Τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης συνέχισαν και σήμερα Παρασκευή τα ρεπορτάζ για τη δίκη στο Μόναχο κατά της εταιρείας Ferrostaal. H εταιρεία κατηγορείται, μεταξύ άλλων, για «λάδωμα» ελλήνων αξιωματούχων με 60 εκατ. ευρώ.

Οι κατηγορούμενοι ομολόγησαν ότι προέβησαν σε δωροδοκίες αξιωματούχων σε Ελλάδα και Πορτογαλία κατά τις πωλήσεις υποβρυχίων, γράφει η «Frankfurter Allgeimeine Zeitung» προσθέτοντας ότι μόνο στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι καταβλήθηκαν μίζες περίπου 60 εκατ. ευρώ σε μεσάζοντες για την παραγγελία υποβρυχίων αξίας 1,6 δισ. ευρώ από το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό.

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, οι δύο πρώην μάνατζερ ενέκριναν την καταβολή μέρους του ως άνω ποσού σε λήπτες αποφάσεων υπουργείων και Αρχών, συνεχίζει το ρεπορτάζ. Ονομαστικά αναφέρεται ο πρώην υπουργός Άμυνας κ. Ακης Τσοχατζόπουλος, ο οποίος αρνείται τις κατηγορίες.

Το ύψος του προστίμου για την εταιρεία Ferrostaal, θυγατρική του ομίλου MAΝ, έχει ήδη συζητηθεί. Η εταιρεία πρέπει να πληρώσει το ποσό των 140 εκατ. ευρώ για τις μηχανορραφίες του πρώην μάνατζερ της, κάτι σχεδόν αδύνατο για αυτήν , δεδομένου ότι, ως συνέπεια όλων αυτών των σκανδάλων, έχει περιέλθει σε δεινή οικονομική θέση.

Ο οικονομικός διευθυντής δήλωσε ενώπιον του δικαστηρίου ότι θα πρέπει να αποχωρήσει ένας στους τέσσερις εκ των 700 συνολικά εργαζομένων του ομίλου και ότι αναμένονται ξεκάθαρα αρνητικά αποτελέσματα οικονομικής χρήσης, καταλήγει το δημοσίευμα.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της «Handeslblatt» , ήδη από την πρώτη ημέρα εκδίκασης της υπόθεσης ενώπιον του δικαστηρίου του Μονάχου επισημοποιήθηκε ότι η Ferrostaal «έκλεινε» δουλειές με μίζες. Οι κατηγορούμενοι ουσιαστικά ομολόγησαν στο δικαστήριο ότι προέβησαν σε δωροδοκίες κατά την πώληση υποβρυχίων σε Ελλάδα και Πορτογαλία.
Η Εισαγγελία του Μονάχου διεξάγει εδώ και δύο χρόνια έρευνα για τον όμιλο Ferrostaal. Με αμέτρητες ανακρίσεις και δύο επιτόπιες έρευνες έχει αποκτήσει μια εικόνα για τον τρόπο με τον οποίο συναλλάσσεται η επιχείρηση.

Σύμφωνα με εμπιστευτική γνωμοδότηση αμερικανικής δικηγορικής εταιρείας που εξέτασε επίσης την υπόθεση, πολλές συμφωνίες ήταν «καθαρές», για κάποιες όμως χρησιμοποιήθηκαν μίζες. Στο επίκεντρο βρίσκονται προπάντων οι αγοραπωλησίες των υποβρυχίων, τις οποίες είχαν αναθέσει στη Ferrostaal τα γερμανικά ναυπηγεία HDW.

Υπεύθυνοι για τις ως άνω υποθέσεις κρίθηκαν οι δύο κατηγορούμενοι μάνατζερ της Ferrostaal, για τους οποίους, σε αντάλλαγμα για την ομολογία τους, το δικαστήριο πρότεινε ποινή φυλάκισης έως δύο ετών με αναστολή και χρηματικό πρόστιμο μικρότερο των 100.000 ευρώ. Επομένως κανείς από τους δύο δεν θα πάει στη φυλακή, σημειώνουν οι δημοσιογράφοι.
Η επιχείρηση Ferrostaal δήλωσε έτοιμη να καταβάλει στα ταμεία του δικαστηρίου σχεδόν 140 εκατ. ευρώ, ποσό που περιλαμβάνει χρηματικό πρόστιμο, καθώς και το εκτιμώμενο κέρδος της από τις αγοραπωλησίες στρατιωτικών εξοπλισμών, ενώ σε άλλη δίκη κατά θυγατρικής της κατέβαλε άλλα 10 εκατ. ευρώ.
Ο δικαστικός συμβιβασμός δεν είναι ωστόσο ακόμη τελεσίδικος, καθώς την επόμενη εβδομάδα θα συνεχιστούν οι καταθέσεις μαρτύρων και εν συνεχεία θα εκδοθεί η απόφαση.
Ο δικαστής Eκερτ υπερασπίστηκε τον συμβιβασμό λέγοντας ότι από τα μέσα του έτους εξετάζεται η συμβιβαστική διευθέτηση της υπόθεσης. Δεν γίνονται συμφωνίες εν κρυπτώ, δήλωσε ο δικαστής και τόνισε ότι πρέπει να αποφευχθεί η μακρά δικαστική διαμάχη και η κρίση της υπόθεσης σε περισσότερους βαθμούς δικαιοδοσίας.
Η Ferrostaal, πάλι, προσπαθεί να διώξει τη σκιά του παρελθόντος και να κάνει μια νέα αρχή. Ο δικαστικός συμβιβασμός ήταν από την πλευρά των νέων ιδιοκτητών της επιχείρησης επειγόντως απαραίτητος – τη Ferrostaal εξαγόρασε ο όμιλος MPC από τους προηγούμενους μετόχους IPIC και MAN.

Ωστόσο, ενώ οι δύο κατηγορούμενοι μάνατζερ της Ferrostaal ελπίζουν σε γρήγορο κλείσιμο της υπόθεσης με δικαστικό συμβιβασμό, η εισαγγελία Μονάχου άσκησε διώξεις σε περίπου 50 άτομα, μεταξύ των οποίων και ο πρώην επικεφαλής της επιχείρησης Ματίας Μίτσερλιχ, ενώ δεν είναι ξεκάθαρο αν θα ακολουθήσουν και άλλες διώξεις, καταλήγει το ρεπορτάζ.