Με στόχο την επένδυση στον σύγχρονο πολιτισμό, ο υπουργός Πολιτισμού και Τουρισμού Παύλος Γερουλάνος παρουσίασε την Τρίτη (6/3) την «πρόταση για μια νέα πολιτιστική πολιτική». Θέλοντας να του αποδώσει την αξία που διαθέτει αλλά και να τον στηρίξει κοινωνικό-οικονομικά, καθώς παραδέχθηκε ότι είναι ο «μεγάλος αδικημένος», σε σχέση με την πολιτιστική κληρονομιά που απορροφά το μεγαλύτερο μέρος των κονδυλίων, αναφέρθηκε στα βασικά του προβλήματα. «Την ανυπαρξία δομών που βοηθούν στη χάραξη της πολιτικής, τις κακές σχέσεις με τους εποπτευόμενους φορείς, την ανυπαρξία περιφερειακής ανάπτυξης και την ανυπαρξία προώθησής του στο εξωτερικό». Γι΄αυτό και η πρόταση αφορά στον τρόπο με τον οποίο το ΥΠΠΟΤ μπορεί να ενισχύσει τις δραστηριότητες του σύγχρονου πολιτισμού και να τον συνδυάσει με την παιδεία.
Βασική καινοτομία η σύσταση Συμβουλίου Σύγχρονου Πολιτισμού _ένα είδος ΚΑΣ, το οποίο θα έχει έναν ρόλο μεσόζοντα ανάμεσα στον υπουργό και τους φορείς. Με χαρακτήρα καθαρά γνωμοδοτικό, το συμβούλιο θα απαρτίζεται από δέκα μέλη τα οποία και θα ορίζονται με απόγαση του υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού _ενδέκατο μέλος θα έινια ο γενικός διευθυντής του Σύγχρονου Πολιτισμού του ΥΠΠΟΤ. Η θητεία του θα είναι εξαετής, με εξαίρεση το πρώτο συμβούλιο του οποίου τα μισά μέλη, πλην ενός, θα αντικαθίστανται με καθορισμένη διαδικασία. Το συμβούλιο θα συνεδριάζει τέσσερις φορές τον χρόνο, κατ΄ελάχιστον ενώ θα μπορεί να συνεδριάζει και εκτάτκος. Οι συνεδριάσεις του θα διαρκούς από μία έως τρεις ημέρες.
Την ομάδα εργασίας της πρότασης «για μια νέα πολιτιστική πολιτική» αποτελούν οι Γεράσιμος Γιαννόπουλος, Κωστής Δάλλας, Ντένης Ζαχαρόπουλος, Μυρσίνη Ζορμπά, Ζωή Καζαζάκη, Χρήστος Καρράς και Νίκος Τσούχλος.

Συνοπτικά η πρόταση, που θα τεθεί σε διαβούλευση, έχει ως εξής:
Το φθινόπωρο του 2011 συστάθηκε από τον Υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού, κ. Παύλο Γερουλάνο, ομάδα εργασίας με αποστολή τη σύνταξη μιας «λευκής βίβλου» για τη δημόσια πολιτική στο πεδίο του σύγχρονου πολιτισμού. Η πρωτοβουλία αυτή προέκυψε από τη διαπίστωση ότι ο τομέας αυτός δεν έχει αποτελέσει μέχρι σήμερα αντικείμενο συγκροτημένης και συνολικής αντιμετώπισης από την Πολιτεία, με αποτέλεσμα την αδυναμία του Υπουργείου να λειτουργεί με γνώση, στόχευση και αποτελεσματικότητα.
Η ομάδα εργασίας, η οποία συγκροτήθηκε, κλήθηκε να υποβάλει μία συνολική πρόταση, με αφετηρία τέσσερις θεματικές:
– Δημιουργία δομών σχεδιασμού και υλοποίησης μιας συνολικής και συνεκτικής πολιτιστικής πολιτικής
– Ενίσχυση δημόσιων καλλιτεχνικών οργανισμών
– Περιφερειακή Πολιτιστική Πολιτική
– Προβολή και προώθηση της ελληνικής πολιτιστικής δημιουργίας στο εξωτερικό.
Αποτέλεσμα των εργασιών της υπήρξε η «πρόταση για μια νέα πολιτιστική πολιτική».
2. Πλαίσιο πολιτικής
Η πρόταση εκκινεί από μια απόπειρα να διατυπωθεί η αποστολή και το όραμα της πολιτιστικής πολιτικής του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού για το σύγχρονο πολιτισμό. Στο επίκεντρο της προσέγγισης που προτείνεται βρίσκεται η αξιοποίηση του συνόλου του πολιτιστικού δυναμικού και των πολιτιστικών πόρων της χώρας, με στόχο την πολιτιστική, κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη (2.1).
Στη συνέχεια παρατίθενται ορισμένες θεμελιώδεις αντιλήψεις σχετικά με τη φύση του πολιτιστικού πεδίου, την ιεράρχηση των προβλημάτων και την οριοθέτηση των δυνατοτήτων κρατικής παρέμβασης (2.2):
Οι ιστορικά διαμορφωμένοι τομείς των γραμμάτων και των τεχνών, οι πολιτιστικές βιομηχανίες, οι υλικές και άυλες εκφάνσεις του λαϊκού πολιτισμού αλλά και άλλες σύγχρονες μορφές πολιτισμικής έκφρασης σκιαγραφούν ένα ευρύ πεδίο, του οποίο το ΥΠΠΟΤ πρέπει να έχει εικόνα και γνώση, όταν ασκεί τις πολιτικές του. Συγχρόνως, κρίνεται απαραίτητη η αλληλεπίδραση, οι συνέργειες και ο συντονισμός πολιτικών για την πολιτιστική κληρονομιά και για τον σύγχρονο πολιτισμό και η υπέρβαση των στεγανών ανάμεσα στην κληρονομιά και τη δημιουργία που παρατηρείται σήμερα στο Υπουργείο. Τέλος, δεν μπορούν να αγνοηθούν τα νέα δεδομένα που θέτει στην η ψηφιακή τεχνολογία στην πολιτιστική δημιουργία και διάδοση καθώς και τη συμμετοχή στην πολιτιστική ζωή (2.2.1).
Οι τρέχουσες οικονομικές συνθήκες θέτουν κινδύνους για τη βιωσιμότητα του πολιτιστικού πεδίου που σχετίζονται με ποσοτικά θέματα (πλήθος δημιουργών, φορέων, δικτύων διανομής, δραστηριοτήτων, κοινού) όσο και με ζητήματα διασφάλισης της ποιότητας. Τα δεδομένα αυτά καθώς και οι ιδιαιτερότητες της απασχόλησης στο πολιτιστικό πεδίο (πχ επισφάλεια, χαμηλές αμοιβές, ετεροαπασχόληση) πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά το σχεδιασμό των παρεμβάσεων του ΥΠΠΟΤ (2.2.2).
Συγχρόνως, η παρέμβαση του Υπουργείου στο πεδίο του πολιτισμού οφείλει να σέβεται και να προστατεύει την ανεξαρτησία και την αυτονομία της πολιτιστικής έκφρασης. Η παρέμβαση αυτή στόχο έχει την εξασφάλιση των προϋποθέσεων για την ελεύθερη και ποιοτική πολιτιστική δημιουργία και έκφραση, για την όσο το δυνατόν ευρύτερη συμμετοχή των πολιτών στην πολιτιστική ζωή, τη διατήρηση της πολιτιστικής μνήμης και γενικά την αξιοποίηση του πολιτιστικού δυναμικού της χώρας. Οι χρηματοδοτικές δυνατότητες παρέμβασης του ΥΠΠΟΤ είναι περιορισμένες, τόσο λόγω της γενικής οικονομικής κατάστασης, όσο και λόγω της μεταβίβασης αρμοδιοτήτων και πόρων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Συνεπώς, για να μεγιστοποιηθεί το αποτέλεσμα των παρεμβάσεών του απαιτείται συνεργασία και συντονισμός, τόσο με την Περιφερειακή και Τοπική Αυτοδιοίκηση όσο και με φορείς του τρίτου τομέα (2.2.3)
Τέλος, η κρατική παρέμβαση πρέπει να διέπεται από της αρχές της αποτελεσματικότητας, της διαφάνειας και της δημόσιας λογοδοσίας (2.2.4).
3. Δημιουργία δομών σχεδιασμού και υλοποίησης μιας συνολικής, συνεκτικής πολιτιστικής πολιτικής
Στο δεύτερο κεφάλαιο προτείνεται ένα συνολικό μοντέλο χάραξης και υλοποίησης πολιτιστικής πολιτικής για το σύγχρονο πολιτισμό, που περιλαμβάνει τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου γνωμοδοτικού οργάνου επιτελικού σχεδιασμού, ελέγχου και αναστοχασμού της πολιτιστικής πολιτικής (κεφ. 2.1), την αναμόρφωση της Γενικής Διεύθυνσης Σύγχρονου Πολιτισμού σε αποτελεσματική μονάδα χάραξης και υλοποίησης πολιτικών (2.2) και τη θεσμοθέτηση των κατάλληλων εργαλείων, μέτρων και μηχανισμών που διευκολύνουν την άσκηση πολιτιστικής πολιτικής (2.3).
3.1 Συμβούλιο Σύγχρονού Πολιτισμού
Στην χώρα μας η απουσία κεντρικού σχεδιασμού πολιτικών για το σύγχρονο πολιτισμό είναι διαχρονική. Οφείλεται ιδίως στις αδυναμίες της υπάρχουσας δομής και έχει ως συνέπεια αποσπασματικές παρεμβάσεις και δράσεις χωρίς συνέχεια, συνεκτικότητα και αποτέλεσμα. Η ανάγκη για ένα συνολικό, μακροπρόθεσμο και κατά το δυνατόν δεσμευτικό σχέδιο πολιτιστικής πολιτικής μπορεί να υπηρετηθεί από τη λειτουργία του Συμβουλίου Σύγχρονου Πολιτισμού, ενός οργάνου το οποίο θα επιτυγχάνει τη σύζευξη της δημόσιας διοίκησης, της πολιτιστικής πολιτικής και του σύγχρονου πολιτισμού.
Στην πρώτη ενότητα του κεφαλαίου εξηγείται η αναγκαιότητα ύπαρξης αυτού του ανεξάρτητου γνωμοδοτικού οργάνου το οποίο θα αναλάβει να αναλύσει τις θεσμικές δομές αλλά και τις ειδικότερες ανάγκες, να διαμορφώσει ένα χάρτη προτεραιοτήτων της κρατικής παρέμβασης, να επεξεργαστεί και να σχεδιάσει μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες στρατηγικές και τέλος να προτείνει κατάλληλα εργαλεία προκειμένου να αξιολογούνται τα αποτελέσματα της δράσης της Πολιτείας και των εποπτευόμενων οργανισμών. Περιγράφονται οι αρμοδιότητές του και γίνονται προτάσεις για τον τρόπο λειτουργίας του και τις σχέσεις του με την πολιτική ηγεσία και την Υπηρεσία (3.1).
3.2 Γενική Διεύθυνση Σύγχρονου Πολιτισμού
Το δεύτερο σκέλος της πρότασης αφορά την αναδιοργάνωση της Γενικής Διεύθυνσης Σύγχρονου Πολιτισμού του Υπουργείου. (3.2).
Η σημερινή διάρθρωση της ΓΔΣΠ γίνεται με κύριο κριτήριο τη διάκριση των Τεχνών (έξι θεματικές διευθύνσεις: Μουσικής, Εικαστικών, Θεάτρου – Χορού, Κινηματογράφου – Οπτικοακουστικών Μέσων, Γραμμάτων, Πολιτιστικών Δράσεων). Η διάρθρωση αυτή δίνει έμφαση στην ανάπτυξη κάθε τέχνης αλλά υποβαθμίζει τη σημασία των λειτουργιών του σχεδιασμού και της υλοποίησης στόχων και μέτρων συνολικής πολιτιστικής πολιτικής.
Το σημερινό οργανόγραμμα σε συνδυασμό με την έλλειψη σχεδιασμού πολιτιστικής πολιτικής, την εν γένει υποβάθμιση των επιτελικών λειτουργιών των υπηρεσιών, την άνιση στελέχωσή τους και ιδιαίτερα την έλλειψη εξειδικευμένων στελεχών, με την ταυτόχρονη τάση συγκεντρωτισμού στη λήψη αποφάσεων από την εκάστοτε πολιτική ηγεσία (γραφείο Υπουργού ή Γενικού Γραμματέα) έχει καταστήσει τις Διευθύνσεις μονάδες που κατά κανόνα απλώς διεκπεραιώνουν είτε τις αποφάσεις που λαμβάνονται από την ιεραρχία (και μάλιστα με δική της πρωτοβουλία) είτε τις γραφειοκρατικές αρμοδιότητες που προβλέπονται από το νόμο.
Για το λόγο αυτό προτείνεται η αναδιάταξη αυτών των υπηρεσιών του Υπουργείου, ώστε να είναι σε θέση να λειτουργήσουν ως ένας διαρκής μηχανισμός επιτελικού σχεδιασμού, τόσο υποστηρικτικά προς το Συμβούλιο, όσο και αυτοτελώς, αλλά, συγχρόνως, και ως μια αξιόπιστη δομή υλοποίησης των πολιτικών και αξιολόγησής τους.
Συγκεκριμένα προτείνεται η ΓΔΣΠ να απαρτίζεται από τις ακόλουθες πέντε Διευθύνσεις:
1. Διεύθυνση Στρατηγικού Προγραμματισμού, με αντικείμενο την έρευνα και τεκμηρίωση, το σχεδιασμό πολιτιστικής πολιτικής και επιχειρησιακών σχεδίων, την αξιολόγηση, την υποστήριξη του Συμβουλίου.
2. Διεύθυνση Εφαρμογής Πολιτικής, με αντικείμενο την υλοποίηση των πολιτικών που σχετίζονται ιδίως με την ενίσχυση της καλλιτεχνικής δημιουργίας και την πρόσβαση και συμμετοχή στην πολιτιστική ζωή, την περιφέρεια, τις πολιτιστικές βιομηχανίες.
3. Διεύθυνση Εποπτείας, Διαχείρισης και Υποστήριξης με αντικείμενο την οικονομική διαχείριση και τον έλεγχο, τις νομικές υποθέσεις και την πνευματική ιδιοκτησία, την εποπτεία των πολιτιστικών φορέων του ΥΠΠΟΤ, τη διαχείριση και παρακολούθηση προγραμμάτων.
4. Διεύθυνση Καλλιτεχνικής Εκπαίδευσης, με αντικείμενο όλα τα θέματα καλλιτεχνικής εκπαίδευσης κάθε βαθμίδας και αντικειμένου.
5. Διεύθυνση Λαϊκού Πολιτισμού και Διαπολιτισμικού Διαλόγου, με κύριο αντικείμενο το σημερινό αντικείμενο της Διεύθυνσης Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Τέλος, είναι κρίσιμο να υπάρξει κατάλληλη στελέχωση της υπηρεσίας, και να τεθούν στη διάθεσή της επαρκή μέσα παρέμβασης.
3.3 Μέτρα και εργαλεία άσκησης πολιτιστικής πολιτικής
Η επόμενη ενότητα (3.3) συμπληρώνει τις δύο πρώτες, περιγράφοντας τα είδη των μέτρων, των εργαλείων και των μηχανισμών που πρέπει να έχει στη διάθεσή του το Υπουργείο για την άσκηση πολιτιστικής πολιτικής.
Σήμερα η Γενική Διεύθυνση Σύγχρονου Πολιτισμού δεν διαθέτει ένα συνεκτικό φάσμα εργαλείων παρέμβασης. Η σύσταση και λειτουργία, από το 2010, του Μητρώου Πολιτιστικών Φορέων και η δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων των επιχορηγήσεων μέσω Διαδικτύου αποτελεί ένα θετικό βήμα στην κατεύθυνση της διαφάνειας και της υιοθέτησης σαφέστερων, πληρέστερων και συστηματικότερων κανόνων για την χαρτογράφηση του πολιτιστικού πεδίου, για την κατανομή πόρων σε επιχορηγούμενες δραστηριότητες πολιτιστικών φορέων και για την αξιολόγηση και τον έλεγχο τόσο του φυσικού αποτελέσματος των δραστηριοτήτων όσο και των επιπτώσεών τους.
Το επόμενο βήμα πρέπει να είναι η διαμόρφωση ενός σαφούς και λειτουργικού πλαισίου μέτρων, εργαλείων και διαδικασιών στη διάθεση του Συμβουλίου και της ΓΔΣΠ για την αποτελεσματική άσκηση του έργου τους.
Περιγράφονται ενδεικτικά οι ακόλουθες κατηγορίες μέτρων: μέτρα που σχετίζονται με τις υποδομές, την ενίσχυση της δημιουργίας, την πρόσβαση στη χρηματοδότηση, τη βελτίωση του θεσμού της πολιτιστικής χορηγίας, με την κινητικότητα δημιουργών και επαγγελματιών του πολιτισμού, την ενίσχυση της συμμετοχής σε διοργανώσεις, την ενδυνάμωση του πολιτιστικού πεδίου, την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού, την αριστεία, την αξιοποίηση των τεχνολογικών δυνατοτήτων, την προαγωγή της συμμετοχής στην πολιτιστική ζωή, την ενίσχυση της πολιτιστικής ποικιλομορφίας (3.3.4).
Ως δυνητικοί δικαιούχοι τέτοιων μέτρων προτείνεται να είναι φυσικά και νομικά πρόσωπα, τόσο από το δημόσιο όσο και από τον ιδιωτικό τομέα. Ως φορείς υλοποίησης και διαχείρισης προτείνεται να αξιοποιηθούν και φορείς εκτός του ΥΠΠΟΤ που δραστηριοποιούνται στο πεδίο του πολιτισμού, κερδοσκοπικοί και μη.
Συγχρόνως, κρίνεται απαραίτητη η εισαγωγή ενός συνόλου εργαλείων τα οποία θα καλύπτουν τον πλήρη «κύκλο ζωής» της διαχείρισης των δράσεων: εργαλεία έρευνας και τεκμηρίωσης, εργαλεία σχεδιασμού, προγραμματισμού, αξιολόγησης και ελέγχου, εργαλεία οικονομικής διαχείρισης, εργαλεία ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού, εργαλεία ενίσχυσης της συνεργασίας των φορέων (3.3.5).
4. Ενίσχυση των δημόσιων πολιτιστικών οργανισμών
Οι πολιτιστικοί οργανισμοί που εποπτεύονται από το ΥΠΠΟΤ είναι φορείς που διαδραματίζουν στρατηγικό ρόλο, όχι μόνο στον τομέα τους, αλλά και ευρύτερα στο πεδίο του πολιτισμού. Συγχρόνως, απορροφούν περισσότερο από το 90% των πόρων που διατίθενται από το ΥΠΠΟΤ για τον σύγχρονο πολιτισμό. Συνεπώς, δεν θα μπορούσαν να μείνουν έξω από μια συνολική πρόταση για τη δημόσια πολιτική στο πεδίο του σύγχρονου πολιτισμού. Δύο είναι τα βασικά ζητήματα που απασχόλησαν την ομάδα εργασίας: η διοικητική δομή των οργανισμών και οι σχέσεις τους με το ΥΠΠΟΤ (κεφ. 4).
Κεντρικές παραδοχές της προσέγγισης αποτελούν αφενός η υποχρέωση της πολιτείας να στηρίζει τους οργανισμούς αυτούς και να σέβεται την αυτονομία τους και αφ’ ετέρου η ανάγκη να γίνεται αξιολόγηση του έργου τους και η δραστηριότητά τους να εναρμονίζεται με τις προτεραιότητες πολιτιστικής πολιτικής που τίθενται από το ΥΠΠΟΤ.
Προκειμένου να διαμορφωθεί ένα κατά το δυνατόν ενιαίο θεσμικό πλαίσιο διοίκησης και λειτουργίας των φορέων αυτών, που θα τους δίνει συγχρόνως την απαραίτητη ευελιξία, αναγνωρίζοντας τις ιδιαιτερότητές τους έναντι λοιπών δημόσιων οργανισμών, ζητήθηκε από τους ίδιους τους εποπτευόμενους να τοποθετηθούν σε βασικά ζητήματα λειτουργίας τους όπως το μοντέλο διοίκησης, ο τρόπος επιλογής των Διευθυντών, ζητήματα εσωτερικής οργάνωσης κοκ. Στη σχετική ενότητα παρουσιάζονται συνοπτικά οι προτάσεις των φορέων και οι σκέψεις της ομάδας εργασίας για τα θέματα αυτά (4.2).
Ο δεύτερος άξονας του προβληματισμού σχετικά με τους εποπτευόμενους οργανισμούς αφορά το πλέγμα των σχέσεων των εποπτευόμενων φορέων με το Υπουργείο. Αυτό αρθρώνεται γύρω από τρία σημαντικά ζητήματα: α) την επαρκή τακτική τους χρηματοδότηση β) τη διαχειριστική τους εποπτεία και γ) την αξιολόγηση του πολιτιστικού τους έργου βάσει των εθνικών πολιτιστικών προτεραιοτήτων του ΥΠΠΟΤ. Οι προγραμματικές συμβάσεις ανάμεσα στο ΥΠΠΟΤ και τους εποπτευόμενους φορείς μπορούν να αποτελέσουν ένα ιδιαίτερα χρήσιμο εργαλείο για την ορθολογική διαχείριση των ζητημάτων αυτών (4.3).
4. Περιφερειακή πολιτιστική πολιτική
Η περιφερειακή πολιτιστική πολιτική ασκείται τόσο από τις Περιφέρειες και τους Δήμους, στο πλαίσιο των νέων αρμοδιοτήτων τους που ορίζει ο «Καλλικράτης», όσο και από το ΥΠΠΟΤ. Η αυτονομία της πολιτιστικής πολιτικής των Περιφερειών και των Δήμων, που επεξεργάζονται σχέδια και στρατηγικές ανάπτυξης στη βάση των ιδιαίτερων αναγκών και των προτεραιοτήτων τους, επιβάλλει στο ΥΠΠΟΤ την άσκηση περιφερειακής πολιτικής σε τρεις κατευθύνσεις:
α) στην κατεύθυνση του σεβασμού της αυτονομίας αλλά και της υποστήριξης των Περιφερειών και των Δήμων προκειμένου να προωθούν την Αειφόρο Πολιτιστική Ανάπτυξη με την επεξεργασία Επιχειρησιακών Σχεδίων που θα αξιοποιούν στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό τους πολιτιστικούς πόρους που διαθέτουν.
β) στην κατεύθυνση της επεξεργασίας και αξιολόγησης της τήρησης πλαισίου κανόνων από τις Περιφέρειες και τους Δήμους, που θα αφορούν, μεταξύ άλλων, τη διαβούλευση με τους πολιτιστικούς δρώντες της Περιφέρειας καθώς και μια σειρά διαδικασιών και προδιαγραφών σε σχέση με τον αναπτυξιακό χαρακτήρα του σχεδιασμού, τη σύγκλιση, τη συνοχή, την ανταγωνιστικότητα, τη διαφορετικότητα, των πλουραλισμό, την εξωστρέφεια, την αξιολόγηση, τον κανόνα κόστους οφέλους.
γ) στην κατεύθυνση της σύγκλισης των περιφερειών σε επίπεδο πολιτιστικής ανάπτυξης μέσω του εθνικού πολιτιστικού σχεδιασμού, ο οποίος θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη από τον περιφερειακό σχεδιασμό προκειμένου να μην αναπτύσσονται φυγόκεντρες δυνάμεις σε εθνικό επίπεδο.
Στο πλαίσιο αυτό και για την αποτελεσματικό σχεδιασμό και την εφαρμογή της περιφερειακής πολιτικής προτείνεται η λειτουργία σε κάθε Περιφέρεια και σε κάθε Δήμο ενός Συμβουλίου Σύγχρονου Πολιτισμού, καθώς και ενός Γραφείου Πολιτιστικού Σχεδιασμού και Προγραμμάτων, σύμφωνα με τις προδιαγραφές που θα τεθούν από το ΥΠΠΟΤ.
5. Προβολή και προώθηση της ελληνικής πολιτιστικής δημιουργίας στο εξωτερικό
Μια πολιτική εξωστρέφειας για τον σύγχρονο πολιτισμό στοχεύει στη σύνδεση του ελληνικού πολιτιστικού πεδίου με τα διεθνή ρεύματα και τεκταινόμενα και συγχρόνως στην ανάδειξη και προβολή της σύγχρονης ελληνικής πολιτιστικής δημιουργίας στη διεθνή σκηνή. Ο στόχος αυτός περνάει μέσα από την καλλιτεχνική, οργανωτική και λειτουργική ενδυνάμωση των φορέων και καλλιτεχνών που δρουν στην Ελλάδα και προϋποθέτει την ισχυροποίηση της πολιτικής διεθνών πολιτιστικών σχέσεων της χώρας.
Οι προτάσεις για την ενίσχυση της εξωστρέφειας του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού στηρίζονται στις εξής βασικές αρχές: στην ύπαρξη ικανού χρονικού ορίζοντα προγραμματισμού, στην παραγωγή αμφίδρομων συνεργειών και συνεργασιών, στις φερέγγυες δομές που εξασφαλίζουν τη βέλτιστη σχέση κόστους-ωφέλειας και στο συντονισμό, τη συνεργασία και την κοινή στρατηγική των φορέων.
Ιδιαίτερες εκφάνσεις της εξωστρέφειας αποτελούν: η ένταξη ελληνικών φορέων και καλλιτεχνών σε διεθνή δίκτυα, η ανάπτυξη βιώσιμων συμπράξεων και προγραμματικής συνεργασίας και η ανάπτυξη αποτελεσματικών εργαλείων πληροφόρησης για χρήση από φορείς της Ελλάδας και της αλλοδαπής.
Ως κύρια εργαλεία ενίσχυσης της εξωστρέφειας προτείνονται η επεξεργασία κατάλληλων προγραμμάτων χρηματοδότησης, η ενίσχυση της διαχειριστικής επάρκειας των μικρών και μεσαίων φορέων και οι πλατφόρμες σύγχρονου πολιτισμού.
Εξάλλου, και το ίδιο το ΥΠΠΟΤ και ιδίως η ΓΔΣΠ πρέπει να μετέχουν ενεργά σε δίκτυα με ομόλογους φορείς, σε διακρατικές δομές και όργανα προβληματισμού και λήψης αποφάσεων για την πολιτιστική πολιτική σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.
Προτείνεται τέλος η αξιοποίηση του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού και του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών ως φορέων – εργαλείων για την αποτελεσματική υλοποίηση πολιτικών εξωστρέφειας, μέσα από το ριζικό επαναπροσδιορισμό της στόχευσης και του τρόπου λειτουργίας τους.