Στην οξεία οικονομική κρίση που αντιμετωπίζει η Ευρώπη έρχεται τώρα να προστεθεί και η ανεξέλεγκτη βία, που προκαλεί όχι μόνον η ίδια η κρίση αλλά και ο αυξανόμενος φόβος από τις επιπτώσεις της υψηλής ανεργίας, της απειλής του κύματος των μεταναστών και της ανησυχίας του απλού πολίτη για την ασφάλειά του. Το τίμημα της βίας αυτής δεν το πληρώνουν μόνο χώρες που έχουν ιδιαίτερα πληγεί, όπως είναι η Ελλάδα, αλλά και χώρες με μεγάλη φιλελεύθερη παράδοση και ισχυρή οικονομία, όπως οι Νορβηγία, Δανία, Σουηδία κ.ά. Το αποτέλεσμα είναι να επωφελείται από την κατάσταση αυτή η Ακροδεξιά, η οποία σημειώνει παντού εντυπωσιακή άνοδο, αλλά και να υποχρεώνεται η παραδοσιακά μετριοπαθής Κεντροδεξιά να οδηγείται σε πιο ακραίες θέσεις προκειμένου να κερδίσει ξανά τους ψηφοφόρους, που υπό το κράτος πανικού την εγκαταλείπουν και κατευθύνονται ακόμη δεξιότερα. Η περίπτωση της Γαλλίας είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική, καθώς η τελευταία τραγωδία με τον δολοφόνο της Τουλούζης, κατά τη διάρκεια μιας κρίσιμης φάσης της προεκλογικής εκστρατείας, ήλθε να αναδείξει κατά τρόπο τραγικό το πρόβλημα.

Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που μέσα στο ασταθές αυτό περιβάλλον ο πρόεδρος Σαρκοζί, στην προσπάθειά του να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των πρώην υποστηρικτών του, οι οποίοι φέρονται να έχουν μετακινηθεί προς το ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν, εμφανίσθηκε ως κήρυκας της ενότητας του έθνους, όταν είναι γνωστό ότι ανταγωνίζεται την κυρία Λεπέν στις αναλύσεις για το ποιος είναι και ποιος δεν είναι Γάλλος, τονίζοντας την ανάγκη αφομοίωσης ή απέλασης των μεταναστών και της εφαρμογής αυστηρών μέτρων καταστολής. Λογικό είναι να θέλει να επωφεληθεί προεκλογικά από την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί ο γάλλος πρόεδρος. Είναι όμως προφανές ότι δεν λύνεται έτσι το τεράστιο πρόβλημα του «τρομοκράτη της διπλανής πόρτας». Διότι όπως αποδείχθηκε ο δολοφόνος της Τουλούζης εμφανιζόταν ως ένας φιλήσυχος γάλλος πολίτης αλγερινής καταγωγής, ο οποίος είχε εκπαιδευθεί από την Αλ Κάιντα στα κακοτράχαλα βουνά μεταξύ Αφγανιστάν και Πακιστάν.

Πρόκειται δηλαδή για έναν ακόμη εκπρόσωπο της νέας γενιάς τρομοκρατών (το φαινόμενο είχε ήδη παρουσιασθεί στο Λονδίνο πριν από μερικά χρόνια), οι οποίοι δεν επελαύνουν από κάποια τριτοκοσμική εξαθλιωμένη χώρα για να κτυπήσουν και να εκδικηθούν τις πλούσιες δυτικές κοινωνίες, αλλά ανήκουν στις κοινωνίες αυτές, από τις οποίες με τη θέλησή τους αποχώρησαν για να ακολουθήσουν τις προσταγές της Αλ Κάιντα και του ριζοσπαστικού Ισλάμ. Και το μεγάλο και αναπάντητο ως σήμερα ερώτημα είναι «γιατί;». Τι οδήγησε αυτόν τον γάλλο πολίτη και όλους όσοι έχουν ακολουθήσει το παράδειγμά του (και φαίνεται να είναι αρκετοί) όχι μόνον να απαρνηθούν τις κατά τεκμήριο ανεκτικές και φιλελεύθερες κοινωνίες, αλλά και να θελήσουν να τις πλήξουν; Ο,τι και αν συμβαίνει τα τελευταία γεγονότα δείχνουν πάντως ότι η πολιτική της καταστολής που προτείνει η Ακροδεξιά, στην οποία προσφεύγουν από φόβο όλο και περισσότεροι πολίτες, δεν αποτελεί την απάντηση. Αν δεν βρεθεί λοιπόν κάποια άλλη πιο αποτελεσματική λύση, η οποία να αντιμετωπίζει κυρίως τα αίτια που οδηγούν τους νέους αυτούς ανθρώπους στον επικίνδυνο εξτρεμισμό, είναι απολύτως βέβαιο ότι αργά ή γρήγορα θα ζήσουμε και πάλι μια νέα ανάλογη τραγωδία.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ