Είναι πολύ ευχάριστο που από την περασμένη Πέμπτη ξαναβλέπουμε στο σινεμά ύστερα από πάρα πολλά χρόνια απουσίας μία από τις πιο υποτιμημένες και συγχρόνως μία από τις πιο χαρακτηριστικές ταινίες του βωβού κινηματογράφου, η οποία κατά περίεργο τρόπο ηχεί επίκαιρη σήμερα. Η ταινία είναι το «Μωρέ, κουράγιο!» («Safety last»), γυρισμένη το 1923 με πρωταγωνιστή τον Χάρολντ Λόιντ, έναν κωμικό που δεν απέκτησε ποτέ τη φήμη και το κύρος των Μπάστερ Κίτον και Τσάρλι Τσάπλιν αλλά που με τα χρόνια έτυχε ανάλογης (αλλά καθυστερημένης) αναγνώρισης. Τη σκηνοθέτησαν οι Φρεντ Νιουμέγερ και Σαμ Τέιλορ, αλλά στην πραγματικότητα ψυχή και σάρκα της είναι ο ίδιος ο Λόιντ ο οποίος πρωταγωνιστεί στον ρόλο του αφελούς χωριατόπαιδου, που λέγεται απλώς το Αγόρι, είναι ερωτευμένο με το Κορίτσι και ενώ φεύγει για τη μεγαλούπολη με όνειρα καταλήγει να αγωνίζεται για να πληρώσει το νοίκι ως κλητήρας.
Το χαρακτηριστικό στυλ του Χάρολντ Λόιντ με τα γυαλάκια και το ψάθινο καπελάκι έχει αξιοπερίεργο ιστορικό. O Χάρολντ Κλέιτον Λόιντ γεννήθηκε στη Νεμπράσκα το 1893 και σε ηλικία 12 ετών άρχισε να ασχολείται με σχολικές θεατρικές παραστάσεις. Αφού πέρασε από κομπάρσος, ο Λόιντ αρχικώς υποδύθηκε έναν εντελώς διαφορετικό ήρωα, τον Λόνσαμ Λουκ, σε παραπάνω από 70 φιλμάκια μικρού μήκους. Αργότερα είδε μια βωβή ταινία όπου ο ήρωας φοράει τα γυαλιά του έπειτα από μια σκηνή δράσης. Κάπως έτσι υιοθέτησε τα γυαλιά, ένα αξεσουάρ που «καθιστά ξεχωριστό το πρόσωπο, αλλά όχι αξιοπρόσεχτο με τον τρόπο που το καθιστούν το ονειροπόλο βλέμμα του Κίτον και το μουστάκι του Τσάπλιν» όπως σημειώνει ο κριτικός κινηματογράφου Ρότζερ Ιμπερτ. Ο «Γυαλάκιας» έγινε πολύ δημοφιλής στη δεκαετία του 1920 («Girl Shy», 1924, «The Freshman», 1925 κ.ά.).
Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του «Μωρέ, κουράγιο!» αφορά το τεράστιο ρολόι που βρίσκεται στην κορυφή ενός ουρανοξύστη. Είναι πράγματι ο Χάρολντ Λόιντ αυτός που βλέπουμε να κρέμεται από τον δείκτη; Μιλάμε για το 1923 όταν τα ειδικά εφέ δεν ήταν ακριβώς ατού του κινηματογράφου. Η επιλογή δραματικών γωνιών λήψης κάνει το ύψος να φαίνεται υπερβολικό και ο ίδιος ο Λόιντ ανέφερε ότι υπήρχε μια πλατφόρμα από στρώματα δυο-τρεις ορόφους κάτω από αυτόν. Το γεγονός πάντως παραμένει ότι πολλές από τις λήψεις ήταν αληθινές. Μετά τον θάνατό του το 1971, σύμφωνα με τον κριτικό Ντένις Σβαρτς, «αποκαλύφθηκε τελικά ότι η αναρρίχηση στο δωδεκαώροφο κτίριο πραγματοποιήθηκε με τη βοήθεια ενός κασκαντέρ». Το νούμερο με το ρολόι ήταν εμπνευσμένο από μια παράσταση του κασκαντέρ Μπιλ Στρόθερ, την οποία ο Λόιντ είδε τυχαία στον δρόμο.
Μετά τη σαρωτική επέλαση του ομιλούντος κινηματογράφου, ο Χάρολντ Λόιντ ξεχάστηκε. Το 1947 ο Πρέστον Στέρτζες θέλησε να κάνει ένα αφιέρωμα στην καριέρα του Λόιντ και την ταινία «The Sin of Harold Diddlebock» που όμως απέτυχε. Τρία χρόνια αργότερα, ο παραγωγός Χάουαρντ Χιουζ την επανεξέδωσε με τον τίτλο «Mad Wednesday». Και πάλι μια αποτυχία, με μόνο κέρδος την υποψηφιότητα του Λόιντ για τη Χρυσή Σφαίρα καλύτερου ηθοποιού. Το 1953 έλαβε τιμητικό Οσκαρ και το 1971 πέθανε σε ηλικία 78 ετών.

πότε & πού:
Η ταινία «Μωρέ, κουράγιο!» προβάλλεται κατ’ αποκλειστικότητα στην αίθουσα Ζέφυρος στο Θησείο

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ