Ολα δείχνουν ότι η διαφορά του πρώτου κόμματος από το δεύτερο θα είναι οριακή – όπως προέβλεπαν οι δημοσκοπήσεις. Αυτή η διαφορά, λόγω του εκλογικού νόμου, δεν θα απεικονίζεται στη νέα Βουλή, όπου το πρώτο κόμμα θα έχει το μπόνους των 50 εδρών.

Και είναι το σημείο που μπορεί να ανάψει φωτιές –κυριολεκτικά- αν οι επικεφαλής των κομμάτων δεν δείξουν σύνεση, ωριμότητα, ανωτερότητα. Στοιχεία που, κακά τα ψέματα, δεν είναι και τα χαρακτηριστικά τους…

Από εκεί και πέρα, το εκλογικό αποτέλεσμα το ερμηνεύει κανείς όπως του αρέσει – οι νικητές θα είναι περισσότεροι από ένας, σε κάθε περίπτωση.

Εκείνο όμως που δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αμφισβητηθεί είναι η δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ. Κυρίως του προέδρου της ΚΟ, Αλέξη Τσίπρα. Που δείχνει ότι, ακόμη και αν σε αυτές τις εκλογές δεν πάρει την πρώτη θέση, είναι απλώς θέμα χρόνου να το πετύχει. Με ποσοστά, πια, που δεν θα αφήνουν αμφισβήτηση όχι για την πρωτιά, αλλά και για την αυτοδυναμία.

Για να μη συμβεί αυτό πρέπει να ικανοποιηθούν όλες οι άλλες συνθήκες:

– να βγει απόψε η Νέα Δημοκρατία πρώτο κόμμα

– να κάνει κυβέρνηση ο Αντώνης Σαμαράς

– η κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά να ανταποκριθεί σε όσα δεν έχουν έως σήμερα ανταποκριθεί οι προηγούμενες κυβερνήσεις του προηγούμενου δικομματισμού. Και έτσι να αποκτήσει πάλι η Νέα Δημοκρατία ποσοστά αυτοδυναμίας μετά τις επόμενες εκλογές.

Λίγο δύσκολα όλα αυτά. Πολύ δύσκολα, για την ακρίβεια.

{{{ moto }}}

Αρα, ακόμη και στην περίπτωση που δεν νικήσει απόψε (που μοιάζει τώρα τόσο πιθανή όσο και να νικήσει), ο Αλέξης Τσίπρας δεν έχει παρά να περιμένει. Το θέμα είναι τι θα κάνει όσο περιμένει – εφόσον βεβαίως σχηματιστεί κυβέρνηση από τους άλλους.

Η πορεία του μετά την 6η Μαΐου δείχνει ότι μαθαίνει γρήγορα. Και ότι έχει αρχίσει να καταλαβαίνει πως όσο πλησιάζει προς την εξουσία, τόσο πιο ενωτικός και εθνικός οφείλει να παρουσιάζεται. Ακόμη και αν αναιρεί τον εαυτό του. Ακόμη και αν στεναχωρεί παλιούς φίλους του.

Το ζήτημα όμως δεν είναι η «ωρίμανση» -ή οι «κωλοτούμπες»- του Τσίπρα. Το θέμα είναι η επόμενη μέρα. Δηλαδή, αύριο Δευτέρα.

Και εκεί, είτε είναι πρώτος είτε δεύτερος, ο Αλέξης Τσίπρας πρέπει να συμπεριφερθεί ως πρωθυπουργός (πραγματικός ή εν δυνάμει) της χώρας. Ολης της χώρας. Ενας άλλος πρωθυπουργός, μιας άλλης Ελλάδας. Αυτό που θέλουν όσοι τον ψήφισαν αλλά και όσοι (περισσότεροι) ψήφισαν κάποιον άλλον.

Μιας Ελλάδας που σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να γυρίσει και άλλο πίσω…

ΥΓ: Ακόμη και μετά το υψηλό ποσοστό των προηγούμενων εκλογών υπήρχαν άνθρωποι, σοβαροί και έμπειροι περί της πολιτικής, που δεν «έβλεπαν» στον Τσίπρα δυναμική πρωτιάς. Είναι οι ίδιοι που πέρυσι τέτοιον καιρό δεν έβλεπαν πολιτική έκφραση από το κίνημα των Αγανακτισμένων. Οι ίδιοι που, σταθερά τα τελευταία χρόνια, μεταφράζουν ως πραγματικότητα τις επιθυμίες τους – ή, χειρότερα, στερούνται πλέον επιθυμιών. Γι’ αυτό και μάλλον αποτυγχάνουν σταθερά σε ό,τι κάνουν όλα αυτά τα χρόνια. Και παίρνουν στον λαιμό τους όλους τους υπόλοιπους, ακόμη και τους πολιτικά ομοίους τους…