Ο Καζαντζάκης έγραψε «οι πόρτες του παραδείσου και της κόλασης είναι ίδιες και η μία δίπλα στην άλλη». Η πολιτική φιλολογία, για να μην πούμε λογοδιάρροια, που βιώνουμε στα κανάλια και τον Τύπο δεν μας επιτρέπει να κάνουμε την διάκριση μεταξύ σωτηρίας και καταστροφής του Εθνους. Κανένα κόμμα δεν προτείνει ένα σαφές πρόγραμμα εξόδου από την κρίση. Οι τετριμμένες κουβέντες, όσο λογικές κι αν φαίνονται δεν θέτουν εθνικούς στόχους πίσω από τους οποίους θα συμπτυχθούν οι Ελληνες για να δώσουν την μάχη κατά της κρίσης, και το πραγματικό δίλημμα δεν είναι «μνημόνιο ή όχι μνημόνιο» αλλά κάτι διαφορετικό που δεν διατυπώνεται ξεκάθαρα.
Γιατί όμως δεν διατυπώνεται; Διότι πρέπει τα κόμματα να λύσουν τον γρίφο, και αυτό δεν το κάνουν ή δεν θέλουν να το κάνουν, διότι οι πιθανότητες σφάλματος σε κάποια συγκεκριμένη πρόταση, να μην τους βγει σωστή είναι μεγάλες. Αρα, προτάσεις αόριστες, κατάρες εναντίον των δανειστών μας, κατάρες εναντίον των αντιπάλων που ό,τι κι αν λένε είναι απαράδεκτο, συνιστούν ένα έδαφος ασφαλές χωρίς κινδύνους.
Έτσι, οι πολιτικοί μας, αντί να κλειστούν στην Βουλή και να μην βγει άσπρος καπνός παρά μόνον όταν έχουν ένα «εθνικό σχέδιο σωτηρίας της χώρας», πίσω από το οποίο στρατεύονται όλοι, και μια «κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας» που θα το εφαρμόσει με αφοσίωση, προτιμούν να κάνουν εκλογικές αναμετρήσεις χωρίς αποτέλεσμα.
Αυτό, στην συγκεκριμένη στιγμή είναι καθαρή ανοησία, και σφάλμα το οποίο μόνον εγωιστές και αρτηριοσκληρωτικοί μονομάχοι της κομματικής πολιτικής, μπορούν να διαπράξουν. Διότι, ας υποθέσουμε το απίθανο, ότι ένα κόμμα βγάλει κυβέρνηση, τότε αν ένα άλλο κόμμα, έστω και μικρό, σηκώσει καιροσκοπικά την σημαία της αντίθεσης, τότε φαινομενικά αλλά και πραγματικά ο ελληνικός λαός θα φανεί διχασμένος και η Ελλάδα δεν θα ανακτήσει την χαμένη αξιοπιστία της. Ας μην απατώμεθα, έξοδος από την κρίση χωρίς ομοψυχία του ελληνικού λαού, δεν υπάρχει.
Στην πρόσφατη έκθεσή της η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας επισημαίνει: «Μεταξύ των αυτονόητων αλλαγών περιλαμβάνονται: Η πάταξη της φοροδιαφυγής, η εξυγίανση της δημόσιας διοίκησης, η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και η ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος που αποτελούν ακρογωνιαίους λίθους της προσαρμογής με βασικό ρόλο στην ανάκαμψη της οικονομίας. »Αλλαγές που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την κοινωνική στήριξη στο Πρόγραμμα περιλαμβάνουν την επέκταση της χρονικής διάρκειας προσαρμογής και την αυξημένη πρόνοια για τις πιο αδύναμες κοινωνικές ομάδες που δοκιμάζονται από την κρίση. Οι εταίροι μας πιθανόν να αντιμετώπιζαν με μεγαλύτερη ευελιξία τις προαναφερόμενες προσαρμογές και την επιπρόσθετη χρηματοδότηση που απαιτείται (η έγκριση της οποίας θα απαιτούσε απόφαση Συμβουλίου Κορυφής και εγκρίσεις από Κοινοβούλια χωρών της Ευρωζώνης), στο βαθμό που εξασφαλιζόταν μια αξιόπιστη πολιτική δέσμευση για αποφασιστική εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και επίτευξη των αναπροσαρμοσμένων δημοσιονομικών στόχων
Αυτό που προέχει λοιπόν τώρα είναι η εθνική συνοχή για ένα πρόγραμμα εθνικής σωτηρίας, η Βουλή, με μια «κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας», μακριά από κομματικούς υπολογισμούς και υστεροβουλίες, θα το σχεδιάσει και θα το εφαρμόσει, εξηγώντας το, πρώτα στον ελληνικό λαό και μετά στους εταίρους και δανειστές μας και θα τους πείσει για την επιτευξιμότητα των στόχων του.
Το πρόγραμμα αυτό θα πρέπει να περιέχει στόχους αλλαγής για μια νέα Ελλάδα που ανεξάρτητα από το ποια παράταξη την κυβερνάει θα ξαναβρεί, τον δρόμο της προόδου και την ιστορική θέση που της αρμόζει μέσα στο πανόραμα των δημοκρατικών ευνομούμενων και ελεύθερων κρατών. Ναι η Ελλάδα έχει πολλά ατού, και πρώτα απ’ όλα τους σωστούς ανθρώπους της, τους νέους της, εργάτες, αγρότες, επιχειρηματίες, επιστήμονες και δημόσιους λειτουργούς, που δεν ζητούν τίποτε άλλο παρά ένα περιβάλλον κοινωνικό-πολιτικό που θα τους επιτρέψει να προκόψουν, χωρίς χάρες και ρουσφέτια, χωρίς θέσεις για κηφήνες στο δημόσιο, ξαναβρίσκοντας τις παλιές αξίες, που επέτρεψαν στον λαό αυτό να ξαναγεννηθεί.
Θα πρέπει σήμερα, μια «τεχνοκρατική κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας» να προετοιμάσει αλλαγές σε σύνταγμα, παιδεία, οικονομία, κοινωνικό κράτος, ανταγωνιστικότητα, δικαιοσύνη, που θα τις προωθήσει, ταχύρρυθμα, για θέσπιση. Αυτές οι αλλαγές θα πρέπει να είναι τέτοιες που θα πείσουν πρώτα τον ελληνικό λαό και εν συνεχεία ολόκληρη την διεθνή κοινότητα, που μας χλευάζει σήμερα, και ιδιαίτερα τους ευρωπαίους εταίρους ότι:
1)οι ενδογενείς λόγοι που συνέβαλαν στην κρίση χρέους, έχουν εντοπισθεί και έχουν αντιμετωπιστεί θεσμικά, έτσι ώστε να εκλείψει κάθε πιθανότατα επανεμφάνισης τους στο μέλλον.
2)Ο ελληνικός λαός θα κάνει όποιες θυσίες είναι ανεκτές, και θα δουλέψει σκληρά, για την αποπληρωμή ενός χρέους το οποίο θα είναι βιώσιμο, μέσα από την ανάπτυξη στην οποία θα συμβάλλουν και οι ευρωπαίοι εταίροι μας να επιτευχθεί.
3)Το επιχειρηματικό περιβάλλον της χώρας διασφαλίζει τον επενδυτή από κάθε κίνδυνο διοικητικό ή κοινωνικό, προσφέροντας ένα σταθερό φορολογικό και εργασιακό πλαίσιο.
4)Θα προτείνουμε στους εταίρους μας – δανειστές- ένα σχέδιο (δικό μας μνημόνιο) αποπληρωμής του χρέους που θα είναι συμβατό διαχρονικά με την δυνατότητα της ελληνικής οικονομίας και με την διατήρηση του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων, δεδομένων των θυσιών που έχουν ήδη υποστεί.
5)Είμαστε ανοικτοί σε κάθε βοήθεια από τους εταίρους για την αναδιοργάνωση του κράτους και για την δημιουργία μιας αποδοτικής και αποτελεσματικής και πλήρως ελεγχόμενης Δημόσιας Διοίκησης ανεξάρτητης από κάθε παρεμβατισμό πολιτικών ή κομματικών οργανώσεων.
6)Η διαφάνεια στο δημόσιο θα αποκατασταθεί πλήρως μέσα από νέα συστήματα καταγραφής και διατήρησης της πληροφορίας. Οι υπηρεσίες της θα διοικούνται από Γενικούς Γραμματείς, μόνιμους δημόσιους υπάλληλους, υψηλών προσόντων και επιδόσεων.
7)Η ΔΔ θα εφαρμόζει το πρόγραμμα της κυβέρνησης μέσα στο πλαίσιο του νόμου. Ο έλεγχος, η αξιολόγηση, η απόδοση ευθυνών και οι διαδικασίες συνεχούς καλυτέρευσης θα εδραιωθούν σε ολόκληρο το δημόσιο τομέα, όπου θα έχει πριν πλήρως αποκατασταθεί η ιεραρχία και η λογοδοσία.
Θα μπορούσε κανείς να επεκταθεί σε πολλές άλλες προτάσεις που είναι αναγκαίες για την αλλαγή στο κράτος και την κοινωνία. Ομως από κάπου πρέπει να αρχίσουμε. Αυτό που έχει σημασία τώρα είναι να ξέρουμε τι θέλουμε και ποιες είναι οι προτεραιότητες μας και να ψάξουμε να δούμε ποιο κόμμα πρεσβεύει αυτά που εμείς θεωρούμε τα πλέον σημαντικά και επιτεύξιμα, πριν του δώσουμε την ψήφο μας. Έτσι μόνο θα έχουμε κάποια πιθανότητα να ανοίξουμε την πόρτα του παραδείσου αντί γι’ αυτή της κόλασης.
Ο καθηγητής κ. Φώτης Νανόπουλος είναι πρώην διευθυντής της Eurostat (phn@otenet.gr)