Καθώς η μάχη για την ανάδειξη του Ρεπουμπλικανού που θα λάβει το προεδρικό χρίσμα σιγά σιγά κορυφώνεται, οι ρεπουμπλικάνοι υποψήφιοι προσπαθούν να μαζέψουν ψήφους από τις συντηρητικές ομάδες, αφήνοντας να διαφανεί ολοένα και πιο ωμά ο μισογυνισμός της αμερικανικής θρησκευτικής Δεξιάς.
Οι Ρεπουμπλικάνοι και το Κόμμα του Τσαγιού δείχνουν να θέλουν να πάνε την Αμερική «πίσω», όχι απλά σε μια εποχή που οι άντρες ήταν άντρες, οι γυναίκες κυρίες και οι μαύροι έμπαιναν στον Λευκό Οίκο αποκλειστικά από την πίσω πόρτα, αλλά σε μια εποχή σεξουαλικής καταπίεσης, ελέγχου και τιμωρίας.
Σαν να μην αντιλαμβάνονται ότι και οι γυναίκες ψηφίζουν, οι Ρεπουμπλικάνοι με τις δηλώσεις τους μοιάζουν να κατακρίνουν τις γυναίκες στις οποίες αρέσει να κάνουν σεξ χωρίς να θέλουν να μείνουν έγκυες και που, αν μείνουν έγκυες, ίσως να θελήσουν να κάνουν έκτρωση- γυναίκες που απαιτούν, όπως το έθεσε ο προεδρικός υποψήφιος και πρώην γερουσιαστής Ρικ Σαντόρουμ, «την άδεια να κάνουν τα πράγματα στον τομέα του σεξ αντίθετα από τον τρόπο με τον οποίο θα έπρεπε».
Μέχρι στιγμής, οι Ρεπουμπλικάνοι ξεκίνησαν μέσω του Κογκρέσου μια αμφισβητούμενη έρευνα στην οργάνωση γυναικείας υγείας «Οικογενειακός Προγραμματισμός», η οποία μετράει ήδη 100 χρόνια λειτουργίας, και προσπάθησαν να στερήσουν τη χρηματοδότηση.
Πέραν τούτου, με μικρή διαφορά ψήφων δεν πέρασε στη Γερουσία μια τροποποίηση η οποία θα επέτρεπε στους εργοδότες να αρνούνται στους υπαλλήλους τους ασφαλιστική κάλυψη για οτιδήποτε θα θεωρούσαν ηθικά ή θρησκευτικά αμφισβητήσιμο: την αντισύλληψη βεβαίως, αλλά ίσως και τον καρκίνο του πνεύμονα (με την δικαιολογία ότι ο εργαζόμενος δεν θα έπρεπε να καπνίζει), τις εξετάσεις για HIV/AIDS (διότι σύμφωνα με τους ρεπουμπλικάνους «η ομοφυλοφιλία είναι ένα βδέλυγμα») και την προγεννητική φροντίδα για τις ανύπαντρες γυναίκες (καθώς «τα καλά κορίτσια βρίσκουν σύζυγο, προτού βρεθούν με ένα μωρό»).
Οπως φαίνεται, η λεπτότητα δεν είναι κάτι που ενδιαφέρει τους Ρεπουμπλικάνους. Πριν από μερικές εβδομάδες, ο αντιπρόσωπος από την Καλιφόρνια Ντάρελ Ισα συγκάλεσε μια επιτροπή για τον έλεγχο των γεννήσεων αποτελούμενη αποκλειστικά από άντρες. Ισχυρίστηκε ότι το ζήτημα δεν είναι η υγεία των γυναικών, αλλά «η θρησκευτική ελευθερία» και συνεπώς αρνήθηκε να επιτρέψει στην Σάντρα Φλουκ, μια νεαρή φοιτήτρια Νομικής και … γυναίκα να μιλήσει.
Αργότερα, οι Δημοκρατικοί διοργάνωσαν μια δική τους ακροαματική διαδικασία στην οποία η Φλουκ κατέθεσε ότι ενώ το Τζορτζταουν, το ρωμαιοκαθολικό πανεπιστήμιο στο οποίο φοιτά, παρέχει κάποια ιατροφαρμακευτική κάλυψη, αυτή δεν συμπεριλαμβάνει και την αντισύλληψη – και το αντισυλληπτικό χάπι μπορεί να κοστίζει ως και 1.000 δολάρια ετησίως.
Οι γυναίκες χρειάζεται να παίρνουν αντισυλληπτικά για μια πλειάδα ιατρικών λόγων και όχι μόνο για να αποτρέψουν μια εγκυμοσύνη: όπως δήλωσε η Φλουκ, μία συμφοιτήτριά της δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να παίρνει το χάπι για να αντιμετωπίσει τις γυναικολογικές κύστες από τις οποίες υπέφερε, με αποτέλεσμα να επιδεινωθεί το πρόβλημα και να αναγκαστεί να αφαιρέσει την μία της ωοθήκη.
Η ανταμοιβή της Φλουκ ήταν το λεκτικό της «λιντσάρισμα». Ο υπερ-συντηρητικός ραδιοφωνικός παραγωγός και «ψυχή» του κόμματος του Τσαγιού Ρας Λίμπο την αποκάλεσε πόρνη και απαίτησε να ανεβάσει στο Διαδίκτυο βίντεο με τις ερωτικές της συνευρέσεις. Φυσικά, δεν εκφράστηκαν όλοι οι Ρεπουμπλικάνοι με τόσο ακραίο τρόπο. Ορισμένοι αρκέστηκαν να την αποκαλέσουν «φυτό», «φεμιναζί» ακτιβίστρια και φυσικά παλιογυναίκα.