Κορυφαία προτεραιότητα της διοίκησης του κ. Μιχ. Τσαμάζ στον Οργανισμό Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος (ΟΤΕ) για την επόμενη διετία θα είναι η αντιμετώπιση του χρέους, ύψους 3,4 δισ. ευρώ, για την οποία θα γίνει οτιδήποτε είναι δυνατόν, προκειμένου να μην οδηγηθεί σε κατάρρευση ο μεγαλύτερος τηλεπικοινωνιακός όμιλος στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.

Όπως ξεκαθάρισε ο κ. Τσαμάζ, κατά τη διάρκεια γεύματος εργασίας με δημοσιογράφους, ο όμιλος, όπως και ολόκληρη η Ελληνική οικονομία, μπαίνει σε αμμοθύελλα, με τις γραμμές χρηματοδότησης της χώρας αποκομμένες, την εσωτερική αγορά να καταρρέει, τον κλάδο των τηλεπικοινωνιών να υφίσταται πλήρη «αφαίμαξη» και την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) να κρατά τον ΟΤΕ «δέσμιο» της ρύθμισης.

Μάλιστα, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του οργανισμού ξεκαθάρισε ότι οι μέτοχοι της Deutsche Telekom (DT) κατέστησαν σαφές ότι δεν πρόκειται να βάλουν το χέρι στην τσέπη για να υποστηρίξουν την πληρωμή των χρεών του ΟΤΕ, καθώς, όπως διαφαίνεται, έχουν τρομοκρατηθεί από την εμβέλεια της κρίσης στην Ελλάδα.

Ωστόσο, για τον ισχυρό άνδρα των ΟΤΕ-COSMOTE, ο όμιλος έχει αξιοσημείωτες αντοχές και ικανοποιητικά οικονομικά μεγέθη, ενώ διαπιστώνει επιβράδυνση στον ρυθμό απώλειας εσόδων. Ο ΟΤΕ, όπως τόνισε, προχώρησε σε μείωση του κόστους λειτουργίας και σε ενίσχυση χρηματοροών, που ήταν αποτέλεσμα μίας προσπάθειας που διήρκεσε ολόκληρο το 2011.

Πάνω από όλα ο δανεισμός

Όπως εξήγησε ο κ. Τσαμάζ, οι συνολικές δανειακές υποχρεώσεις του ΟΤΕ κυμαίνονται στα 5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 3,4 λήγουν έως τον Φεβρουάριο του 2014. Εξ αυτών, 640 εκατ. ευρώ πρέπει να πληρωθούν εντός του 2012, άλλα 500 εκατ. ευρώ τον Απρίλιο του 2014, ενώ 2,1 δισ. ευρώ πρέπει να καταβληθούν το 2013, εκ των οποίων τα 900 εκατ. ευρώ είναι ομολογιακά δάνεια και άλλα ομόλογα.

«Υπάρχει κενό για την κάλυψη των δανείων» παραδέχθηκε ο κ. Τσαμάζ και μίλησε για την ανάγκη λήψης ιδιαίτερων μέτρων προκειμένου να καλυφθεί, υπό τον φόβο μάλιστα να μην έχουν ανοίξει έως τότε οι κάνουλες των τραπεζών.

Το 2013 το συγκεκριμένο κενό θα είναι περίπου 700 εκατ. ευρώ και εάν δεν ανακτηθούν οι γραμμές χρηματοδότησης της οικονομίας, «θα πρέπει να βρούμε μέτρα γι’ αυτό το κενό» δήλωσε ο κ. Τσαμάζ. «Θα εκτιμήσουμε την αγορά. Σε έξι μήνες θα αναθεωρήσουμε το κόστος και το πλάνο των επενδύσεων και θα δούμε τις συγκυρίες. Ο ΟΤΕ επενδύει 500 εκατ. ευρώ ανά χρόνο, έχει λειτουργικά κόστη 1,5 δισ. ευρώ και 700 – 800 εκατ. ευρώ άλλες δαπάνες. Πριν πάμε σε σκέψεις, χρειάζονται άλλες ενέργειες» σημείωσε.

Στους επόμενους μήνες θα εξεταστεί ποιες άλλες δραστηριότητες του ΟΤΕ μπορούν να πωληθούν για την κάλυψη των κενών των δανειακών υποχρεώσεων, αλλά κυρίως πώς θα εξελιχθούν οι δραστηριότητες των τραπεζών και της Ελληνικής οικονομίας. «Είμαστε δυνατοί ταμειακά και θα παράγουμε καλές ταμειακές ροές» είπε, επικαλούμενος τα χρήματα που θα προέλθουν από την πώληση της TELEKOM SERBIA και του δορυφόρου HELLASAT.

Σχετικά με την πώληση του HELLASAT, σημείωσε ότι η διαδικασία θα γίνει με πλειοδοτικό διαγωνισμό, διευκρίνισε ότι το 2018 ο δορυφόρος απενεργοποιείται και συμπλήρωσε ότι το Δημόσιο θα έχει συμφέρον από την πώλησή του και την εκτόξευση ενός νέου στις 39 μοίρες, που είναι και η τροχιακή θέση της χώρας. «Αν δεν πωληθεί, θα απαξιωθεί. Ο ΟΤΕ δεν θέλει δορυφόρο» είπε και τόνισε ότι εάν διέθετε τα 250 εκατ. ευρώ, που απαιτούνται για την εκτόξευση νέου, «ο ΟΤΕ θα τα έδινε για τον δανεισμό!».

Δύσκολο το 2012

Για το τοπίο του 2012, ο κ. Τσαμάζ θεώρησε δύσκολη κάθε πρόβλεψη, χαρακτήρισε τις εξελίξεις απρόβλεπτες και μίλησε για μια αγορά κατακερματισμένη, που δεν είναι υγιής και κάνει κακό στην οικονομία.

Επίσης, ανέφερε ότι το επίπεδο επιστροφής των επενδύσεων και των κεφαλαίων θα καθορίσει και τον αριθμό των παικτών της αγοράς. «Οι ανταγωνιστές έχουν φτάσει στο αδιέξοδο. Δεν έχουν κεφάλαια για ευρυζωνικότητα και λένε ότι ο ΟΤΕ θέλει να τους κόψει τις επενδύσεις» σημείωσε, ενώ για έναν ενδεχόμενο «πόλεμο τιμών» παρέπεμψε στους ανταγωνιστές.

Ο πρόεδρος του ΟΤΕ μίλησε με αιχμές κατά των ανταγωνιστικών επιχειρήσεων, «καθώς δεν έχουν καταφέρει να κάνουν τίποτα», αφού «προσπαθούν να πείσουν τον ρυθμιστή να μας χτυπήσει», μιλώντας για χτυπήματα πάνω και κάτω από τη μέση, σημειώνοντας, ωστόσο, ότι «η εταιρεία είναι leader, αφού υπερτερούμε …by far!».

Εταιρικός μετασχηματισμός για τη βελτίωση της ρύθμισης

Αναφερόμενος στην κυοφορούμενη συγχώνευση ΟΤΕ – COSMOTE, ο κ. Τσαμάζ δήλωσε ότι η ενοποίηση θα χρειαστεί τουλάχιστον τρία χρόνια, ωστόσο σημείωσε ότι προϋποθέτει «να υπάρξουν συνθήκες μείωσης του κόστους, αλλαγής κουλτούρας στον ΟΤΕ και αλλαγή της μεταχείρισης από την ΕΕΤΤ».

Σχετικά με το ενδεχόμενο μεταφοράς προσωπικού σε άλλες μονάδες του ομίλου, τη συσχέτισε με τον κοστολογικό μοντέλο που εφαρμόζει η ΕΕΤΤ στον ΟΤΕ, το οποίο δεν λαμβάνει υπόψη το πραγματικό κόστος του προσωπικού, αλλά «αυτό που θα είχε ένας αποτελεσματικός πάροχος, δηλαδή το χαμηλότερο», όπως σημείωσε.

Ωστόσο, στις τιμές λιανικής, η ΕΕΤΤ καθορίζει τις τιμές με το πραγματικό κόστος του προσωπικού, προκαλώντας, όπως είπε, «μία τεράστια διαφορά στη λιανική έναντι των ανταγωνιστών που βγάζει τον ΟΤΕ από την αγορά». Έτσι, όπως σημείωσε, «κόσμος που δεν χρησιμοποιείται και υπολειτουργεί» φέτος θα μετακινηθεί «σε διακριτό τμήμα για να μην επηρεάζει το κοστολογικό μοντέλο».

Γερμανοί και κρίση

Κατά τον κ. Τσαμάζ, το 2011 ήταν ένα πάρα πολύ δύσκολο περιβάλλον για τις τηλεπικοινωνίες, με μειωμένα εισοδήματα, συρρίκνωση της αγοράς κατά 30%, συνολική αύξηση των επισφαλειών του κλάδου της κινητής τηλεφωνίας σε περίπου 120 εκατ. ευρώ – αντί 77 εκατ. ευρώ το 2009 –, και επιβάρυνση της φορολογίας, που ήταν τέσσερις φορές υψηλότερη από ό,τι στις γειτονικές χώρες και η μεγαλύτερη στην Ε.Ε., αφού έφτασε το 26,4% στην τιμή που πληρώνει ο καταναλωτής.

Αυτό έκανε τους γερμανούς μετόχους της DT να τρομοκρατηθούν και να καταστήσουν σαφές ότι δεν σκοπεύουν να στηρίξουν τον ΟΤΕ στη μάχη κατά του χρέους. Ωστόσο, ο κ. Τσαμάζ , τόνισε ότι «ο οποιοσδήποτε επενδυτής θα ήθελε να σταθεροποιηθεί η κατάσταση στην Ελλάδα και να λάβει αποφάσεις».

Σχετικά με τα management fees, που εισπράττει η DT από τον ΟΤΕ, τόνισε ότι πρόκειται για δραστηριότητες και υπηρεσίες με όφελος, λόγω συνεργειών, που καθορίζονται ανά έργο και αποτελούν κάτι που εφαρμόζει ο όμιλος και στις θυγατρικές του στα Βαλκάνια.

Οικονομικό περιβάλλον κι επενδύσεις

Ερωτηθείς από το «Βήμα», ο κ. Τσαμάζ δήλωσε ότι μακροπρόθεσμα ο σχεδιασμός του ΟΤΕ περιλαμβάνει και το Fiber to the Home, όμως είναι κάτι που θα καθοριστεί από τη ζήτηση και τις οικονομικές εξελίξεις. Όπως διευκρίνισε, ο οργανισμός τελεί εν αναμονή των τελικών σχεδίων του υπουργείου Υποδομών, καθώς πολλά πράγματα δεν είναι ακόμη ξεκάθαρα γύρω από το πρότζεκτ.

Ο ισχυρός άνδρας του οργανισμού σημείωσε ότι η επένδυση του ΟΤΕ στο φάσμα και στην VDSL αποτελεί ψήφο εμπιστοσύνης στην Ελληνική αγορά, καθώς, όπως τόνισε, «θέλουμε να συμβάλουμε στην ανάκαμψη της χώρας».

Αναφερόμενος στη VDSL, ο κ. Τσαμάζ σημείωσε ότι τελεί εν αναμονή του καθορισμού της λιανικής τιμής από την ΕΕΤΤ «και μετά θα δούμε τι θα κάνουμε», ενώ αργότερα συμπλήρωσε, μιλώντας για το ίδιο θέμα, ότι «οι ανταγωνιστές θα εύχονταν να μην επενδύσουμε». Πάντως, σχολιάζοντας τη στάση της ΕΕΤΤ, τόνισε ότι «δεν είμαι αντίθετος στην ρύθμιση, αρκεί να εξασφαλίζει τις επενδύσεις στη χώρα».

«Ζητάμε από την κυβέρνηση να αρθεί η φορολόγηση των δεδομένων από τα συνδυαστικά πακέτα» είπε και ξεκαθάρισε ότι εάν δεν μειωθεί ο δανεισμός, τότε θα παγώσουν τα πάντα.

Ασφαλιστικά και εργασιακό κόστος

Ο ΟΤΕ έχει ζητήσει από τον υπουργό Εργασίας, κ. Γ. Κουτρουμάνη ειδική ρύθμιση ούτως ώστε να μπορέσει ο όμιλος να προχωρήσει σε εθελούσια όσων έχουν κατοχυρώσει συνταξιοδοτικά δικαιώματα κι επιθυμούν να αποχωρήσουν, καταβάλλοντας μισθούς και εργοδοτικές εισφορές, με την προϋπόθεση να αυτασφαλιστούν στον ΤΑΥΤΕΚΩ, κάτι που σήμερα δεν μπορεί να γίνει και λόγω υψηλής φορολόγησης.

Επίσης, συμπλήρωσε ότι εάν ψηφιστεί η κατάργηση του 13ου και του 14ου μισθού στις Ανώνυμες Εταιρείες, «θα ισχύσει και για τον ΟΤΕ».

Αναφορικά με το κόστος μισθοδοσίας, τόνισε ότι αυτό κυμαινόταν το 2010 στα 760 εκατ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχούσε στο 38,5% των εσόδων και το 52% των εξόδων, όταν στα πρώην μονοπώλια της Ε.Ε., το αντίστοιχο κόστος είναι μεταξύ 21% και 23% των εσόδων.