Σύγκρουση κορυφής εκκολάπτεται στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας μετά την απόφασή της να κατακλύσει για δεύτερη φορά το χρηματοπιστωτικό σύστημα της ζώνης του ευρώ με μακροπρόθεσμη ρευστότητα μέσω της χορήγησης πολύ φθηνών τριετών δανείων (LTROs).
Ο πρόεδρος της κραταιάς γερμανικής κεντρικής τράπεζας (Bundesbank) Γενς Βάιντμαν, οικονομικός σύμβουλος της γερμανίδας καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ, προειδοποίησε τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι για τα συνεχώς αυξημένα ρίσκα στο ευρωσύστημα.
Μάλιστα, όπως αναφέρει η γερμανική εφημερίδα «Frankfurter Allgemeine Zeitung», πρότεινε την επιστροφή στα μέτρα για τις εγγυήσεις (collateral) που ίσχυαν πριν από τη χρηματοπιστωτική κρίση.
Ο Βάιντμαν προειδοποίησε για πιθανή ζημιά στη φήμη της ΕΚΤ, επισημαίνοντας παράλληλα ότι οι κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης μπορεί να έλθουν αντιμέτωπες με ζημιές (αν οι τράπεζες που πήραν τα δάνεια δεν μπορέσουν να τα αποπληρώσουν κατά τη λήξη τους σε τρία χρόνια) στις οποίες οι εθνικές κυβερνήσεις δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν, αναφέρει η εφημερίδα, επικαλούμενη επιστολή του γερμανού κεντρικού τραπεζίτη προς τον Ντράγκι.
Ο Βάιντμαν προειδοποιεί επίσης για τους κινδύνους που εγκυμονούν από ορισμένες πολιτικές της ΕΚΤ και εκφράζει την ανησυχία του ότι ενδεχομένως να υπάρξει μεγαλύτερο κόστος για τη Γερμανία η οποία, άλλωστε, είναι και ο μεγαλύτερος πιστωτής στην ευρωζώνη.
Με άρθρο του επίσης στους «Financial Times» ο Λορέντζο Μπίνι Σμάγκι, πρώην μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ, ασκεί επίσης έντονη κριτική. Επισημαίνει ότι δεν είναι σαφής η στρατηγική εξόδου από την πολιτική των ενέσεων ρευστότητας και προειδοποίησε ότι οι τράπεζες «μπορεί να εθιστούν στην εύκολη χρηματοδότηση» και να μην μπορέσουν «να σταθούν στα πόδια τους όταν ξεπεραστεί η κρίση».
Την περασμένη Τετάρτη 800 ευρωπαϊκές τράπεζες άντλησαν 530 δισ. ευρώ ρευστότητα από την ΕΚΤ (αντί 489 δισ. ευρώ που άντλησαν 500 τράπεζες στις 21.12.2011), αναζωπυρώνοντας τις ελπίδες για αύξηση των πιστώσεων προς τις επιχειρήσεις καθώς και για μείωση του κόστους δανεισμού στις χώρες της ευρωζώνης.
Αξιωματούχοι της ΕΚΤ προσδοκούν εξάλλου ότι μέρος των κεφαλαίων θα διοχετευθεί για την αγορά ομολόγων υψηλής απόδοσης όπως της Ισπανίας και της Ιταλίας. Η ρευστότητα που διοχέτευσε η ΕΚΤ την Τετάρτη οδήγησε σε μείωση της απόδοσης σειράς ομολόγων που εξέδωσε η Ισπανία την Πέμπτη, ενώ και τα spreads των ιταλικών κρατικών τίτλων υποχωρούσαν. Αναλυτές προβλέπουν ωστόσο ότι θα πρέπει να αποκλείσουμε μια μαζική και εκτεταμένη υποχώρηση των spreads, καθώς τα θεμελιώδη (των οικονομιών) δεν είναι τόσο ευνοϊκά, με τους κινδύνους μιας βαθιάς ύφεσης στην περιφέρεια της ευρωζώνης να παραμένουν.
Σύμφωνα με το Reuters, αξιωματούχοι της κεντρικής τράπεζας ανέφεραν ότι η ΕΚΤ επιθυμεί η δημοπρασία αυτή να είναι η τελευταία, καθώς ανησυχεί ότι τα τραπεζικά ιδρύματα εξαρτώνται ολοένα και περισσότερο από τα κεφάλαιά της και ότι αυτό δεν ενθαρρύνει τις κυβερνήσεις να προχωρήσουν σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Η Credit Suisse από την πλευρά της, σε έκθεσή της με τον σκωπτικό τίτλο «Βρέχει ευρώ», δεν αποκλείει έναν ακόμη γύρο της ευρωπαϊκής εκδοχής της ποσοτικής χαλάρωσης, αν επιδεινωθούν τα οικονομικά και πολιτικά δεδομένα στην ευρωζώνη.
Η ανησυχία των επενδυτών για ενδεχόμενη συμπίεση της χρηματοδότησης προς τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και τράπεζες αμβλύνθηκε πάντως μετά την 3ετή παροχή ρευστότητας από την ΕΚΤ, ενώ και άλλες κεντρικές τράπεζες εμφανίστηκαν εκ νέου πρόθυμες να παράσχουν ρευστότητα. Η Fed και η Τράπεζα της Αγγλίας έχουν πρόσφατα σαφώς υπαινιχθεί περαιτέρω ποσοτική χαλάρωση και η κινέζική κεντρική τράπεζα ανακοίνωσε ότι θα αναζητήσει τρόπους αύξησης της παροχής πίστωσης.
Θα πρέπει να σημειωθεί όμως ότι ο ρυθμός διεύρυνσης των ισολογισμών των κεντρικών τραπεζών είναι πρωτοφανής, καθώς το άθροισμα των ισολογισμών των οκτώ μεγαλύτερων κεντρικών τραπεζών σε τιμές δολαρίου ΗΠΑ αυξήθηκε από 5,42 τρισ. σε 15 τρισ. κατά την τελευταία εξαετία, ενώ η Κεντρική Τράπεζα της Κίνας κατέχει την πρώτη θέση, ακολουθούμενη από την ΕΚΤ.
Ποιοι πήραν τα 530 δισ. ευρώ
Οι ισπανικές και ιταλικές τράπεζες είναι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Morgan Stanley, οι σημαντικότεροι αποδέκτες των φθηνών, τριετών δανείων ύψους 530 δισ. ευρώ που μοίρασε την περασμένη Τετάρτη η ΕΚΤ.
Οι ισπανικές και ιταλικές τράπεζες είναι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Morgan Stanley, οι σημαντικότεροι αποδέκτες των φθηνών, τριετών δανείων ύψους 530 δισ. ευρώ που μοίρασε την περασμένη Τετάρτη η ΕΚΤ.
Η αμερικανική τράπεζα διαψεύδει τις όποιες ελπίδες ότι μέρος από τη ρευστότητα που έδωσε η ΕΚΤ θα καταλήξει στην πραγματική οικονομία στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, που την έχουν και μεγαλύτερη ανάγκη, θεωρώντας ότι θα «παρκάρουν» τα κεφάλαια αυτά στις καταθέσεις της ΕΚΤ ή θα τα επενδύσουν σε 2ετή – 5ετή κρατικά ομόλογα.
Αλλοι αναλυτές εκτιμούν πάντως ότι στην τελευταία προσφορά φθηνών δανείων σημειώθηκε μεγαλύτερη συμμετοχή μικρότερων τραπεζών, καθώς η ΕΚΤ χαλάρωσε τις απαιτήσεις για τις εγγυήσεις σε σχέση με τον Δεκέμβριο.
Πώς βλέπει η αγορά τη βροχή των ευρώ
Ρηξικέλευθη χαρακτηρίστηκε από πολλούς η επιθετική ανταπόκριση της ΕΚΤ
Ο φόβος πιστωτικής αποστράγγισης για τις επιχειρήσεις στην «πραγματική» οικονομία, οι μεγάλες λήξεις τραπεζικών ομολόγων, το ενδεχόμενο μιας απότομης μείωσης των πιστώσεων και οι φόβοι για ξεπουλήματα ενεργητικών από ορισμένες τράπεζες απετέλεσαν, σύμφωνα με την αγορά, τους λόγους που οδήγησαν στην απόφαση της ΕΚΤ για χορήγηση πολύ φθηνών τριετών δανείων.
Ρηξικέλευθη χαρακτηρίστηκε από πολλούς η επιθετική ανταπόκριση της ΕΚΤ
Ο φόβος πιστωτικής αποστράγγισης για τις επιχειρήσεις στην «πραγματική» οικονομία, οι μεγάλες λήξεις τραπεζικών ομολόγων, το ενδεχόμενο μιας απότομης μείωσης των πιστώσεων και οι φόβοι για ξεπουλήματα ενεργητικών από ορισμένες τράπεζες απετέλεσαν, σύμφωνα με την αγορά, τους λόγους που οδήγησαν στην απόφαση της ΕΚΤ για χορήγηση πολύ φθηνών τριετών δανείων.
Ο μηχανισμός έκτακτης χρηματοδότησης παρέχει στην ουσία στις τράπεζες τη δυνατότητα να αγοράζουν και να διατηρούν κρατικά ομόλογα με υψηλότερη απόδοση, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως πρόσθετη εξασφάλιση. Η ΕΚΤ στη συνέχεια παρέχει διαθέσιμα και ισοδύναμα διαθεσίμων με ελκυστικά επιτόκια και οι τράπεζες μπορούν με αυτόν τον τρόπο να έχουν στην κατοχή τους τίτλους με υψηλότερη απόδοση.
Η επιθετική ανταπόκριση της ΕΚΤ χαρακτηρίστηκε από πολλούς ως ρηξικέλευθη, ενώ ανάλυση της JP Morgan για την κρίση στην ευρωζώνη αναφέρει, εδώ και πολύ καιρό, τρεις παραμέτρους που συμπράττουν: υπάρχουν οι πιέσεις από τα δημοσιονομικά προβλήματα, η ελλιπής ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος και οι φόβοι χρεοκοπίας, καθώς και η έλλειψη αναπτυξιακής ώθησης λόγω, σε μεγάλο βαθμό, της ασθενούς ανταγωνιστικότητας πολλών κρατών της περιφέρειας της ΕΕ. Το πρόγραμμα LTRO αποβλέπει στην αντιμετώπιση του δεύτερου προβλήματος, όμως προς το παρόν δεν φαίνεται να φέρνει αποτελέσματα που να οδηγούν σε ταχύτερη αύξηση του χρήματος με την ευρύτερη έννοια.
Αν η ΕΚΤ δεν μπορέσει να προβεί στη λήψη επαρκών μέτρων χαλάρωσης που να οδηγήσουν σε σημαντική εκ νέου επιτάχυνση της κυκλοφορίας του χρήματος, η πρόγνωση για την ευρωζώνη θα εξακολουθεί να διαγράφεται δυσοίωνη, εκτίμησε η JP Morgan Asset Management.
Στις χώρες του πυρήνα, ανέφερε, η νομισματική ανάπτυξη παραμένει υγιής, με ετήσια αύξηση 5,8% στη Γερμανία και 5,3% στην Ολλανδία. Ωστόσο η εικόνα είναι ιδιαίτερα ανησυχητική στην περιφέρεια και η νομισματική ανάπτυξη έχει αρνητικό πρόσημο στην Ιταλία, στην Ισπανία, στην Πορτογαλία και στην Ελλάδα. Στη χώρα μας η προσφορά του χρήματος εμφανίζει συρρίκνωση κατά 14% σε σχέση με πέρυσι. Αυτά είναι συμπτώματα ύφεσης και παραπέμπουν στον κανόνα του χρυσού του 20ού αιώνα, όπου τα εξωτερικά ελλείμματα (δηλαδή το ισοζύγιο πληρωμών) οδήγησαν σε εξάντληση των εθνικών αποθεματικών, με δυσάρεστες συνέπειες για την προσφορά χρήματος και την οικονομική δραστηριότητα.
Εξάλλου, δημιουργούνται υπόνοιες ότι το χρήμα παραμένει εγκλωβισμένο εντός των κεντρικών τραπεζών αντί να κυκλοφορεί στην ευρύτερη οικονομία.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ