλαδή, ο Αρχιεπίσκοπος είναι πάνω από τον Χριστό!».

Διαβάζετε ιερά κείμενα; «Μελετώ αποσπάσματα των Γραφών που με βοηθούν. Και όχι μόνον αυτά. Δεν υπάρχουν – πιστέψτε με – πιο θρησκευτικά κείμενα από τις αναλύσεις του Πλάτωνα. Πόσα κοινά δεν έχουν με τη θρησκεία… Γιατί όμως σήμερα οι Ελληνες, εντός εισαγωγικών, βρίζουν τους χριστιανούς και οι χριστιανοί τους Ελληνες; Επειδή έχουμε κολλήσει στο ότι ο χριστιανισμός κατέστρεψε τα μνημεία; Εντάξει, έγινε. Μπορούμε τώρα να βρούμε ποιο είναι το κεντρικό νόημα;».

Πώς, αφού υπάρχει και χάσμα μεταξύ θρησκείας και επιστήμης; «Η επιστήμη χρειάζεται τη θρησκεία, επειδή η επιστήμη χωρίς όρια είναι καταστροφική. Και η θρησκεία όμως χρειάζεται την επιστήμη, διότι η θρησκεία ως δόγμα είναι επίσης καταστροφική. Γι’ αυτό, πρωταρχικός σκοπός των κοινωνιών θα έπρεπε να είναι η δημιουργία μιας τέτοιας Παιδείας που να προστατεύει την καλή φύση του ανθρώπου από την τερατώδη. Γιατί η τερατώδης δεν υπάρχει περίπτωση να νικήσει. Το θέμα είναι το αντίτιμο. Και ό,τι συμβαίνει σήμερα είναι οιωνοί. Αλλά οι άνθρωποι επιμένουν να τους αγνοούν ή νομίζουν ότι μπορούν ακόμη και να τους κατευθύνουν».

Θα δουλεύατε σε ένα κοινωνικό κίνημα αν σας εξέφραζε; «Θα ήθελα πάρα πολύ, αν αυτό βέβαια ήταν μέσω της μουσικής. Ας πούμε να έπαιζα σε σχολεία. Με ενδιαφέρει η συνομιλία με τα παιδιά. Μια τέτοια πρωτοβουλία όμως πρέπει να ανήκει σε οργανισμούς υπεύθυνους, που έχουν όραμα. Δεν θα συνεργαζόμουν, φυσικά, με υπουργεία, αλλά είπα στο Μέγαρο “μπορείτε να με αξιοποιήσετε. Δεν θέλω χρήματα”».

Στον χώρο της μουσικής τι σας ενοχλεί; «Οτι, με εξαιρέσεις, μια παράσταση θεωρείται καταναλωτικό αγαθό. Στην αρχαιότητα, πλήρωναν οι χορηγοί και έρχονταν οι θεατές. Μήπως έχουμε ανακαλύψει κάτι καλύτερο σήμερα; Εδώ ένας πολιτικός είπε “τώρα που διακυβεύεται το μέλλον της χώρας, εμείς δεν θεωρούμε ότι η Παιδεία και η Υγεία είναι προτεραιότητες”. Για ποια δημοκρατία μιλάμε όταν κάποιος που διεκδικεί να κυβερνήσει λέει ότι το πώς θα γίνουν σωστοί άνθρωποι τα παιδιά μου δεν αποτελεί προτεραιότητα για εκείνον; Στην αρχαία εποχή θα τον είχαν κρεμάσει. Εγώ σε δύο πράγματα είμαι αριστερός. Στην Παιδεία και στην Υγεία. Πρέπει να παρέχονται σε όλους. Αν ως κράτος δεν μπορείς να τα εξασφαλίσεις, είσαι κατάπτυστο. Από εκεί και πέρα, ό,τι μπορεί ο καθένας ας κάνει. Δώδεκα νότες χρησιμοποίησε ο Μότσαρτ, δώδεκα και εγώ. Αν γράψω εγώ, θα είναι έκτρωμα. Του Μότσαρτ όμως είναι θείο».

Συμφωνείτε λοιπόν ότι έχουμε τη δημοκρατία που μας αξίζει; «Βεβαίως. Διότι ούτε και η κοινωνία έχει κάνει την αυτοκριτική της. Πώς έγινε η Πεντέλη από καταπράσινο βουνό βράχος; Πώς χτίστηκαν τόσα σπίτια; Και, από την άλλη, ως κράτος, πώς λες “φοροδιαφυγή” έτσι απλά, χωρίς να αναφέρεσαι στα κοινωνικά αγαθά που θα προσφέρεις στους πολίτες συλλέγοντας τους φόρους; Και πώς γίνεται να πηγαίνεις να πληρώσεις τον φόρο σου και να σου φέρονται άσχημα; Να φύγουν! Τις προάλλες, τηλεφώνησα σε μια δημόσια υπηρεσία και κάποιος απάντησε “ναι;”. Τι “ναι“, ρε; Πού βρίσκεσαι; Σπίτι σου; Αφήστε αυτόν τον ενικό, που είναι ίδιον της νέας Ελλάδας, από το 1980 και μετά. Η ευγένεια όμως θεωρείται μειονέκτημα. Ελεος!».

Τον κόσμο που σας συναντά τον εντυπωσιάζει η απλότητά σας. «Το να είσαι απλός είναι χάρισμα και κατάκτηση, γιατί σημαίνει ότι έχεις εστιάσει σε σωστά σημεία την ύπαρξή σου. Το απλοϊκός είναι κακό».

Ησασταν διευθυντής της Καμεράτας του Σάλτσμπουργκ ως το 2010. Θα θέλατε ακόμη μια τέτοια συνεργασία; «Οχι. Με ενδιαφέρει με την ορχήστρα το βιολί να είναι η φωνή μου. Αρα θα ήθελα μια ορχήστρα δική μου κάποια στιγμή. Αυτή την περίοδο διευθύνω ορχήστρες συμφωνικές και όχι δωματίου και, μέσα από αυτές τις συνεργασίες, σίγουρα θα προκύψει κάποια άλλη, πιο σταθερή. Αλλά τώρα δεν θέλω, επειδή η καριέρα μου, ως σολίστ, εξελίσσεται διαφορετικά».

Επιθυμούσατε και κάτι το οποίο δεν έγινε; «Ηθελα να παίξω με τη Φιλαρμονική της Βιέννης, θα γίνει όμως το 2014, οπότε είμαι εντάξει και με αυτή την επιθυμία μου. Κοιτάξτε, δεν έχω τέτοια όνειρα καριέρας, δεν το είδα ποτέ έτσι, ούτε από τους γονείς μου, που είχαν και οι δύο μουσική παιδεία και ο πατέρας μου έπαιζε στην Κρατική Ορχήστρα, είχα τέτοια καθοδήγηση. Γι’ αυτό και δεν με νοιάζει. Και να μην παίξω κάτι, τι έγινε; Εμένα με ενδιαφέρει να δημιουργώ σχέση με το ακροατήριό μου».

Τώρα όμως πρέπει να είστε πολύ χαρούμενος που υπογράψατε συμβόλαιο με την Decca, μία από τις σοβαρότερες και μεγαλύτερες δισκογραφικές εταιρείες. «Ναι, είμαι πάρα πολύ χαρούμενος, αλλά και πολύ ικανοποιημένος για το χρονικό σημείο που προέκυψε η συνεργασία, διότι το συμβόλαιο με βρίσκει καλλιτεχνικά απολύτως έτοιμο και πλέον απευθύνομαι σε ένα κοινό το οποίο με ξέρει και με έχει κρίνει. Αρνητικά ή θετικά. Δεν έχω πλέον τίποτα να αποδείξω, αν παίζω βιολί και για πόσο θα παίζω, αν είμαι σοβαρός ή τυχοδιώκτης… Από 19 χρόνων βρίσκομαι σε αυτόν τον χώρο».

Με ποια έργα ξεκινάτε τη συνεργασία σας; «Με τις σονάτες του Μπετόβεν. Το κονσέρτο του Μπραμς θα ηχογραφηθεί του χρόνου και θα συνεχίσω με τις σονάτες του Μπαχ, σε σόλο βιολί. Η πρώτη εγγραφή έγινε ήδη στο Μέγαρο Μουσικής, με δική μου πρωτοβουλία. Αλλωστε, έχω δεσμούς παλιούς με το Μέγαρο. Οταν χτιζόταν και εγώ ήμουν 18 χρόνων, με φώναξε ο Χρήστος Λαμπράκης, λέγοντας “ελάτε να δοκιμάσουμε την ακουστική του. Είναι έτοιμη η αίθουσα”. Και πήγα και ήταν στα μπετά! Και μου είπε “παίξτε λίγο Μπαχ, να δούμε πώς ακούγεται”…».

Γίνατε πατέρας από τα 25 σας και έχετε δύο κόρες, την Ιόλη και τη Μυρτώ. Πώς είναι η σχέση σας; «Ευτυχώς καλή, ανοιχτή, όχι όμως όσο θα ήθελα. Και δεν θα μπορούσε να είναι, αφού έχω χωρίσει πάνω από δέκα χρόνια».

Ασχολούνται με τη μουσική οι κόρες σας; «Εμαθαν μουσική, αλλά δεν θα την επαγγελθούν. Η μικρή μου είναι πολύ καλή μαθήτρια και ετοιμάζεται για την Αρχιτεκτονική. Τραβάει ζόρια… Η μεγάλη μπήκε δεύτερη στη Σχολή Καλών Τεχνών».

Ετσι όπως ταξιδεύετε διαρκώς, σας μένει χρόνος για προσωπική ζωή; Και, με αυτά τα δεδομένα, πώς δημιουργεί κανείς μια σχέση, πώς συμβιώνει; «Σίγουρα δεν είναι εύκολο. Αλλά για τα πάντα υπάρχει χρόνος. Είναι θέμα επιλογών. Οσο για τη συμβίωση, είναι δύσκολη, όπως και για τους άλλους. Αυτό που λένε ότι “ο καλλιτέχνης είναι στον κόσμο του” δεν το ασπάζομαι, γιατί η τέχνη τι άλλο εκφράζει από τον άνθρωπο; Δεν μπορείς να ζεις σε μια κοινωνία και να είσαι εκτός. Και δεν μπορούμε να καταργήσουμε και τη φύση. Πιστεύω ότι μόνο μέσα από μια σχέση ολοκληρωμένη ολοκληρώνεται ο άνθρωπος».

Εσείς το πετύχατε; «Στο τέλος, θα σας πω. Είναι νωρίς ακόμη. Η ζωή είναι μια πορεία με εξέλιξη απρόβλεπτη. Το μεγαλύτερο λάθος είναι ότι προσπαθούμε να τη βάζουμε σε καλούπι, για να την ελέγχουμε. Αλλά μαθαίνουμε από τα λάθη μας. Αρκεί να έχουμε τη δύναμη να κρίνουμε τον εαυτό μας. Ετσι μόνο προχωράμε».