Είναι μόλις 31 ετών και έχει ήδη την τιμή να δει δουλειά της να εκτίθεται σε ένα από τα σπουδαιότερα μουσεία του πλανήτη, στο φημισμένο MoMA στο Μανχάταν της Νέας Υόρκης. Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο του θεσμού «Projects» του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης, μιας πλατφόρμας που χρησιμοποιείται για να φέρνει νέους καλλιτέχνες σε επαφή με το ευρύτερο κοινό, η οποία θεωρείται αξιόπιστο βαρόμετρο για τις νέες τάσεις της σύγχρονης καλλιτεχνικής δημιουργίας. Ωστόσο, όσοι γνωρίζουν το έργο, καθώς και τη μέχρι τώρα πορεία της Χάριτος Επαμεινώνδα δεν θα πρέπει να εκπλήσσονται ιδιαίτερα με αυτή την επιτυχία της.

Είχε προηγηθεί η ατομική «VOL.VI» στην Tate Modern το 2010, αλλά και η συμμετοχή της σε ομαδικές και ατομικές εκθέσεις σε διαφορετικά μήκη και πλάτη της Γης. Γεννημένη στη Λευκωσία, η ελληνοκύπρια εικαστικός βρέθηκε στα 17 της χρόνια στη Βρετανία για σπουδές. Απόφοιτος του Chelsea College of Art and Design, του Kingston University, αλλά και του Royal College of Art, όπου πραγματοποίησε το μάστερ της, πλέον ζει και εργάζεται στο Βερολίνο. Σταθερό σημείο αναφοράς στο έργο της είναι, πάντως, θραύσματα της πολιτισμικής κουλτούρας που την περιέβαλλαν ως παιδί. Οι παλιές ελληνικές ταινίες που έβλεπε μικρή στη Λευκωσία, τα αρχαιολογικά μνημεία και οι θησαυροί του τόπου της. Ενδιαφέροντα που δεν εγκατέλειψε όταν γνώρισε τον «νέο» κόσμο της Γηραιάς Αλβιώνας. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι στο Λονδίνο περνούσε ώρες μέσα σε μουσεία όπως το Βρετανικό, η Εθνική Πινακοθήκη, αλλά και η Βρετανική Βιβλιοθήκη και το Βρετανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου (BFI), όπως δήλωνε στη Ροξάνα Μαρκότσι, επιμελήτρια της έκθεσης, αλλά και του Τμήματος Φωτογραφίας του αμερικανικού μουσείου.

Με τα δικά της λόγια, όπως προτιμά να εκφραστεί η ίδια στο BHMagazino, αυτό που την ενδιαφέρει είναι «τα ανθρώπινα αποτυπώματα: τα απομεινάρια πολιτισμών του παρελθόντος τα οποία μαρτυρούν την Ιστορία και τον ιστορικό χρόνο και εξακολουθούν να είναι μάρτυρες του χρόνου που περνά. Υποθέτω ότι πάντα με ενδιέφεραν πράγματα τα οποία ήταν στο όριο του να εκλείψουν». Ετσι, στο MoMA παρουσιάζει μια εγκατάσταση με έντονο μουσειολογικό ύφος και τίτλο «VOL.VII». Δομικά στοιχεία της είναι παλιά αγγεία, κολόνες, πλίνθοι, μαζί και σελίδες από παλιά βιβλία και περιοδικά. Η μεταξύ τους συνύπαρξη, σε συνδυασμό με την άγνωστη, σχεδόν μυστηριώδη προέλευσή τους, την οποία επίτηδες δεν αποκαλύπτει η Επαμεινώνδα, αφήνει ανοιχτά τα ενδεχόμενα για την ανάγνωσή τους από τους εκάστοτε επισκέπτες, ανάλογα με τις προσωπικές τους πολιτισμικές προσλαμβάνουσες.

Η αντιπαράθεση της εγκατάστασης με μέρος της δουλειάς της από τη σειρά «Chronicles» (2010) πολλαπλασιάζει τις ενδεχόμενες ερμηνείες που θα μπορούσε κάποιος να προσδώσει στο έργο της. Περιλαμβάνει εν προκειμένω τρεις προβολές βίντεο, μία συρραφή εικόνων από υλικό που έχει τραβήξει η Επαμεινώνδα με φιλμ Super 8, στην ουσία ένα τρισδιάστατο μοντάζ που διερευνά «τη φύση του χρόνου και του πώς αυτός επιδρά στη μνήμη και διαπερνά τα πολλαπλά στρώματά της». Σε μία από αυτές προβάλλονται αντικείμενα, όπως βάζα, φορείς ετερόκλητων πολιτισμών, με φόντο πολύχρωμες επιφάνειες. Στη δεύτερη, δύο φοίνικες που μοιάζουν να τρεμοσβήνουν από τον αέρα συνυπάρχουν με ένα γυμνό τοπίο. Και στην τελευταία, η Ακρόπολη «σαν να έχει βγει από τη ζώνη του λυκόφωτος», θαμπή και έρημη, μοιάζει σαν να είναι η μόνη επιζήσασα έπειτα από πυρηνική καταστροφή. Το φιλμ, ως μέσο έκφρασης, ταιριάζει πολύ στην Επαμεινώνδα. Συγκεκριμένα, από όταν η δουλειά της έγινε γνωστή, με τη συμμετοχή της στην Μπιενάλε της Βενετίας το 2007, όπου εκπροσώπησε την Κύπρο από κοινού με τον τουρκοκύπριο καλλιτέχνη Μουσταφά Χουλούζι. Τότε είχε παρουσιάσει μικρού μήκους βίντεο σεκάνς και τα «φαρμακερά όμορφα», όπως είχαν χαρακτηριστεί, κολάζ της. Σε ένα πνεύμα συναφές με αυτό των έργων της που εκτίθενται αυτές τις ημέρες στο MoMA, οι δημιουργίες της αναπαριστούσαν εσωτερικούς χώρους από γαλλικά περιοδικά της δεκαετίας του ’50 ή εικόνες δημόσιων ή και θρησκευτικών μνημείων. Και αν ήταν ο Δαλιανίδης και οι φίλοι του οι αγαπημένοι σύντροφοι των παιδικών της χρόνων με το αποτύπωμά τους εμφανές στο συλλογικό υποσυνείδητο Ελλήνων και Κυπρίων, οι σκηνοθέτες «Σεργκέι Παρατζάνοφ, Ρομπέρ Μπρεσόν και Γιασουτζίρο Οζου» ήταν οι πολύτιμοι σύμβουλοι στις ιδιοσυγκρασιακές αισθητικές αναζητήσεις της Επαμεινώνδα, οι μακρινοί συγγενείς οι οποίοι εμπλούτισαν ερήμην τους το εικαστικό DNA της. «Μου αρέσει το φιλμ, επειδή μπορεί να είναι ταυτόχρονα προσωπικό, αλλά και οικουμενικό» εξηγεί το ενδιαφέρον της η σταθερά πολυάσχολη και δυσεύρετη τον τελευταίο καιρό Επαμεινώνδα. Η διεθνής απήχηση του έργου της αποδεικνύει περίτρανα του λόγου το αληθές.

Η έκθεση «Projects 96: Haris Epaminonda» φιλοξενείται στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης (MoMA) ως τις 20 Φεβρουαρίου.