Στον απόηχο της τραγικής αυτοχειρίας στο προαύλιο σχεδόν του Κοινοβουλίου, μιας κατεξοχήν καίριας πολιτικής πράξης, καλούμαστε σύντομα να δώσουμε την πιο κρίσιμη εκλογική μάχη της μεταπολεμικής μας ιστορίας. Το εκλογικό σώμα οφείλει να επιλέξει όσους έχουν τα κότσια να διαχειριστούν τις τύχες του με αποφασιστικότητα και διαφάνεια, αγνοώντας το όποιο πολιτικό κόστος, επαναδιαπραγματευόμενοι εκ βάθρων τους όρους για τη διάσωση της χώρας και αποτολμώντας τη μαχητική προάσπιση των συμφερόντων μας ενώπιον των Ευρωπαίων εταίρων, της διεθνούς πολιτικής σκηνής και των αγορών.

Ενώ οι οιωνοί είναι άκρως δυσμενείς, η νοοτροπία μας παραμένει εξαιρετικά δύσκαμπτη: νόμοι και διατάξεις που καταστρατηγούνται επιδεικτικά, οχαδερφισμός και αναβλητικότητα, ελάχιστη απορροφητικότητα κονδυλίων και ανταγωνιστικότητα, κυκεώνας σκανδαλώδους γραφειοκρατίας -με υπηρεσίες που μαστίζονται από φακελάκια- φοροδιαφυγή σε δυσθεώρητα ύψη αλλά και νυχτερινέςτροπολογίες-ύστατα υπολείμματα λαϊκισμού- τόσο για τη χρηματοδότηση των κομμάτων όσο και για νέα ρουσφέτια προσλήψεων, κυριολεκτικά στο παρά πέντε. Συνεχίζουμε απτόητοι το χαβά του βολέματός μας, φανερά αδιάφοροι για την κοσμογονία γύρω μας.

Προ εικοσαετίας, είχα επισημάνει τους κινδύνους από τις ακρότητες της συμπεριφοράς μας: «Στην εποχή μας…μπορεί, άραγε, να μας χαλιναγωγήσει η Ε.Ο.Κ.; Είναι πράγματι ενδεχόμενο, η Υπερεθνική Κοινοτική Πολιτική που θα δεσμεύσει τις Εθνικές Οικονομικές Πολιτικές, να μας επιφέρει συνεχή ραπίσματα (άρση δανείων, ρήτρες, μέχρις ακόμη και αυτής της περιθωριοποίησής μας) που να μας αφυπνίσουν, ώστε να συνέλθουμε από τον οχαδερφικό ατομικισμό μας και να αυτοπειθαρχήσουμε με ομοψυχία, όπως πάντα μπροστά σε κάθε ξένο κατακτητή! ‘Αμαθεία μεν θράσος, λογισμός δε όκνον φέρει» [σημείωση 1, στο τέλος του κειμένου].

Πρέπει, επιτέλους, να αντιληφθούμε ότι η υπερκατανάλωση με δεκανίκια (τον πακτωλό δανείων που αδυνατούμε να γυρίσουμε) δεν μπορεί να υπερβαίνει εσαεί το επίπεδο της εγχώριας παραγωγής. Η ύφεση των τελευταίων χρόνων αντικατοπτρίζει αυτή ακριβώς τη στρεβλή κατάσταση. Επείγει, λοιπόν, να στηριχθούμε στις δικές μας δυνάμεις, αυτές που έχουμε όλοι μέσα μας. Η ανάγκη -που αμείλικτη μας κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και μας καλεί να αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων- είναι αυτή η οποία θα κινητοποιήσει τις εν υπνώσει ή ατροφία αστείρευτες εσωτερικές δυνάμεις και τις εφεδρείες του καθενός μας, που ενυπάρχουν στα γονίδιά μας.

Η κοινή λογική, εφόσον, βέβαια, πρυτανεύσει στις παρούσες έκτακτες περιστάσεις, προϋποθέτει ότι στις εκλογές αυτές θα πάρουμε ρίσκα και θα επιλέξουμε με σωφροσύνη και νέα πρόσωπα και νέους σχηματισμούς, που θα αγωνίζονται νυχθημερόν για να θεμελιώσουν τα αυριανά πεπρωμένα μας πάνω σε βάσεις λιγότερο σαθρές από αυτές ενός αμαρτωλού παρελθόντος δεκαετιών.

Η νέα βουλή θα απαρτίζεται, κατά τις δημοσκοπήσεις, από οκτώ τουλάχιστον κόμματα, παλιά και νέα. Η νέα κυβέρνηση θα απαιτήσει, κατά τα φαινόμενα, τη συνεργασία δύο ή τριών τουλάχιστον από αυτά. Στοιχήματα δίνουν και παίρνουν για διάφορα πιθανά σενάρια, για τη θητεία, την ανανέωση προσώπων και τις προοπτικές της. Ωστόσο, ένα πράγμα είναι βέβαιο: Οι νέοι ηγέτες μας, αντί να διαχειρίζονται εκ των υστέρων χιονοστιβάδες (χρεών, ελλειμμάτων, λαθρομεταναστών, κ.λπ.) οφείλουν -έγκαιρα- να προβλέπουν και να προλαμβάνουν ‘δι’ ολίγων τα πολλά. Και, δυστυχώς δεν έχουμε ακόμα τέτοια δείγματα γραφής εκ μέρους τους…

Μέσα στο γενικό κομφούζιο, υπάρχει ένας οραματιστής υποψήφιος για τις εκλογές του Μάη, ο οποίος μας δηλώνει απερίφραστα τις προθέσεις και τα σχέδιά του: «Δεν θα μοιράσω αφειδώς δώρα στους προνομιούχους στην αρχή της θητείας μου, για να ζητήσω αργότερα θυσίες από όλους…Αρχές μου θα είναι η εντιμότητα, η αξιοκρατία και η αλληλεγγύη…Όλοι έχουν δικαίωμα σε μια ίση και αξιοπρεπή διαβίωση. Οι αδύναμοι, οι μη προνομιούχοι και οι
λησμονημένοι πρέπει να προστατεύονται, να ενισχύονται και να προάγονται…Αντίπαλός μου είναι πρωτίστως η χρηματοοικονομική εξουσία, η οποία επιβάλλει τους κανόνες της… Σε μια κοινωνία χρειάζονται και οι πλούσιοι, αν βέβαια έχουν κερδίσει την περιουσία τους με την αξία τους. Ωστόσο, η αλαζονεία των προνομιούχων μου είναι ανυπόφορη, όπως και η επιδίωξή τους να κυριαρχούν και να επιβάλουν τη θέλησή τους στις εκλεγμένες κυβερνήσεις. Τους συναντάμε κυρίως στο χώρο τωνχρηματοοικονομικών αγορών. Το βέβαιο είναι ότι αγαπώ τους ανθρώπους περισσότερο από το χρήμα… η υπερβολική εξουσία του οποίου πρέπει να καταπολεμηθεί».

Ο υποψήφιος γίνεται τώρα σαφέστερος, αποκαλύπτοντας τους στόχους του: «Αν αφήσουμε το χρέος να μεγαλώσει, πέφτουμε στα χέρια των αγορών και, κατά συνέπεια, θυσιάζουμε την εθνική μας κυριαρχία…Η μείωση των ελλειμμάτων απαιτεί ακριβοδίκαιη κατανομή βαρών. Το φορολογικό μας σύστημα πρέπει να μεταρρυθμιστεί με αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης των πλουσιοτέρων και δραστικό περιορισμό των φοροαπαλλαγών που μεγεθύνουν την ανισότητα… Ενώ το χρήμα θα έπρεπε να υπηρετεί την πραγματική οικονομία, ανάγεται σε μέτρο των πάντων…είναι ο νόμος και οι προφήτες. Δεν τρέφω την ψευδαίσθηση ότι μπορώ να θέσω τέρμα στην εξουσία του. Αλλά μπορώ να προτείνω ισχυρά αντίβαρα: να επικρατήσουν η παραγωγική οικονομία και όχι το χρηματοοικονομικό σύστημα, οι επιχειρήσεις και όχι οι τράπεζες, οι επενδυτές και όχι οι εισοδηματίες, η εργασία και όχι το κεφάλαιο, η πολιτική και όχι οι αγορές, το γενικό συμφέρον και όχι το γρήγορο κέρδος, η αξιοκρατία και όχι τα εκ γενετής προνόμια, η κοινωνική ανέλιξη και όχι η κληρονομιά, η αξιοπρέπεια και όχι η απληστία, η δικαιοσύνη και όχι η ανισότητα, η Δημοκρατία και όχι τα επιμέρους συμφέροντα…Άλλωστε, πώς να κινητοποιήσεις τους πολίτες, όταν εκείνοι αισθάνονται ότι όλα είναι σικέ, τα χαρτιά σημαδεμένα, οι θυσίες επιβαρύνουν πάντα τους ίδιους, ενώ όσοι τις επιβάλλουν δεν τις υφίστανται;… Όσοι διακηρύττουν τη λιτότητα δεν την επιβάλλουν στον εαυτό τους».

Στη συνέχεια, εστιάζει το ενδιαφέρον του στις προοπτικές της Ευρώπης των λαών: «Είναι αδύνατον να υπάρξει οντότητα οικονομική, πόσο μάλλον νομισματική, που να μπορεί να επιβιώσει δίχως εμπιστοσύνη, συναίνεση και υποστήριξη των λαών. Αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά οι αγορές. Ποτέ δεν θα τολμούσαν να αποσταθεροποιήσουν σε τέτοιο βαθμό τη ζώνη του ευρώ, αν βρίσκονταν αντιμέτωπες με μια πολιτική εξουσία που θα διέθετε ισχυρή νομιμοποίηση και θα στηριζόταν στην αταλάντευτη Ευρωπαϊκή αλληλεγγύη… Δεν μπορεί να συνεχιστεί η ίδια πορεία…Θα στηριχθώ στη δύναμη του λαού για να καταστεί επιτέλους δυνατή η ρύθμιση των χρηματαγορών και να επιβληθεί ένας πραγματικός φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών…Η Ευρώπη -και οι ηγέτες της ας το καταλάβουν- δεν θα χτιστεί ερήμην των Ευρωπαίων!«.

Και καταλήγει με τις θέσεις του για λιτότητα και ανάκαμψη του χειμαζόμενου κράτους: «Η ανόρθωση δεν θα προκύψει από τη λιτότητα, γιατί αυτή οδηγεί σε περισσότερη λιτότητα και αυξάνει το χρέος εξαιτίας της ύφεσης…Η συντηρητική Ευρώπη προωθεί μια πολιτική που δένει χειροπόδαρα τους λαούς. Θα επαναδιαπραγματευθούμε τις συνθήκες και θα υπερασπισθούμε σθεναρά μια άλλη Ευρωπαϊκή πολιτική…Θα πάρει καιρό…Είναι ανάγκη να καταβληθεί μεγάλη προσπάθεια. Δεν μπορούμε να ζούμε επί πιστώσει. Ούτε το κράτος με τα υπερβολικά ελλείμματα, ούτε η χώρα με το δυσμενές ισοζύγιο πληρωμών, ούτε οι πολίτες που δεν τους φτάνει το μηνιάτικο, ούτε οι επιχειρήσεις που εξαρτώνται από την καλή θέληση των τραπεζών…Είμαι ο υποψήφιος μιας εναλλακτικής λύσης απέναντι σε ένα σύστημα απορρυθμισμένο, μια κοινωνία αδυσώπητη, μια πολιτική άδικη, ένα κράτος συγκεντρωτικό, διαπλεκόμενο, αν όχι και λεηλατημένο!». [σημείωση 2].

Θα τον στηρίξουμε, λοιπόν, τον υποψήφιο αυτό, ο οποίος έχει το σθένος να αποτολμήσει τέτοιες ριζικές ανατροπές; Μακάρι να μπορούσαμε, αφού πρόκειται για τον εν δυνάμει Πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας, τον σοσιαλιστή ηγέτη Φρανσουά Ολάντ, ο οποίος θα είναι μάλλον ο Πρόεδρος της χώρας αυτής στις 6 Μάη, ημέρα του δεύτερου γύρου των Προεδρικών εκλογών -που είναι έτσι πιθανόν να συμπέσουν με τις δικές μας. Εν κατακλείδι, πάντως, ό,τι συμπίπτει είναι οι συνθήκες και τα πεπρωμένα των λαών, ειδικά του γαλλικού και του ελληνικού που είναι από αιώνες φίλοι και σύμμαχοι, λαοί της Μεσογείου με πολλά κοινά ενδιαφέροντα, ευρωπαϊκοί εταίροι εδώ και τρεις δεκαετίες, έχοντας μια τεράστια συνεισφορά στην ιστορία, τη σκέψη και τον πολιτισμό, αλλά και -στην παρούσα συγκυρία- πληθώρα κοινών προβλημάτων, η επίλυση των οποίων προϋποθέτει συμπαράταξη, καθώς και αλληλεγγύη. Η αναμενόμενη εκλογή του στο ύπατο αξίωμα της Γαλλίας αναπτερώνει τόσο το ηθικό των συμπατριωτών του, όσο και κάθε λαού, εντός και εκτός Ευρώπης, που -όπως εμείς- καλείται να αγωνιστεί εφεξής σκληρά, για να χτίσει, ο καθένας από μας και όλοι μαζί, το μέλλον που μας ανήκει!

Ο κ. Στάθης Καπογιαννόπουλος είναι πολιτικός μηχανικός και συγγραφέας

[1] Στάθης Καπογιαννόπουλος, Νοοτροπίες και Προοπτικές στο Κατώφλι του 21ου Αιώνα, Αθήνα, 1994, Σελ. 18. Το αρχαίο απόφθεγμα είναι του Θουκυδίδη (από τον Επιτάφιο του Περικλέους).

[2] Φρανσουά Ολάντ, Να αλλάξουμε το πεπρωμένο, Εκδ. ΠΟΛΙΣ, Αθήνα, Μάρτιος 2012, Μετάφραση Στέφανου Νομικού, Σελ. 28-30, 25-27, 33-34, 54, 56, 101-106, 140, 124-125