Βρισκόμαστε σε μεγάλο ιδιωτικό θεραπευτήριο της Αθήνας, η ώρα είναι 12.30 το μεσημέρι. Στους διαδρόμους του νοσοκομείου παρατηρούμε μικρές ομάδες νεαρών, μελαμψών τραυματιών, με επιδέσμους, νάρθηκες και πατερίτσες – που μαρτυρούν ορθοπεδικά, κυρίως, προβλήματα – να επιδίδονται σε ψιλοκουβέντα. Δεν πρόκειται για μετανάστες, αλλά για λίβυους τραυματίες πολέμου που από τον προηγούμενο Δεκέμβριο φιλοξενούνται σε ελληνικά ιδιωτικά θεραπευτήρια και ξενοδοχεία με έξοδα της (νέας και προσωρινής) λιβυκής κυβέρνησης. Στις αρχές Δεκεμβρίου, περίπου 600 λίβυοι ασθενείς και τραυματίες μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα για ιατρική νοσηλεία κάθε είδους – από προσθετική μελών μέχρι πολύπλοκες εγχειρήσεις, αλλά και για την πάντα απαραίτητη ψυχολογική και ψυχιατρική παρακολούθηση. Σήμερα ο αριθμός αυτός έχει αυξηθεί. Περί τους 1.194 τραυματίες πολέμου έχουν εισαχθεί σε κλινικές της Αθήνας, 950 έχουν μεταφερθεί στη Θεσσαλονίκη, 152 νοσηλεύονται στη Ρόδο και 11 βρίσκονται στο νοσοκομείο των Χανίων στην Κρήτη. Μετά την αποδέσμευση των τραπεζικών λογαριασμών του Μοαμάρ Καντάφι (ως τότε το κόστος καλυπτόταν από την κυβέρνηση του Κατάρ, σε μια κίνηση ανθρωπισμού ή ενδεχομένως και διπλωματικής σκοπιμότητας) το κόστος για την αερομεταφορά, την περίθαλψη, τη φιλοξενία και τον επαναπατρισμό των τραυματιών καλύπτεται πλήρως από τα χρήματα που ανήκουν πλέον στον λαό της Λιβύης, μιας πλούσιας χώρας που, αν και μετρά πολύ σημαντικά έσοδα από το πετρέλαιο, δεν διαθέτει ακόμη και τις βασικές υποδομές ενός σύγχρονου κράτους.

«Με τις πρώτες συγκρούσεις, το νοσηλευτικό σύστημα της Λιβύης κατέρρευσε, αφού οι ξένοι γιατροί και το νοσηλευτικό προσωπικό έφυγαν από τη χώρα και τα νοσοκομεία έμειναν χωρίς προσωπικό» μας λέει ο δρ Γιώργος Γεωργιάδης, διευθυντής της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας στο θεραπευτήριο Metropolitan της Αθήνας, ο οποίος μαζί με τον συνάδελφό του, δρα Παναγιώτη Λούσκο, έζησαν από πολύ κοντά την έκρυθμη κατάσταση της Λιβύης. «Μέσα στα Χριστούγεννα κατεβήκαμε για τρεις ημέρες στη Λιβύη ώστε να εκτιμήσουμε ιδίοις όμμασι την κατάσταση και να αποφασίσουμε πώς μπορούμε να βοηθήσουμε, αλλά και να επιλέξουμε κάποια περιστατικά τραυματιών που θα μπορούσαμε να φέρουμε στην Ελλάδα για νοσηλεία. Είχαμε ένοπλη προστασία σε κάθε μετακίνησή μας, όμως βρισκόμασταν σε εμπόλεμη ζώνη, όπου δεν ξέρεις ποτέ τι θα σου συμβεί» μας εξηγεί ο δρ Λούσκος, προσθέτοντας ότι στη δεύτερη επίσκεψή τους, στο τέλος Ιανουαρίου, τα πράγματα ήταν σαφώς πιο ήρεμα. «Το βράδυ ακόμη φοβάσαι, όμως πλέον έχουν αρχίσει να ανοίγουν τα μαγαζιά, να κινείται η τοπική οικονομία, να χαμογελάει ο κόσμος. Σε ιατρικό επίπεδο, όμως, η κατάσταση είναι τραγική, τα νοσοκομεία είναι παρατημένα, υπάρχουν ελάχιστοι γιατροί, ενώ βλέπεις να χειρουργούν επάνω σε τραπέζια σε σχολικές αίθουσες με τοπική αναισθησία και ανάμεσα στα χώματα… Κάποιοι μεταφέρονται σε νοσοκομεία της Τυνησίας, ωστόσο και εκεί οι δυνατότητες αντιμετώπισης των δύσκολων περιστατικών είναι περιορισμένες» καταλήγει.

Στο Παλαιό Φάληρο τα πράγματα είναι, ευτυχώς, πολύ καλύτερα για τα βαριά περιστατικά τραυματιών, οι οποίοι καταφθάνουν με ειδικές πτήσεις διασωληνωμένοι και στη συνέχεια μπαίνουν στο χειρουργείο. «Σήμερα μάλιστα είχαμε και μια καλή είδηση, αφού άρχισε να επικοινωνεί με το περιβάλλον ένας τραυματίας που έχουμε εδώ και ενάμιση μήνα. Μας τον είχαν φέρει με πέντε σφαίρες σε θώρακα, στομάχι, έντερα, με μολύνσεις, σε άθλια κατάσταση, τον θεωρούσαν νεκρό και όμως ο άνθρωπος σώθηκε» μας λέει με δικαιολογημένη ικανοποίηση ο δρ Γεωργιάδης, έχοντας αντιμετωπίσει και άλλα δύσκολα περιστατικά, όπως έναν Λίβυο με τραύμα από σφαίρα στο κεφάλι – σήμερα περιμένει το τελικό χειρουργείο με το οποίο θα συναρμολογηθεί και πάλι το τμήμα του κρανίου του που αφαιρέθηκε προκειμένου να σωθεί η ζωή του.

Λίγο αργότερα συναντήσαμε και τον δρα Αθανάσιο Μπαδέκα, χειρουργό – ορθοπεδικό, ο οποίος επίσης μας εκμυστηρεύθηκε ότι μέσα σε λίγες εβδομάδες αντιμετώπισε τόσα σοβαρά τραύματα όσα δεν είχε δει σε ολόκληρη την καριέρα του: «Εδώ εφαρμόζουμε κανονική στρατιωτική ιατρική, έχουμε δει τόσο πολλές σφαίρες και σοβαρά περιστατικά, που νιώθουμε σαν να βρισκόμαστε σε πεδίο μάχης».

Ανάμεσα στους ασθενείς του είναι και έφηβοι με τραύματα από σφαίρες, αλλά και μορφωμένοι μεσήλικοι καλής οικονομικής επιφάνειας. «Εχουμε έναν Λίβυο με σοβαρό τραύμα από χειροβομβίδα που προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε – ο άνθρωπος αυτός είναι 50 ετών, πολιτικός μηχανικός, μιλάει πέντε γλώσσες. Είναι ένας πολύ ήρεμος και καλλιεργημένος άνθρωπος, τον ρωτάς πώς έμπλεξε στον πόλεμο και απαντά ότι έφτασε στο σημείο που δεν πήγαινε άλλο, έπρεπε και αυτός να αντισταθεί με οποιονδήποτε τρόπο».

Στο ίδιο νοσοκομείο έχουμε την ευκαιρία να μιλήσουμε και με κάποιους από τους τραυματίες που βρίσκονται υπό την ευθύνη και την επίβλεψη του δρος Μούσμπαχ Σάλεχ, ενός από τους 27 λίβυους ιατρούς που βρίσκονται αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα για να συνοδεύσουν τις ομάδες των τραυματιών. Από όσους νοσηλευόμενους συναντούμε, οι περισσότεροι είναι απλοί άνθρωποι, οι οποίοι ωστόσο δηλώνουν ότι «ανέκαθεν ένιωθαν επαναστάτες», όπως για παράδειγμα ο 30χρονος Ασράμ Αλσεφάουι, πολιτικός μηχανικός στο επάγγελμα: «Εμείς ξεκινήσαμε με μια ειρηνική διαμαρτυρία χωρίς όπλα, βγήκαμε στον δρόμο απλώς για να διαδηλώσουμε. Οταν όμως ήρθαν οι μισθοφόροι του Καντάφι και άρχισαν να μας επιτίθενται, δεν υπήρχε επιλογή· ή θα καθόσουν να σκοτωθείς ή θα έπαιρνες ένα όπλο να πολεμήσεις». Παρόμοια είναι και η ιστορία του Νάσερ Γκάμα, ενός γιγαντόσωμου επιχειρηματία από τη Βεγγάζη ο οποίος έπιασε στα χέρια το πρώτο του όπλο από έναν νεκρό του κανταφικού στρατού και πολέμησε σκληρά επί μήνες, με αποτέλεσμα να ονομαστεί επίτιμος «στρατηγός» της επανάστασης, έχοντας μάλιστα τραυματιστεί σοβαρά δύο φορές.

Ο Μοχάμεντ Αμπγκάρεμπ είναι μόλις 18 ετών και συνελήφθη αμέσως μετά την έναρξη των συγκρούσεων από τις στρατιωτικές δυνάμεις του καθεστώτος. Επειτα από τρεις ημέρες στη φυλακή, ένας αξιωματικός του στρατού τον απελευθέρωσε κρυφά, οπότε και η ένταξή του στο επαναστατικό στρατόπεδο έγινε σχεδόν υποχρεωτική. Αφού υπέστη δύο τραυματισμούς και θραύσματα χειροβομβίδας που ακόμη κουβαλά στο σώμα του, ο Μοχάμεντ σήμερα απολαμβάνει την ασφάλεια της Ελλάδας και ονειρεύεται μια νέα Λιβύη στην οποία θα επικρατεί ηρεμία και ο ίδιος θα μπορέσει να ζήσει ως ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας.

Ο πιο σοβαρός και λιγομίλητος της παρέας είναι ο Τάρεκ Αλμαργκάνι. Ισως οι μνήμες και τα διλήμματα που αντιμετώπισε μόλις πριν από μερικούς μήνες να σχετίζονται με αυτό. Λοχαγός στο 36ο Σύνταγμα Πεζοναυτών του Καντάφι, όταν δέχτηκε εντολές να στραφεί κατά του λαού και να χτυπήσει αμάχους, αρνήθηκε να υπακούσει και πέρασε με τους άνδρες του και τον οπλισμό τους στο στρατόπεδο της επανάστασης. Παρ’ όλο που τραυματίστηκε σοβαρά στη σπονδυλική στήλη, αισθάνεται τυχερός που δεν βρέθηκε σε κάποιο αναπηρικό καροτσάκι, ενώ πιστεύει ότι η κατάσταση στη Λιβύη θα βελτιωθεί αρκετά μετά τις εκλογές. Ο ίδιος είναι αρκετά συγκρατημένος στις διηγήσεις του, ωστόσο ο δρ Σάλεχ, που παρακολουθεί τη συζήτησή μας και μεταφράζει, διακόπτει για να επισημάνει: «Το 36ο Σύνταγμα είναι πολύ γνωστό, πολύ σημαντικό για την επανάσταση, τους θεωρούμε ήρωες της Λιβύης επειδή ήταν αυτοί που είχαν το θάρρος να αντιταχθούν στο καθεστώς, έστω και αν ήταν επαγγελματίες στρατιωτικοί».

Οι εικκόνες του αιματηρού εμφυλίου που ξεκίνησε πέρυσι τον Φεβρουάριο είναι ακόμη νωπές στις μνήμες των Λίβυων. Ο Καντάφι έπεσε, ωστόσο η κατάσταση στην Τρίπολη και στα περίχωρα είναι ακόμη τεταμένη. «Πολύς κόσμος κρατάει ακόμη όπλα στα χέρια του, τα οποία δεν μαζεύτηκαν ποτέ. Αυτό προκαλεί μεγάλο άγχος στο κράτος, διότι ένα μικρό πρόβλημα μπορεί να οδηγήσει σε πόλεμο, με το παραμικρό μπορεί να γίνει μεγάλη σύρραξη. Τα πράγματα δεν έχουν ηρεμήσει ακόμη» μας λέει ο Αιγύπτιος Χαλίντ Χασάν, επίσημος μεταφραστής για τους λίβυους τραυματίες που νοσηλεύονται στη Ρόδο. Τουλάχιστον στην Ελλάδα τα πράγματα είναι πιο ήρεμα, αφού οι τραυματίες απολαμβάνουν άριστη ιατρική φροντίδα, διαμονή σε πολυτελή ξενοδοχεία κατά τη διάρκεια της αποθεραπείας τους, καθώς και «βδομαδιάτικο» επίδομα ύψους 500 ευρώ, το οποίο ξοδεύουν στην Ελλάδα τονώνοντας κατά κάποιον τρόπο την τοπική οικονομία: Από το χιονοδρομικό κέντρο του Καϊμάκτσαλαν (!) μέχρι τα νυχτερινά μαγαζιά της λεωφόρου Συγγρού και της παραλιακής, αντροπαρέες λίβυων τραυματιών με πατερίτσες και γύψους είναι γνώριμο θέαμα τον τελευταίο καιρό. Οι λίβυοι τραυματίες προσπαθούν να σβήσουν τις άσχημες μνήμες του αιματηρού εμφυλίου στην «ασφαλή» για αυτούς Ελλάδα και δεν βιάζονται να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Ωστόσο, εκεί βλέπουν το μακρινό μέλλον τους, εκεί ελπίζουν ότι θα ζήσουν καλύτερες ημέρες μαζί με την οικογένειά τους.

Μπορεί η συντριπτική πλειονότητα των τραυματιών που νοσηλεύονται στην Ελλάδα να ανήκει στο στρατόπεδο των επαναστατών (άλλωστε, από κάποιο σημείο και έπειτα οι κανταφικές δυνάμεις ήταν κυρίως μισθοφορικές), ωστόσο υπάρχουν και φιλοξενούμενοι από το κανταφικό στρατόπεδο. «Είχαμε έναν τραυματία ο οποίος πάσχει από αμνησία, λόγω των σοβαρών τραυματισμών του. Κάποια στιγμή, στον ύπνο του, παραμιλούσε και φώναζε φιλοκανταφικά συνθήματα. Ετσι, διακριτικά, αναγκαστήκαμε να τον απομονώσουμε σε άλλο δωμάτιο και φροντίσαμε να μην έρχεται σε επαφή με τους επαναστάτες» μας λέει ο δρ Λούσκος. Ωστόσο, η περίπτωση αυτή αποτελεί εξαίρεση. Στην κλινική της Ρόδου, για παράδειγμα, αυτή τη στιγμή «συγκατοικούν» 140 τραυματίες αντικαθεστωτικοί και περίπου δέκα άτομα που πολέμησαν στο πλευρό του Καντάφι, χωρίς να αντιμετωπίζουν προβλήματα. «Δεν είμαστε καλά ακριβώς. Απλώς δεν μας νοιάζει, ό,τι έγινε έγινε. Πολίτες της Λιβύης είμαστε, σκοτώθηκαν πολλά παιδιά, τώρα το μόνο που θέλουμε είναι να ξεχάσουμε» λένε.

* Δημοσιεύθηκε στο BHMagazino στις 19 Φεβρουαρίου 2012