«Δεν πρόκειται να εμφανιστώ σε δημόσιους χώρους κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας» ομολογεί υπουργός του ΠαΣοΚ που μάλιστα συγκαταλέγεται στις πρώτες επιλογές των δημοσκοπήσεων και των τηλεοπτικών δικτύων, «θα κάνω προεκλογική εκστρατεία μόνο από την τηλεόραση και το Internet». Αλλος υπουργός παραδέχεται ότι μετά το καλοκαίρι δεν εμφανίζεται δημοσίως στην πρωτεύουσα του νομού όπου εκλέγεται. «Μόνο στα χωριά μπορούμε ακόμη να κυκλοφορούμε γιατί οι κατώτατες συντάξεις δεν μειώθηκαν» εξηγεί, ενώ εκφράζει την ανησυχία όλων για τις αντιδράσεις απέναντι στους πολιτικούς που αναμένεται να εκδηλωθούν στις παρελάσεις της 25ης Μαρτίου. Η ελληνική κατάρρευση της εμπιστοσύνης ωστόσο στην πολιτική και στους πολιτικούς είναι ένα οξύ τοπικό σύμπτωμα μιας σοβαρής πολιτικής ασθένειας που πλήττει σχεδόν ολόκληρη τη Δύση.
Ο πρωθυπουργός κ. Λ. Παπαδήμος, έπειτα από συνεννόηση με κυβερνητικά στελέχη, αποφάσισε ότι οι υπουργοί και οι βουλευτές θα συμμετάσχουν στις παρελάσεις της 25ης Μαρτίου αφού δεν μπορεί να μεταδοθεί το μήνυμα ότι οι πολιτικοί δρουν κρυπτόμενοι από τους πολίτες. Ο εξοστρακισμός όμως των πολιτικών από τον δημόσιο βίο επιτελείται στην πράξη και δεν περιορίζεται στους υπουργούς του ΠαΣοΚ. Κορυφαίο στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας παραδέχεται στις ιδιωτικές συζητήσεις του ότι σήμερα έχει επιλέξει τον «κατ’ οίκον περιορισμό» για να αποφύγει εκδηλώσεις φραστικού διασυρμού. «Οι περισσότεροι πολίτες δεν υβρίζουν έναν πολιτικό μόλις τον αναγνωρίσουν, αλλά είναι χαρακτηριστικό ότι δείχνουν ανοχή και επιδοκιμάζουν με τη στάση τους τη μία παρέα ή τον έναν περαστικό που θα τολμήσει να το κάνει» εξηγεί. Κατά συνέπεια χρειάζεται γενναιότητα για να εμφανιστεί κάποιος στην εξέδρα την 25η Μαρτίου αν σκεφτεί κάποιος ότι ακόμη και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Κ. Παπούλιας δεν παρέστη στην παρέλαση για την 99η επέτειο της απελευθέρωσης των Ιωαννίνων στις 21 Φεβρουαρίου.
Ο κ. Γ. Παπανδρέου σταμάτησε τις δημόσιες εμφανίσεις σε θέατρα και εστιατόρια πολλούς μήνες προτού παραιτηθεί (τις οποίες άρχισε ξανά δειλά και αραιά), ενώ ο κ. Αντ. Σαμαράς είναι πολύ προσεκτικός και αυστηρά φρουρούμενος στις προεκλογικές του εμφανίσεις.
Η ίδια η δημοκρατική αντιπροσώπευση αμφισβητείται αφού, παρά την εκτίμηση για την προσφορά και το έργο του κ. Λ. Παπαδήμου, γεγονός είναι ότι η παρούσα κυβέρνηση, όπως και η αντίστοιχη ιταλική του κ. Μάριο Μόντι, δεν προήλθε μέσα από την προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία αλλά επιβλήθηκε από την αναγκαιότητα ταχύτατων τεχνοκρατικών λύσεων. Ο κ. Γ. Καρατζαφέρης, που με θέρμη υποστήριξε την κυβέρνηση συνεργασίας, αντιμετωπίζει τον κίνδυνο εκλογικής καθίζησης, την ίδια ώρα που η Χρυσή Αυγή διεκδικεί με αξιώσεις κοινοβουλευτική εκπροσώπηση.
Οι πιο αισιόδοξοι θιασώτες του δικομματισμού εκτιμούν ότι τα δύο μεγάλα κόμματα θα εξασφαλίσουν 60% στις εκλογές, ενώ οι πιο μετριοπαθείς πιστεύουν ότι οι ηγέτες του ΠαΣοΚ και της Νέας Δημοκρατίας θα πρέπει να είναι ευχαριστημένοι αν αποσπάσουν ένα ποσοστό μεταξύ 50% – 55%. Μπορεί το πολιτικό σύστημα να «εξασφαλίσει» την ειρηνική μετατροπή της Ελλάδας σε… πρώην ανατολική χώρα; Οι άνεργοι που ξεπερνούν το ένα εκατομμύριο και η σωρευτική ύφεση που τείνει να αγγίξει το 20% του ΑΕΠ ωθούν ευρωπαίους πολιτικούς που συνομιλούν με έλληνες ομολόγους τους, όπως ο πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του ΟΑΣΕ κ. Π. Ευθυμίου, να εκτιμούν ότι το «σημείο τήξης» της κοινωνικής συνοχής ίσως δεν βρίσκεται μακριά και ότι μια ενδεχόμενη οικονομική και κοινωνική κατάρρευση στην Ελλάδα μπορεί να επηρεάσει σαν «σεισμικό σοκ» ολόκληρη την ευρωζώνη. Παρ’ όλα αυτά θεωρείται ενθαρρυντικό ότι η υποστήριξη στο ευρώ παραμένει στα επίπεδα του 70%.
«Οι εκλογές θα λειτουργήσουν εξυγιαντικά, θα νομιμοποιήσουν εκ νέου το πολιτικό σύστημα και θα αποδυναμώσουν την απαξίωσή του» εκτιμά ο πρώην υπουργός Οικονομικών κ. Ι. Παπαντωνίου, αλλά προβλέπει ότι η «περίοδος χάριτος» θα είναι εξαιρετικά μικρή προτού βαρύνει και πάλι το κλίμα. Η άποψη πολλών πολιτικών είναι ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να κυβερνηθεί από μία «κυβέρνηση μη εκλεγμένων προσωπικοτήτων», ούτε όμως μπορεί να επιτελέσει τους… «άθλους του μνημονίου» με μία «κυβέρνηση Σαμαρά με ολίγον ΠαΣοΚ». Εκτιμούν ότι ο Πρωθυπουργός της επόμενης κυβέρνησης, εφόσον είναι πολιτικός αρχηγός, θα πρέπει να αναθέσει σε εξωκοινοβουλευτικές προσωπικότητες την άσκηση της οικονομικής πολιτικής (outsourcing). Παρ’ όλα αυτά η μετεκλογική παράταση της υποστήριξης των δύο μεγαλύτερων κομμάτων στον κ. Παπαδήμο δεν πρέπει να αποκλείεται, ιδίως αν η ΝΔ και το ΠαΣοΚ δεν συγκεντρώσουν μαζί περισσότερο από 50%, καθώς ο Πρωθυπουργός εξασφαλίζει την αποδοχή από τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών και το σύνολο των ευρωπαίων ηγετών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ