Η ημέρα εκλογών ήταν πάντα ημέρα γιορτής της Δημοκρατίας. Μιας δημοκρατίας που μας κληρονόμησε ο Σωκράτης που εμείς οι ίδιοι δηλητηριάσαμε. Μιας Δημοκρατίας την οποία, ως άξιος συνεχιστής, ανέλαβε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης που εμείς οι ίδιοι φυλακίσαμε σε ένα σκοτεινό κελί. Στο άκουσμα αυτής της λέξης η Ελλάδα αναφέρεται σε όλα τα αμφιθέατρα και τις αίθουσες συνεδρίων του κόσμου. Και τώρα αναρωτιούνται πολλοί που πήγε η Δημοκρατία. Φαλκιδεύτηκε, υπονομεύτηκε, σπιλώθηκε, για χάρη της έπεσε κάποτε μια πύλη του Πολυτεχνείου και τώρα που γιορτάζει δεν έχουμε να της πάμε τίποτα. Θα πάμε με άδεια χέρια. Εντελώς.

«Δεν έχω τι να ψηφίσω», ακούγεται πολύ συχνά. Πολλοί αρνούνται να πάνε με έτοιμο ψηφοδέλτιο στις κάλπες. Τα γραμματοκιβώτια αδειάζουν μόνο δύο(!) αντί τέσσερις φορές τη μέρα από σταυρωμένα ψηφοδέλτια υποψήφιων βουλευτών που ζητούν ελεημοσύνη από ανθρώπους τους οποίους δεν εμπιστεύονται ότι θα βάλουν σωστά το σταυρό δίπλα στο όνομά τους. Παππούδες απαρνιούνται παράδοση ετών και δεν θα μεταφερθούν με τα αγροτικά, για να ψηφίσουν, ούτε οι νύφες των γιαγιάδων θα αφήσουν το παιδί στη γειτόνισσα, για να πάνε την κατάκοιτη πεθερά τους με το έτοιμο ψηφοδέλτιο να ψηφίσει. Γιατί πολύ απλά δεν ξέρουν όχι απλά τι να ψηφίσουν, αλλά αν πρέπει να ψηφίσουν. Σαν να φοβούνται μήπως η κάλπη αντιδράσει, μήπως τους παρεξηγήσει που θα ψηφίσουν τους ίδιους ή σπάσουν την παράδοση ετών και ψηφίσουν άλλους.

Η Δημοκρατία είναι το μοναδικό πολίτευμα, το οποίο εγγυάται τη σταθερότητα, χωρίς να είναι το ίδιο σταθερό. Η βασιλεία για παράδειγμα κληρονομείται. Η δικτατορία επιβάλλεται. Η δημοκρατία όμως κερδίζεται και αντικατοπτρίζει κάθε φορά τα θέλω των εντολέων ψηφοφόρων. Κάποιος θα πει ότι κυβερνούσαν την Ελλάδα εδώ και χρόνια δύο οικογένειες. «Μα ποιος τις εξέλεξε όμως;», θα αντικρούσει κάποιος άλλος. «Και πάλι ποιον να ψήφιζα;»,θα αναρωτηθεί ο πρώτος. Σωστά.Όμως τα λάθη δεν διορθώνονται μπροστά στην κάλπη, αλλά πολύ πριν από αυτή.

Όταν κάποιος μεταλαμβάνει δεν θυμάται ανοίγοντας το στόμα του ότι δεν έχει εξομολογηθεί.Το γνωρίζει ήδη.Η αντίδραση προϋποθέτει δράση και οι Έλληνες βρισκόμασταν σε συνεχή αδράνεια, υποκύπτοντας στις ρουσφετολογικές παροχές των κυβερνώντων μας. Μήπως, λοιπόν, ισχύει αυτό που έλεγε ο Τάκιτος, ότι οι κυβερνώμενοι έχουν τους κυβερνώντες που τους αξίζουν; Παρ’ όλα αυτά, ποτέ δεν είναι αργά. Μπορεί ο Σωκράτης να ήπιε το κώνειο, αλλά έμεινε στην φιλοσοφία. Μπορεί ο Κολοκοτρώνης να φυλακίστηκε άδικα, αλλά έμεινε στην ιστορία.

Έτσι και σήμερα, στις ερχόμενες εκλογές, μπορεί η Ελλάδα να υπέκυψε στα χρέη, αλλά έχει τη δυνατότητα να επανιδρύσει τη Δημοκρατία. Δεν παροτρύνω κανένα και καμία να μην ξαναψηφίσει τα ίδια κόμματα, ούτε και να ψηφίσει απαραιτήτως τα μικρότερα. Η Δημοκρατία χρειάζεται όμως φωνές, πολλές φωνές και ίσως καλό θα ήταν όσοι έσφαλαν να βοηθήσουν με την εμπειρία και από όποια θέση βρίσκονται να βροντοφωνάξουν τα λάθη τους, για να μην επαναληφθούν.

Ποτέ ένα ουράνιο τόξο δεν έχει τρία ή τέσσερα χρώματα. Αυτό που συμβαίνει τώρα στην Ελλάδα είναι ό,τι πιο υγιές έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια. Το ηφαίστειο αναζωπυρώθηκε. Η Δημοκρατία μπορεί να φορέσει πάλι το χαμόγελό της. Φέτος οι φίλοι της την θυμήθηκαν. Οι απειλές της ακυβερνησίας και του χάους που οι βαμμένοι οπαδοί ενός σαθρού παρελθόντος προσπαθούν να περάσουν, χάνονται όπως ξεθωριάζει στην έρημο η βοή του ανέμου.

Το Σύνταγμά μας δεν επιτρέπει ακυβερνησία, αλλά ανέχεται για μία μέρα την κοινοβουλευτική αστάθεια. Δικαιούται η Ελλάδα μία μέρα να μείνει ακυβέρνητη, για να κυβερνηθεί όμως τις υπόλοιπες, παρά να κυβερνηθεί από τα σίγουρα exit polls για μία μέρα και να μείνει ουσιαστικά ακυβέρνητη για τις 364 εναπομένουσες ημέρες. Καθένας παίρνει ό,τι του αξίζει. Αργά ή γρήγορα. Και η Δημοκρατία θα πάρει πίσω την παλιά της αίγλη. Πληγωμένη, ίσως μερικώς αποδυναμωμένη. Το μόνο που με φοβίζει είναι αυτό που με φόβιζε και όταν ήμουν μικρό παιδί, καθώς κοιτούσα το ουράνιο τόξο. Μήπως μπερδέψω τα χρώματα, λόγω δυσχρωματοψίας. Ελπίζω να μην το πάθω και με τη νέα Βουλή.