Μετά τον αρχικό ενθουσιασμό που επικράτησε την επομένη της υπογραφής του Δημοσιονομικού Συμφώνου από τους 25 εκ των 27 ηγετών της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ), ισχυροί άνεμοι απειλούν τη σταθερότητα του κειμένου, που τουλάχιστον κατά το Βερολίνο αποτελεί το πρώτο βήμα για μια αληθινή οικονομική ένωση της Ευρώπης.
Τους ασκούς του Αιόλου άνοιξε με τις δηλώσεις του για επαναδιαπραγμάτευση και αλλαγές στο Σύμφωνο ο υποψήφιος των Σοσιαλιστών για την προεδρία της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ. Αν και διαφαίνεται ότι ο Ολάντ προχώρησε στη δήλωση αυτή για καθαρά προεκλογικούς λόγους (καθώς δέχεται ισχυρές πιέσεις από τα αριστερά λόγω της καλής επίδοσης του Ζαν-Λυκ Μελενσόν, υποψηφίου του Κομμουνιστικού Κόμματος), το θέμα έχει μπει στην ατζέντα σε μια περίοδο που οι Ευρωπαίοι εκτιμούν ότι η δυσκολότερη φάση της κρίσης έχει περάσει.
Η εικόνα συμπληρώνεται από μια σειρά εξελίξεων που, ενώ η καθεμιά χωριστά μπορεί να μην είναι ανησυχητική, όλες μαζί θα μπορούσαν να αρχίσουν να… «ξηλώνουν το πουλόβερ» που με επιμέλεια φιλοτέχνησε τους τελευταίους μήνες η Ανγκελα Μέρκελ.
Οι σκόπελοι της επικύρωσης
Υπάρχει κατ’ αρχάς το δημοψήφισμα στην Ιρλανδία, όπου το ποσοστό των αναποφάσιστων παραμένει υψηλό (περίπου στο 25%). Παρά το γεγονός ότι το Δημοσιονομικό Σύμφωνο τίθεται σε ισχύ μετά την επικύρωσή του από 12 κράτη, ο συμβολισμός του να μην το επικυρώνει μία χώρα που ήδη βρίσκεται στον μηχανισμό βοήθειας αποκτά ιδιαίτερη σημασία.
Στην Ολλανδία το Εργατικό Κόμμα έχει ήδη προειδοποιήσει ότι δεν θα ψηφίσει υπέρ του Συμφώνου αν οι Βρυξέλλες επιμείνουν σε νέες περικοπές ώστε να περιοριστεί το έλλειμμα κάτω από το 3% του ΑΕΠ. Οι Εργατικοί είναι απαραίτητοι αν η κυβέρνηση μειοψηφίας του πρωθυπουργού Μαρκ Ρούτε θέλει να επικυρώσει το Σύμφωνο. Την ίδια στιγμή η Ισπανία του συντηρητικού πρωθυπουργού Μαριάνο Ραχόι εκτιμά ότι η δημοσιονομική προσαρμογή είναι μεν αναγκαία αλλά πρέπει να γίνει πιο σταδιακά ώστε να μην κορυφωθεί η ύφεση.
Και φυσικά δεν πρέπει να λησμονείται το γεγονός ότι το Δημοσιονομικό Σύμφωνο πρέπει να περάσει από τις δαγκάνες της γερμανικής Μπούντεσταγκ, όπου απαιτείται πλειοψηφία 2/3. Η Ανγκελα Μέρκελ είδε πρόσφατα, κατά τη συζήτηση για το δεύτερο ελληνικό πακέτο βοήθειας, να χάνεται η κυβερνητική πλειοψηφία της. Το πακέτο πέρασε αλλά μόνο χάρη στην ψήφο των Σοσιαλδημοκρατών (SPD). Η ψήφος αυτή ίσως να της είναι και πάλι αναγκαία, αλλά το SPD ίσως πιέσει αυτή τη φορά και για ανταλλάγματα.
Σε πρόσφατη συνάντηση των ηγετών ευρωπαϊκών σοσιαλιστικών κομμάτων στο Παρίσι, ο Φρανσουά Ολάντ διακήρυξε: «Το Δημοσιονομικό Σύμφωνο είναι μια αυταπάτη και προκαλεί κινδύνους. Δημιούργησε τις συνθήκες για διαρκή οικονομική κρίση και απλώς θα αναπαράγει τις δημοσιονομικές ανισορροπίες». Στη συνάντηση αυτή συμμετείχαν, μεταξύ άλλων, ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, επικεφαλής του γερμανικού SPD, ο Πιερ-Λουίτζι Μπερσάνι, γραμματέας των ιταλών Δημοκρατών, και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς. Σύμφωνα με τον κ. Γ. Εμμανουηλίδη, αναλυτή στο European Policy Center (EPC), «ο κορμός του Δημοσιονομικού Συμφώνου δεν μπορεί να ανοίξει. Θα δημιουργούσε πολλά προβλήματα. Η πιθανότερη εξέλιξη θα μπορούσε να είναι μια προσθήκη που να αφορά θέματα ανάπτυξης ή απασχόλησης». Ηδη, σύμφωνα με κοινοτικές πηγές, στις Βρυξέλλες εξετάζεται το ενδεχόμενο να προστεθεί στο Σύμφωνο μια Δήλωση ή ένα Πρωτόκολλο με έμφαση στην ανάπτυξη. Ωστόσο ουδείς μπορεί με ασφάλεια να πει αν αυτό θα είναι αρκετό για τους Σοσιαλιστές που έπειτα από πιθανή επικράτηση του Ολάντ στη Γαλλία θα επιδιώξουν να χτίσουν πάνω σε αυτήν για να ενισχύσουν την εκλογική τους δύναμη και σε άλλες χώρες-κλειδιά όπως η Γερμανία και η Ιταλία.
Τα περιθώρια αλλαγών
Ευρωπαίοι αξιωματούχοι σημειώνουν προς «Το Βήμα» ότι «η Γαλλία και η Ισπανία είναι χώρες κρίσιμες για να δούμε αν το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο λειτουργεί». «Και ελπίζουμε» προσθέτουν «ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που εμφανίζεται πλέον να έχει ενισχυμένο ρόλο, θα πει ακόμη και στα ισχυρά κράτη τι πρέπει να κάνουν. Διαφορετικά το νέο Σύμφωνο θα πάει στα σκουπίδια όπως το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης πριν από μερικά χρόνια». Και θυμίζουν ότι το Παρίσι θα πρέπει ως το 2013 να πιάσει το όριο του 3% για το έλλειμμα επί του ΑΕΠ.
Παρ’ όλα αυτά, το θέμα της ανάπτυξης ανεβαίνει στην ατζέντα. Διαφαίνεται επίσης ότι υπάρχουν ορισμένες υλοποιήσιμες προτάσεις «που ξεφεύγουν από την επαναδιαπραγμάτευση του ίδιου του Συμφώνου που δεν είναι ρεαλιστική. Ο Ολάντ είναι μεν πεπεισμένος ότι το μείγμα πολιτικής πρέπει να αλλάξει αλλά ξέρει ότι τα βασικά σημεία του Συμφώνου δεν αλλάζουν» παραδέχεται ο Τόμας Κλάου, αναλυτής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (ECFR) που βρίσκεται στο Παρίσι.
«Η αναδιοργάνωση του τρόπου αξιοποίησης των κονδυλίων των διαρθρωτικών ταμείων μπορεί να είναι μια καλή λύση. Επιπλέον, ο Ολάντ και οι Σοσιαλιστές τάσσονται υπέρ μιας ισχυρότερης εντολής για την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Οι Γερμανοί όμως είναι επιφυλακτικοί σε αυτό. Φοβούνται ότι η τράπεζα μπορεί να απολέσει την αξιολόγηση ΑΑΑ αν δανείσει υπερβολικά σε αδύναμες χώρες» εξηγεί.

Οι πονοκέφαλοι της Μέρκελ
Γαλλογερμανικός άξονας σε νέα βάση
Το στοίχημα της ανάπτυξης θα κριθεί στη Γερμανία εκτιμά ο κ. Γ. Εμμανουηλίδης. Και μπορεί στην αρχή οι σχέσεις Μέρκελ – Ολάντ να γίνουν κάπως τεταμένες, «αυτό όμως δεν θα είναι κάτι νέο. Ανάλογη ήταν η σχέση Μέρκελ – Σαρκοζί στα πρώτα χρόνια της θητείας του γάλλου προέδρου. Οταν η κρίση δυσκόλεψε, όμως, τα βρήκαν. Το ίδιο θα συμβεί ξανά».
Ο αναλυτής του EPC επισημαίνει επίσης προς «Το Βήμα» ότι «η καγκελάριος Μέρκελ βρίσκεται επίσης κατά μία έννοια σε προεκλογική εκστρατεία. Οπως φάνηκε από την ψηφοφορία για το δεύτερο πακέτο βοήθειας προς την Ελλάδα, η ψήφος του SPD ήταν απαραίτητη. Η Μέρκελ γνωρίζει πολύ καλά ότι ο σημερινός συνασπισμός δύσκολα θα επιβιώσει μετά την εκλογική αναμέτρηση του 2013 και τότε θα πρέπει να υπάρξει συνεργασία είτε με το SPD είτε με τους Πράσινους». «Αυτό σημαίνει» καταλήγει «ότι θα ήταν σωστό να καλλιεργηθεί προσεκτικά ένα κλίμα συναίνεσης. Το θέμα της ανάπτυξης που ήδη Γάλλοι και Γερμανοί έφεραν στο προσκήνιο με τις προτάσεις τους για την απασχόληση τον περασμένο Ιανουάριο μπορεί να συνεισφέρει σε αυτό». Επισημαίνεται άλλωστε και από τον επιτυχημένο πρωθυπουργό της Ιταλίας Μάριο Μόντι αλλά και από χώρες-συμμάχους του Βερολίνου όπως η Αυστρία.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ