Το εκλογικό σώμα μίλησε, αλλά ποιός το άκουσε; Συνοπτικά: 4 στους 10 Έλληνες αρνήθηκαν για δικούς τους λόγους να ψηφίσουν και η πλειοψηφία των υπολοίπων αποφάσισε συνέχιση των μέτρων με βαριά καρδιά. Τα τόσα μέτρα ύστερα από τόσο καιρό και τόσα μνημόνια έχουν γίνει πλέον χιλιόμετρα, που για να τα διανύσει κανείς χρειάζεται πλέον μόνο υπομονή. Το σύνολο του ελληνικού λαού εκφράστηκε πιο καθαρά ενισχύοντας τα δύο πρώτα κόμματα.

Η δεύτερη αυτή ψήφος αποτελεί συνειδητή ψήφο. Τώρα αν είναι εκφοβισμού, απόγνωσης ή συγκατάβασης, συνταγματικά είναι αδιάφορο, κοινωνιολογικά όμως αξιοπρόσεχτο. Ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι το μόνο που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί είναι ότι τουλάχιστον, η επιλογή μέσα από την εκλογή του κόσμου, αποτελεί ψήφο επιβεβαίωσης. Το ότι ενισχύθηκε δε, συγκεκριμένο ακραίο κόμμα, παρά τις μεγάλες, παράπλευρες απώλειες των ερυθρών και των ανεξάρτητων κατά τα άλλα Ελλήνων, αποτελεί γερή δοκιμασία στη Δημοκρατία, που θα τεστάρει τις αντοχές της.

Το μωσαϊκό έχει τα ίδια χρώματα αλλά περισσότερη ένταση. Νικητής δεν υπήρχε. Τα χαμόγελα ήταν είτε προσποιητά, είτε γλυκόπικρα από οποιαδήποτε πλευρά και αν προέρχονταν. Θέλω να πιστεύω ότι τουλάχιστον αυτό το γνωρίζουν. Για τους ηττημένους δε θα μιλήσω: Οι Έλληνες ψηφοφόροι δεν είχαν άξιες επιλογές και ανάμεσα στους τυφλούς, ίσως επιλέχθηκαν κάποιοι μονόφθαλμοι. Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας καθάρισε (όχι ο ίδιος) τις γυαλιστερές του πολυθρόνες, οι οποίες ένιωθαν μοναξιά και απελπισία από την πολλή σκόνη τον τελευταίο καιρό και οι οποίες περιμένουν τους επιδέξιους πολιτικούς αρχηγούς, τους οποίους θα συντροφεύσουν για κάποια λεπτά δημοσιότητας, για να αποφασιστεί μία κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας, ενότητας, συνεννόησης, συνασπισμού (χωρίς τον Συνασπισμό) ή όπως αλλιώς ο καθένας τη βαφτίσει.

Ο τόπος προς το παρόν χρειάζεται συναίνεση, μέχρι να δούμε που θα οδηγήσει η νέα σύνθεση της Βουλής. Αν η κυβέρνηση δεν δοκιμαστεί στην πράξη, αν δεν αφουγκραστεί την κοινωνία, δεν μπορούμε να μιλάμε για απόδοση και αποδοτικότητα. Το ευκταίο θα ήταν πεντακομματική ευρεία κυβέρνηση συνεργασίας. Δεν θα επιτευχθεί. Παρ’ όλα αυτά, το πόκερ των πολιτικών αρχηγών αυτή τη φορά μάλλον δεν θα καταλήξει σε πασιέντζα του Προέδρου της Δημοκρατίας, διότι ο λαός κουράστηκε να ψηφίζει τα αυτονόητα και υπάρχει μια υπορρέουσα ατμόσφαιρα κομματικής υποχώρησης και έστω φαινομενικής πολιτικής συναίνεσης.

Τους συμμαθητές μας στην πρώτη τάξη του δημοτικού, του γυμνασίου ή του λυκείου, δεν τους επιλέγουμε εμείς, αλλά πρέπει να περάσουμε με αυτούς κάποιο χρονικό διάστημα, μέχρι να δούμε με ποιους θα δέσουμε. Έχουμε φτάσει σε ένα σημείο που το πείσμα των πολιτικών αρχηγών ξεπερνάει κάθε όριο ανεκτικότητας, ο προσωπικός τους εγωισμός και το πάθος τους να κληρονομήσουν έναν πάφτωχο κόμη τον τίτλο του και μόνο, έχει οδηγήσει στη συνέχεια της ταινίας «Φουρτουνάκηδες και Βροντάκηδες» χωρίς αισιόδοξο τέλος. Ο νέος τύπος πλέν ψηφοφόρου δεν έχει φανατισμένο ιδεολογικό προσανατολισμό, κάτι το οποίο μπορεί να αποβεί ως το μοναδικό θετικό σημάδι αυτής της ασταθούς κοινοβουλευτικής περιόδου, γιατί έχει δημιουργήσει σκεπτόμενους πολίτες.

Η Ελλάδα χρειάζεται μία τονωτική ένεση, έστω και προσωρινής, σταθερότητας, η οποία μπορεί να δοθεί μέσα από μία συναίνεση πολιτικής, που είτε οδηγεί προς το Ευρώ είτε έξω από αυτό, πάντως κάπου να οδηγεί. Ο φοίνικας αναγεννιέται από τις στάχτες του, απλά πρέπει πρώτα να καεί. Η χώρα δεν χρειάζεται περισσότερο κάψιμο. Είναι και καλοκαίρι. Ας μη δώσουμε την ευκαιρία στην (υπόλοιπη) Ευρώπη να μας κάνει υποδείξεις. Ας φανούμε ότι είμαστε κύριοι του εαυτού μας, σαν να είμαστε όλοι σε μια κερκίδα, σαν να σηκώνουμε όλοι το ίδιο μπλε-άσπρο κασκόλ, σαν να υμνούμε τον Καραγκούνη κι ας είμαστε Ολυμπιακοί. Αυτό πάει να πει συναίνεση, κι ας τη γράφει κανείς με όποια γράμματα θέλει, αρκεί να σημαίνει το ίδιο.

δικηγόρος Αθηνών, LL.M. HU Berlin