Ένα τεστ αίματος το οποίο μπορεί να ανιχνεύσει τον καρκίνο του μαστού χρόνια πριν την εκδήλωσή του, ίσως να είναι διαθέσιμο σε πέντε ως δέκα χρόνια. Αυτό αναφέρουν ερευνητές από το Imperial College του Λονδίνου σύμφωνα με τους οποίους η εξέταση θα εντοπίζει τις γυναίκες υψηλού κινδύνου για τη νόσο επιτρέποντάς τους να λαμβάνουν προληπτικές θεραπείες και να αλλάζουν τον τρόπο ζωής τους ώστε να κρατούν τον καρκίνο μακριά.

Ο επίμαχος «γενετικός διακόπτης»

Οι επιστήμονες εντόπισαν έναν «γενετικό διακόπτη» που φέρει μια στις πέντε γυναίκες και ο οποίος διπλασιάζει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του μαστού, όπως αναφέρουν με δημοσίευσή τους στην επιθεώρηση «Cancer Research». Στη λειτουργία του συγκεκριμένου «διακόπτη» επιδρούν παράγοντες του τρόπου ζωής όπως το αλκοόλ, το κάπνισμα, η ρύπανση αλλά και οι ορμόνες.

Στις γυναίκες που διαθέτουν αυτό το γενετικό «προφίλ» ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου του μαστού εμφανίζεται σε αναλογία 1 προς 4 σε σύγκριση με αναλογία 1 προς 8 που ισχύει για τον γενικό πληθυσμό.

Οι λεπτές επιγενετικές αλλαγές που αυξάνουν τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού μπορούν να ανιχνευθούν χρόνια πριν την εμφάνιση συμπτωμάτων της νόσου, σημειώνουν οι βρετανοί ερευνητές.

Προκειμένου να καταλήξουν σε αυτό το συμπέρασμα ανέλυσαν δείγματα αίματος από 1.380 γυναίκες διαφορετικών ηλικιών, 680 εκ των οποίων ανέπτυξαν στη συνέχεια καρκίνο του μαστού.

Το γονίδιο των λευκών αιμοσφαιρίων

Ανακάλυψαν ισχυρή σύνδεση μεταξύ του κινδύνου για καρκίνο του μαστού και της ύπαρξης μοριακών αλλαγών σε ένα γονίδιο που ονομάζεται ΑΤΜ και το οποίο εκφράζεται στα λευκά αιμοσφαίρια.

Στη συνέχεια οι επιστήμονες αναζήτησαν στοιχεία σχετικά με την αιτία αυτών των μοριακών αλλαγών. Διερεύνησαν τη μεθυλίωση, μια χημική διεργασία η οποία είναι γνωστό ότι λειτουργεί ως «διακόπτης» που αλλάζει τον τρόπο λειτουργίας των γονιδίων. Όπως είδαν, οι γυναίκες που παρουσίαζαν τα υψηλότερα επίπεδα μεθυλίωσης στο γονίδιο ΑΤΜ αντιμετώπιζαν και διπλάσιο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού σε σύγκριση με όσες είχαν τα χαμηλότερα επίπεδα.

Σε μερικές περιπτώσεις το τεστ προέβλεψε την εμφάνιση του καρκίνου ακόμη και 11 χρόνια πριν την εκδήλωση των συμπτωμάτων. Μάλιστα, τα αποτελέσματα ήταν ιδιαιτέρως σαφή σε ό,τι αφορούσε γυναίκες κάτω των 60 ετών.

Πρόβλεψη και άλλων καρκίνων

Είναι σημαντικό ότι οι γενετικές αλλαγές που εντοπίζει η εξέταση φαίνεται ότι συνδέονται επίσης με το λέμφωμα και τη λευχαιμία. Το γεγονός αυτό δείχνει ότι υπάρχει δυναμική χρήσης του για την πρόβλεψη της εμφάνισης και άλλων καρκίνων.

Σύμφωνα με τον επικεφαλής των ερευνητών δρα Τζέιμς Φλάναγκαν «στόχος μας είναι η πρόληψη του καρκίνου του μαστού. Εάν μπορούμε να εντοπίζουμε τις γυναίκες που αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο για τη νόσο θα είμαστε σε θέση να προλάβουμε την εμφάνισή της και ελπίζουμε ότι θα καταφέρουμε να μειώσουμε σημαντικά την επίπτωσή της στον πληθυσμό».

Ο ερευνητής προσθέτει ότι «γνωρίζουμε πως ο γενετικός παράγοντας συμβάλλει στον κίνδυνο εμφάνισης μιας νόσου. Με τη νέα μελέτη φαίνεται ότι και οι επιγενετικές αλλαγές, οι αλλαγές που προκαλούνται δηλαδή στα γονίδια από εξωγενείς παράγοντες, παίζουν επίσης ρόλο. Η πρόκληση είναι να ενσωματώσουμε όλες αυτές τις νέες πληροφορίες σε υπολογιστικά μοντέλα που χρησιμοποιούνται ήδη για την πρόβλεψη του κινδύνου για καρκίνο που αντιμετωπίζει μια γυναίκα». Οι ερευνητές εκτιμούν ότι ένα τεστ αίματος που θα αναπτυχθεί με βάση αυτή τη λογική θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με άλλες πληροφορίες που αφορούν τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού, όπως το οικογενειακό ιστορικό ή η ύπαρξη άλλων γνωστών «ένοχων» γονιδίων για εμφάνιση της νόσου.

Ο δρ Φλάναγκαν τονίζει πάντως ότι απαιτείται περαιτέρω δουλειά. «Μέχρι στιγμής έχουμε εντοπίσει μόνο έναν νέο δείκτη που μαρτυρεί την εμφάνιση καρκίνου. Πρέπει να εργαστούμε προς την κατεύθυνση ανεύρεσης και άλλων δεικτών προκειμένου να αναπτύξουμε ένα πιο χρήσιμο τεστ».