Μετά τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα που αύξησαν πολύ το εκλογικό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ ζούμε καθημερινά έναν πόλεμο ανακοινώσεών του κατά πάντων. Κοινός τόπος όλων των πολεμικών ανακοινωθέντων η αντιμετώπιση όσων «τρομοκρατούν τον λαό με πλαστά διλλήματα» και συκοφαντούν αυτό το κόμμα που είναι το μόνο που «ξέρει , θέλει και μπορεί» να προστατέψει «το δίκιο του λαού».

Δύο είναι οι πολιτικές λαθροχειρίες του ΣΥΡΙΖΑ εν προκειμένω:

1. Να πείσει όσους αφελείς υπάρχουν ότι κάθε απόπειρα αντιπαράθεσης στις θέσεις του δεν συνιστά κριτική αλλά συνομωσία «των μνημονιακών! δυνάμεων» εναντίον του. Διεκδικεί έτσι έναν λόγο που εν ονόματι της ορθότητάς του προσπαθεί να εμποδίσει κάθε κριτική αποτίμησή του, παραγνωρίζοντας ότι έτσι, το μόνο που καταφέρνει είναι να προκαλεί τόσες υποψίες εναντίον του, που κάνουν πιο πειστική την ανάγκη κριτικής διαύγασής του.

2. Να αντικαταστήσει στον καθημερινό πολιτικό λόγο του (και στον δικό μας) την έννοια του πολίτη (των πολιτών), της Καρτεσιανής δηλαδή αυτοπροσδιοριζόμενης υποκειμενικότητας, με την βολική έννοια του λαού μιας ολότητας χωρίς ατομικά χαρακτηριστικά και κατά συνέπεια χωρίς προσωπική ορθολογική συμμετοχή και αποτίμηση στα γεγονότα που τον αφορούν.

Δηλαδή κάνει ακριβώς ό,τι έκαναν τόσα χρόνια ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΚΚΕ. Κολακεύοντας ασύστολα αυτόν τον «καλό λαό», ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να δώσει-στον αξιακό άξονα των εννοιών-προτεραιότητα στην έννοια του «καλού» έναντι της έννοιας του «ορθού», όπως ακριβώς το ΚΚΕ δίνει προτεραιότητα στην έννοια της ισότητας έναντι της έννοιας της ελευθερίας.

Πρόκειται για όψεις του ίδιου νομίσματος. Πρόκειται για τον τρόπο που η αριστερά όλων των αποχρώσεων στη χώρα μας κατανοεί τον κόσμο, μέσα από τη διαρκή άγονη θεωρητική της παλινδρόμηση ανάμεσα στα αντιθετικά ζεύγη νεωτερικότητα-παράδοση , κοινωνία-κοινότητα, ορθολογισμός- ψυχισμός, εντός μιας μηδέποτε πλήρως Διαφωτισθείσας Ελληνικής κοινωνίας. Στο πλαίσιο αυτό και υπό την πίεση της οικονομικής χρεοκοπίας του Δημοσίου (και όχι της χώρας όπως δολίως λέγεται), το ΚΚΕ υποχώρησε άτακτα προς το παρελθόν υιοθετώντας αφ’ενός Σταλινικές επιβολές του «δίκιου του εργάτη» και αφ’ ετέρου μια απλοϊκή παιδική αντιπαράθεση με «το σύστημα» μέσω των αστείων όρων της «αντεπίθεσης» και της «ανυπακοής»!

Στον χώρο του παλιού ΚΚΕ εσ. και αργότερα ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ επιχειρήθηκε ένας εκσυγχρονισμός που έμεινε ατελής. Με επικεφαλείς του εγχειρήματος παλιά και νέα στελέχη του ΚΚΕ και ένα μέρος της αριστερόστροφης Πανεπιστημιακής διανόησης ο ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ παρέμεινε αμήχανος και αναποφάσιστος, μπροστά στην ιδεολογική πίεση που ασκούσε πάνω του το τοπίο της οικονομικής παγκοσμιοποίησης από τη μία και του πολυπολιτισμικού χάρτη που δημιουργούσε το τεράστιο μεταναστευτικό ρεύμα από την άλλη.

Εκ των πραγμάτων η αριστερά είχε αν όχι να επιλέξει τουλάχιστον να συμβιβάσει την υπεράσπιση της δημοκρατικής νομιμότητας που βασίζεται στις εγγυήσεις της διαδικαστικής δημοκρατίας, με την πολιτική της πολιτισμικής αυτοεπιβεβαίωσης, που χαρακτηρίζει την Ελληνική κοινωνία, με οξυμένο μάλιστα τρόπο λόγω του τεράστιου αριθμού νόμιμων και παράνομων μεταναστών. Μια κοινωνία όπου ανέκαθεν η παράδοση κατισχύει της νεωτερικότητας, η κοινότητα υπερέχει της κοινωνίας, το ιδιωτικό συμφέρον νικά το δημόσιο συμφέρον, ο Μύθος υποβαθμίζει τον Λόγο και αυτά επιτηδείως πλασσάρονται από τα προνομιούχα κρατικοδίαιτα στρώματα, με επικεφαλής την οκνηρή καθηγητική Πανεπιστημιακή γραφειοκρατία, ως υπεράσπιση του «πολιτισμού» μας. Που κινδυνεύει (διαχρονικά) από κάποια σκοτεινή συνομωσία, την ύπαρξη της οποίας σοφοί γέροντες καθημερινά μας αποκαλύπτουν από τις στήλες της «Ελεύθερης Ώρας»!