Έφτασε, λοιπόν, ξανά το τέλος του έτους. Μαζί με το τέλος του, έρχεται και η αρχή ενός νέου έτους. Και στην αρχή του, συνηθίζεται να γίνονται τα περιβόητα «New Year’s Resolutions» αγγλιστί ή «Οι υποσχέσεις του νέου έτους» στα ελληνικά.

Υπάρχουν οι καλές προθέσεις, η θέληση, ο ενθουσιασμός για το νέο ξεκίνημα, χαρτί και μολύβι για να γραφτούν όλα τα «θέλω» του νέου έτους. Φέτος είμαστε αποφασισμένοι να αλλάξουμε αυτά που δεν συμπαθούμε πάνω μας. Μπορεί να μην το κάναμε πέρσι αλλά φέτος θα γίνει οπωσδήποτε. Άραγε πόσο σίγουροι είμαστε για αυτό? Μήπως και πέρσι τα ίδια δεν λέγαμε και τελικά δεν αλλάξαμε τίποτα;

Ας εξαιρέσουμε τα βιβλία και τα εγχειρίδια αυτοβοήθειας, αυτά είναι χάπια που αλλάζουν τη διάθεσή μας χωρίς να έχει γίνει πριν καμία διεργασία επεξεργασίας του εαυτού μας. Ουσιαστικά τα καταπίνουμε αμάσητα όταν διαβάζουμε τέτοια βιβλία. Εδώ όμως υπάρχει κάτι ακόμα πιο βαθύ και σημαντικό. Εισερχόμενοι στην ενήλικη ζωή μας, «κουβαλάμε» θετικά και αρνητικά συναισθήματα. Τα αρνητικά είναι όσα μας κάνουν να φοβόμαστε τις αλλαγές, όπως ο φόβος της αποτυχίας, η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η ανάγκη για έλεγχο, η αντιζηλία, ο θυμός. Πρόκειται για παιδικά συναισθήματα που δεν έχουμε αποβάλλει παρά το ενήλικο της ζωή μας. Ενεργούμε και συμπεριφερόμαστε με αυτές τις σκέψεις, που δημιουργούν αρκετές φορές εσωτερικές συγκρούσεις.

Η διαδικασία της αλλαγής δεν είναι εύκολη ακόμα και για τα πιο απλά. Η συνήθεια που έχει γίνει συνώνυμο της εσωτερικής ασφάλειας, δεν αφήνει τη φαντασία να μετεξελιχθεί σε πραγματικότητα. Η μελλοντική εικόνα που δείχνει τόσο ελκυστική, μπαίνει στο Προκρούστειο κρεβάτι όπου κυριαρχούν συναισθήματα όπως ο φόβος, ο θυμός, η ανασφάλεια, η απογοήτευση, η ενοχή. Δύσκολο πράγμα η ενοχή, η αυτοτιμωρία: » Αν θελήσω να αλλάξω και δεν τα καταφέρω τελικά, θα δείξω στον εαυτό μου ότι είμαι περισσότερο αποτυχημένος τώρα που δεν τα κατάφερα».

Αρκετές φορές ενθουσιαζόμαστε τόσο πολύ με την ιδέα της αλλαγής όπου δημιουργούμε έναν ιδεατό εαυτό τον οποίο θέλουμε να αγγίξουμε. Θέλοντας όμως να φτάσουμε στο τέρμα, έχουμε ξεχάσει να περπατήσουμε τα σκαλοπάτια που θα μας οδηγήσουν στον προορισμό μας. Πολλές φορές δεν ξέρουμε το δρόμο που θα διαλέξουμε για να φτάσουμε εκεί. Το αποτέλεσμα είναι να μπερδευόμαστε και τελικά να ακυρώνουμε τον ίδιο μας τον εαυτό.

Κι όμως, αρχίζουμε να πιστεύουμε, ότι θέλουμε να αλλάξουμε, όταν αυτή η πεποίθηση αρχίζει και παίρνει βαθιά υπόσταση μέσα μας. Κοιτάμε τον εαυτό μας και αναλογιζόμαστε ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να είμαστε στον ίδιο δρόμο. Δημιουργούμε ένα πλαίσιο αυτοδέσμευσης που αποτελείται από θετικά συναισθήματα όπως ελπίδα, έμπνευση και περηφάνια για τον εαυτό μας. Καθιστούμε συγκεκριμένη την υπόσχεση και αποφασίζουμε να την στηρίξουμε μέχρι τέλους, αλλιώς να μην την πάρουμε καθόλου. Με αυτό τον τρόπο, καταφέρνουμε να την «φυτέψουμε» μέσα μας και να μην μπορεί να ξεριζωθεί.

Είναι πολύ σημαντικό η υπόσχεση που δίνουμε για το νέο έτος να προέρχεται από σωστή και συνειδητή επεξεργασία. Ας κάτσουμε κάτω λοιπόν, να υπολογίσουμε τα υπέρ και τα κατά. Αυτή η υπόσχεση χρειάζεται να έχει ρεαλιστική βάση όχι ουτοπική π.χ. είναι σχεδόν αδύνατο κάποιος να ξεχρεώσει ένα μεγάλο δάνειο, σε ένα χρόνο επιλέγοντας να κάνει τρεις δουλειές, πράγμα που είναι δύσκολο στην εποχή μας.

Οι κινήσεις χρειάζεται να γίνουν βήμα βήμα. Ο στόχος είναι εκεί και θα πραγματοποιηθεί αργά ή γρήγορα. Σε μία τέτοια συγκυρία, χρειάζεται να παίρνουμε υπόψη μας και τις συστεμικές παραμέτρους αλλά και να φανούμε ευέλικτοι όπου χρειάζεται. Κανείς δεν πρόκειται να μας κατηγορήσει για αυτό. Ας αποτινάξουμε την ενοχή από πάνω μας. Όσο δεν ενοχοποιούμε τον εαυτό μας, τόσο μπορούμε πιο απερίσπαστοι να υλοποιήσουμε τις υποσχέσεις μας.

Τα «new year’s resolutions» μου θυμίζουν το κλασικό ανέκδοτο των ψυχολόγων με τη λάμπα: «Πόσοι ψυχολόγοι χρειάζονται για να αλλάξει μία λάμπα; – Ένας, αρκεί να θέλει η λάμπα να αλλάξει». Και με την απαραίτητη προσθήκη: «Αρκεί να θέλει η λάμπα να αλλάξει – και να υποσχεθεί στον εαυτό της ότι θα τηρήσει την υπόσχεση».