Αθελά μου έγινα ωτακουστής. Η συζήτηση που θα σας αφηγηθώ δεν είναι πρωτόγνωρη. Πίστευα όμως – ήλπιζα, για την ακρίβεια – ότι σ’ αυτή την εποχή, που οι δανειστές μάς ταλανίζουν, η ανεργία αυξάνεται, οι νεόπτωχοι πολλαπλασιάζονται, οι άστεγοι κουρνιάζουν σε όλες τις γωνιές του κέντρου της πρωτεύουσας και τα συσσίτια φιλοξενούν κάθε μέρα όλο και περισσότερους πεινασμένους, το «φακελάκι» στα κρατικά νοσηλευτικά ιδρύματα, αν δεν είχε εξαφανιστεί, θα είχε τουλάχιστον ελαττωθεί. Φαίνεται ότι έκανα λάθος. Διαβάστε παρακάτω!
Ημουν επισκέπτης συγγενούς μου σε κλινική κρατικού νοσοκομείου της Αθήνας. Κανένας δεν γνώριζε την ιδιότητά μου. Ο συγγενής επιμελώς την είχε αποκρύψει. Δωμάτιο εξάκλινο. Διπλάσιοι επισκέπτες από τους ασθενείς. Η κουβέντα θορυβώδης. Το θέμα; Η παράνομη αμοιβή του κρατικού λειτουργού. Πόσα και πώς θα του τα δώσουν; Το «φακελάκι» θα πρέπει να δοθεί προκαταβολικά, δηλαδή πριν από την ιατρική παρέμβαση, ή μετά την επιτυχή θεραπεία; Στο γραφείο του γιατρού, στο νοσοκομείο ή στο ιδιωτικό ιατρείο του; Τι ποσό είναι ικανοποιητικό για τον γιατρό; Πεντακόσια ευρώ ή παραπάνω; Να του δώσουμε τόσα ώστε να μην τον προσβάλουμε, χωρίς όμως να ξεφραγκιαστούμε…
Δεν προβληματιζόταν η ομήγυρης αν η δοσοληψία αυτή είναι παράνομη και μη ηθική. Δεν τους απασχολούσε αν η διακίνηση «μαύρου» χρήματος είναι ένας από τους κρίκους της αλυσίδας που οδήγησε στην οικονομική κατάρρευση της χώρας; Γι’ αυτούς το φακελάκι ήταν τόσο αυτονόητο όσο η πληρωμή της εφημερίδας στο περίπτερο! Ενας μόνο συγγενής ασθενούς προσπαθούσε να αποτρέψει τη συμμετοχή τους στην παράνομη πληρωμή, θυμίζοντάς τους ότι βρίσκονταν σε κρατικό νοσοκομείο!
Στενοχώρια και ντροπή με κατέλαβαν. Πώς καταντήσαμε έτσι! Δεν πήρα μέρος στη συζήτηση. Φεύγοντας από το νοσοκομείο σκεφτόμουν διαρκώς: πώς θα εξαφανιστεί αυτή η κατάπτυστη πρακτική; Οι αιτίες του φαινομένου είναι πολύπλοκες και η λύση του απαιτεί μακροχρόνια εκπαίδευση, νομοθετικές ρυθμίσεις, άλλη κουλτούρα του ιατρικού σώματος και των πολιτών. Πρωταρχικός είναι ο ρόλος της Παιδείας – τόσο του πάσχοντος όσο και των λειτουργών Υγείας. Ο ασθενής πρέπει να απορρίψει εκείνο το συναίσθημα της υποχρέωσης, της ευγνωμοσύνης ή του φόβου που τον ωθεί να το μετατρέψει σε χρήμα.

Η εκπαίδευση των πολιτών πρέπει να αρχίσει από τις πρώτες μαθητικές τάξεις και να συνεχίζεται ως το Πανεπιστήμιο. Τα ΜΜΕ θα πρέπει να αναδεικνύουν και να στηλιτεύουν κατ’ επανάληψη το παθολογικό αυτό φαινόμενο, και να προτρέπουν τους πολίτες της χώρας να μην το ακολουθούν. Οι λειτουργοί της Υγείας να επαναφέρουν στη μνήμη τους τον όρκο που έδωσαν, ότι θα υπηρετούν τον άρρωστο και το δημόσιο συμφέρον, ότι το κρατικό νοσοκομείο δεν είναι ιδιοκτησία τους. Οι ιατρικοί σύλλογοι, όπως και άλλες επαγγελματικές ενώσεις, εξήγγειλαν προσφάτως ότι πρέπει να αναγνωρίσουν δημοσίως το πρόβλημα και να πράξουν τα δέοντα.

Μήπως όμως είμαι αιθεροβάμων; Μήπως ψάχνω για «ψύλλο στ’ άχυρα», σε μια χώρα όπου θεσμοί και αξίες έχουν καταρρακωθεί; Δεν ξέρω. Ελπίζω ακόμη. Το υπουργείο Υγείας, μέσα στα τόσα νομοθετήματα για τον εκσυγχρονισμό της Υγείας, οφείλει να ασχοληθεί σοβαρά με την κατάργηση της τριτοκοσμικής συναλλαγής του παράνομου όσο και εξευτελιστικού «δούναι και λαβείν» στα νοσοκομεία μας. Τι πρέπει να κάνει;
Πρώτα απ’ όλα, ύστερα από αυστηρά αξιοκρατικές διαδικασίες, θα πρέπει να επιλέξει διοικητές νοσοκομείων άτομα με εμπειρία και εξειδικευμένη γνώση στη διοίκηση (και όχι κομματικούς φίλους ή παρατρεχάμενους, όπως σήμερα), οι οποίοι, με σύγχρονα μέσα, θα επιτηρούν τη νόμιμη, ηθική, επιστημονική και αποδοτική λειτουργία των επιστημόνων Υγείας και του παραϊατρικού προσωπικού. Δεύτερον, για να χάσουν οι λειτουργοί της Υγείας τη συχνά επικαλούμενη δικαιολογία ότι οι κρατικές αμοιβές τους είναι πενιχρές, το αρμόδιο υπουργείο οφείλει να κοστολογήσει και να ενσωματώσει την κοστολόγηση των ιατρικών πράξεων στα κλειστά ενοποιημένα νοσήλια. Ετσι οι αποδοχές τους θα καταστούν αφενός μεν αποδοτικότερες, εξαρτώμενες άμεσα από την ποσότητα (αριθμός περιστατικών) και την ποιότητα της παρεχόμενης φροντίδας υγείας (μικρός χρόνος νοσηλείας, απαραίτητες παραϊατρικές εξετάσεις), αφετέρου δε διάφανες. Και τρίτον, να επιβάλλονται αυστηρότατες ποινές στους παραβάτες.
Ξέρω ότι δεν λέω κάτι πρωτότυπο – είναι κοινή λογική. Ξέρω επίσης ότι αυτά εύκολα λέγονται αλλά δύσκολα γίνονται. Το «καλό» με την κρίση όμως είναι ότι κάτι που ως χθες φάνταζε ουτοπικό (όπως η μείωση των τιμών των φαρμακευτικών προϊόντων, των υλικών και του κέρδους των φαρμακοποιών), σήμερα φαίνεται αυτονόητο και εφικτό. Το μόνο που χρειάζεται είναι η περίφημη πολιτική βούληση. Αν αυτή υπάρξει, όλα τ’ άλλα θα ακολουθήσουν…

Ο κ. Χαράλαμπος Μ. Μουτσόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής της Ιατρικής Σχολής.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ