Κάθε εχέφρων πολίτης αναρωτιέται πια –σε στιγμές προσωπικής αυτογνωσίας και αυτοκριτικής– πώς κρατιέται και απέχει από άναρχες πράξεις κάθαρσης της Βουλής των Ελλήνων από την κόπρο του Αυγεία.

Ίσως η καλή αγωγή που πήραμε από το σπίτι μας, ίσως η δημοκρατική μας παιδεία, μπορεί και η ελαφρώς ραγιάδικη συμπεριφορά, να αποτελούν ανασταλτικά στοιχεία στην αφύπνιση του ελληνικού περί δικαίου φρονήματος.

Αλλιώς δεν εξηγείται πώς ο λαός αυτός παρακολουθεί στωικά, ή μάλλον νωχελικά, άτομο που φέρεται ως αρχιτοκογλύφος, τον Μ. Καραμπέρη, να διατείνεται ότι έχει στα χέρια του βίντεο που μπορούν να εξαφανίσουν την βουλή και να στηρίζει με την σιωπή του αυτό το πολιτικό τοπίο.

Δεν γίνεται να ακούει τον αρχηγό του ΛΑΟΣ, Γ. Καρατζαφέρη, να διαρρηγνύει –ως άλλος Τσώρτσιλ– τα ιμάτια του λέγοντας ότι δε θα επιτρέψει την χώρα να στραφεί στην αριστερά. Την ίδια στιγμή παρακολουθεί την Γραμματέα του ΚΚΕ, με στόφα χιλίων καρδιναλίων, να δηλώνει ότι δε μπορεί να συνεργαστεί με άλλες πολιτικές δυνάμεις, γιατί δεν διακρίνει κάποια σημεία ιδεολογικής επαφής.

Δεν είναι δυνατόν αυτός ο λαός να κρέμεται από τα χείλη Ζηλωτών υπουργών του ΠαΣοΚ που έπαιζαν με τις τύχες των παιδιών μας, υπογράφοντας -χωρίς ενδελεχή μελέτη- διεθνείς νομικές πράξεις οι οποίες ακύρωναν την εθνική μας ανεξαρτησία.

Είναι αδιανόητο επίσης ο κόσμος να αναδεικνύει σήμερα σε ρυθμιστές πολιτικών εξελίξεων πολιτικές παρουσίες, που ανήκουν στο χώρο της αυτονομαζόμενης ριζοσπαστικής αριστεράς, γνωρίζοντας ότι καμία ουσιαστική τομή δεν προσέφεραν στην ελληνική κοινωνία και διατυμπανίζοντας από την άλλη την άμετρη επιθυμία τους για μια υπουργική καρέκλα.

Ποιος είπε σε όλους αυτούς τους πολιτικούς ότι εξ’ αμελείας εγκληματικές πράξεις δεν αποτελούν κολάσιμο αδίκημα; Ποιος τους είπε ότι μπορούν να λειτουργούν εσαεί ατιμώρητοι ανάμεσα μας σαν τις «μωρές παρθένες», που δεν ήξεραν, δεν είδαν και δεν άκουσαν τίποτε για όλα αυτά που σπρώχνουν βίαια την χώρα στην άβυσσο;

Στο πλαίσιο αυτό, στον κύκλο δηλαδή των χαμένων πολιτικών, δεν έχει καν νόημα να αναρωτηθεί ο οποιοσδήποτε για την ποιότητα του ανώτατου στελεχιακού ιστού της Ν.Δ., τη στιγμή που ακόμη και σήμερα υπάρχουν νοσταλγοί του «μεγάλου ηγέτη» της δεξιάς, Κώστα(κη) Καραμανλή.

Από την άλλη, είναι ανάξια λόγου η αναφορά σε άλλες μεγάλες παρουσίες του ελληνικού κοινοβουλίου, που έλαμψαν δια της οικογενειακής τους παράδοσης και της υποκρισίας, κυνηγώντας από την άλλη με μανία μία αρχηγική θέση (βλ. Ντόρα Μπακογιάννη).

Και επειδή μπορεί ορισμένοι πολιτικοί να περιμένουν την…ευθυγράμμιση του Σείριου με την γη προκειμένου να αντιδράσουν σε αυτήν την πολιτική λαίλαπα, καλά θα κάνουν να καταλάβουν ότι τώρα χρειάζεται να ταρακουνηθούν καθώς τώρα βρισκόμαστε στο σημείο ΜΗΔΕΝ.

*Ο κ. Δ. Μάρδας είναι Αναπληρωτής καθηγητή Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ