Ο Ντέιβιντ Κάμερον ίσως μείνει στην Ιστορία ως ο άνθρωπος που έσπρωξε τη Σκωτία μακριά από την Αγγλία και την Αγγλία μακριά από την Ευρώπη. Αυτό θα του χαρίσει μία θέση στα σχολικά βιβλία, όχι όμως αυτή που θα επιθυμούσε. Τόσο στη Σκωτία όσο και στην ΕΕ η στάση του κινδυνεύει να πυροδοτήσει μια δυναμική την οποία ο ίδιος αδυνατεί να ελέγξει.
Εχοντας μεγάλη εμπιστοσύνη στον εαυτό του και χειριζόμενος την πρωθυπουργία λες και είναι γεννημένος στο Νο 10 της Ντάουνινγκ Στριτ, ο Κάμερον εκπέμπει σταθερότητα, γοητεία και ικανότητα. Αρχικά το είχα πιστέψει κι εγώ. Ο πολιτικός του χώρος δεν είναι ο δικός μου, αλλά σκέφτηκα ότι η Βρετανία θα μπορούσε να πάθει πολύ χειρότερα από το να αποκτήσει έναν ικανό, πραγματιστή, Συντηρητικό πρωθυπουργό σε κυβερνητικό συνασπισμό με τους Φιλελεύθερους. Καθώς όμως περνούν οι μήνες, καθώς το ένα λάθος ακολουθεί το άλλο, μια εσωτερική φωνή με παιδεύει: Μήπως τελικά δεν έχει ιδέα τι κάνει;
Οσον αφορά τη Σκωτία και την ΕΕ οι θέσεις του είναι αλληλοαντικρουόμενες. Οταν ο εθνικιστής ηγέτης της Σκωτίας Αλεξ Σάλμοντ ζήτησε δημοψήφισμα με τρεις επιλογές προκειμένου να συμπεριληφθεί η «μέγιστη αποκέντρωση» («devo max») ως εναλλακτική της πλήρους ανεξαρτησίας, ο Κάμερον είπε: Αυτά είναι σαχλαμάρες _ ένα δημοψήφισμα χρειάζεται μια σαφή επιλογή ανάμεσα σε δύο. Και έχει δίκιο.
Η «μέγιστη αποκέντρωση» ωστόσο είναι ακριβώς αυτό που προσπαθεί για τη Βρετανία σε σχέση με την ΕΕ. Επιμένει σε μια σαφή «μέσα ή έξω» επιλογή για τη Σκωτία σε σχέση με τη Βρετανία όμως κάνει το παν για να αποφύγει μια επιλογή «μέσα ή έξω» για τη Βρετανία σε σχέση με την ΕΕ.
Και τι κέρδισε από την προσπάθειά του αυτή; Τον Δεκέμβριο, όταν άσκησε «βέτο» στη γερμανική πρόταση για μια πανευρωπαϊκή συνθήκη σχετικά με το φορολογικό σύστημα της ευρωζώνης, τον επευφήμησαν οι ευρωσκεπτικιστές χαμηλού βεληνεκούς βουλευτές στο Λονδίνο. Οι περισσότεροι όμως από τους ευρωπαίους εταίρους μας ήταν θυμωμένοι και απογοητευμένοι.
Αν εξετάσετε τη φορολογική συνθήκη που συμφωνήθηκε στις Βρυξέλλες την περασμένη Δευτέρα θα δείτε ότι σημαίνει πως το μεγαλύτερο μέρος της ΕΕ προχωράει προς τα εμπρός με ένα πλαίσιο γερμανικής έμπνευσης για να σώσει την ευρωζώνη.
Το ερώτημα είναι το εξής: Τι κερδίζει η Βρετανία που δεν έχει ευρώ παραμένοντας έξω από αυτή τη συνθήκη, το οποίο χάνει η Σουηδία που επίσης δεν έχει ευρώ και η οποία την υπέγραψε; Η απάντηση είναι: Τίποτε. Η μελλοντική πρόκληση για τη ρύθμιση του Σίτι του Λονδίνου δεν μίκρυνε. Η Βρετανία θα έχει λιγότερους συμμάχους όταν αυτό τεθεί. Και αν η ευρωζώνη αρρωστήσει ακόμη περισσότερο από το κοκτέιλ ελληνικού ούζου με γερμανική μπίρα, η βρετανική οικονομία θα πληγεί εξίσου σκληρά.
Τόσο από άποψη τακτικής όσο και στρατηγικής η «μέγιστη αποκέντρωση» του Κάμερον για τη Βρετανία θα καταλήξει να περιορίσει στο ελάχιστο τη βρετανική επιρροή στην Ευρώπη, ενώ δεν θα κάνει τη Βρετανία λιγότερο ευάλωτη στις συνέπειες του τι συμβαίνει εκεί.
Η «μέγιστη αποκέντρωση» για τη Σκωτία θα είχε διαφορετική δυναμική. Βραχυχρόνια μπορεί να ήταν μια καλή συμφωνία για τη Σκωτία η οποία θα συνέχιζε να απολαμβάνει τα πλεονεκτήματα του να ανήκει στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ θα μείωνε ακόμη περισσότερο το κόστος συμμετοχής της. Οι Αγγλοι όμως σύντομα θα ξυπνούσαν. Τουλάχιστον μία πρόσφατη δημοσκόπηση έδειξε ότι μεγαλύτερο ποσοστό Αγγλων απ’ όσο Σκωτσέζων υποστηρίζει την ανεξαρτησία της Σκωτίας. Οταν διασπάστηκε η Τσεχοσλοβακία, η σλοβακική εθνικιστική επιμονή για τη δική της εκδοχή «μέγιστης αποκέντρωσης» υπήρξε εκείνη που έθεσε σε κίνηση τα πάντα. Ομως εκείνοι που έδωσαν τη χαριστική βολή ήταν οι Τσέχοι υπό τη δυναμική ηγεσία του Βάτσλαβ Χάβελ. Το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί και εδώ, στο δικό μας διχασμένο βασίλειο.
Υπάρχει μια απλή λύση και για τα δύο προβλήματα. Είναι η εξής: Θέσε ένα σταράτο ερώτημα για να λάβεις μια σταράτη απάντηση. Οπερ σημαίνει, ρώτα ευθέως τον λαό και όχι τους πολιτικούς. Σε μια αντιπροσωπευτική δημοκρατία δεν χρειάζεται να κάνουμε συχνά κάτι τέτοιο – όμως πρόκειται για δύο εξαιρετικά και, σε μεγάλο βαθμό, συνταγματικά ερωτήματα.
Πριν από τις επόμενες εκλογές που είναι προγραμματισμένες για το 2015 χρειαζόμαστε δύο δημοψηφίσματα. Στο σκωτσέζικο, που προβλέπεται το 2014, η κυβέρνηση της Σκωτίας οφείλει να ρωτήσει τους Σκωτσέζους: «Συμφωνείτε ότι η Σκωτία πρέπει να γίνει μια ανεξάρτητη χώρα;». Αυτό είναι αρκετά καλό, αρκεί να είναι το μοναδικό ερώτημα στο ψηφοδέλτιο.
Το βρετανικό δημοψήφισμα θα μπορούσε να ρωτήσει: «Πρέπει η Βρετανία να παραμείνει μέλος της ΕΕ;». Ως το 2014 θα έχουμε μια καλύτερη άποψη για το τι σημαίνει αυτό, καθώς οι ευρύτερες επιπτώσεις της φορολογικής ένωσης θα έχουν γίνει σαφείς (ή θα έχει καταρρεύσει). Ομως τόσο οι «ευρωπαϊστές» όσο και οι «ευρωσκεπτικιστές» φρίττουν κατ’ ιδίαν με την ιδέα ενός ευθέως δημοψηφίσματος «μέσα ή έξω». «Γιατί;» τους ρωτώ. «Γιατί θα χάσουμε!». Οι ευρωπαϊστές πιστεύουν ότι οι Βρετανοί θα ψηφίσουν την αποχώρηση από την ΕΕ, ενώ οι ευρωσκεπτικιστές ότι θα ψηφίσουν την παραμονή.
Ως κάποιος που επιθυμεί η Σκωτία να παραμείνει στη Βρετανία και η Βρετανία να παραμείνει στην ΕΕ, πιστεύω ότι οφείλουμε να πάρουμε τα ρίσκα της δημοκρατίας. Ας γράψουμε εμείς την ίδια μας την Ιστορία.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ